Πρόσφατα ψηφίστηκε από τη Βουλή το νομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για τη συνολική ενίσχυση της αγοράς ενέργειας, καθώς και για τη δέσμευση, τη χρήση, τη μεταφορά και την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα. Πρόκειται για μια νομοθετική πρωτοβουλία που αφορά τον πυρήνα του παραγωγικού μας μοντέλου και αποτυπώνει τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα τοποθετείται στη νέα εποχή της πράσινης μετάβασης, συνδυάζοντας την προστασία του περιβάλλοντος με τη στήριξη της οικονομίας και της εργασίας.
Αν δούμε τη μεγάλη εικόνα, η χώρα έχει ήδη διανύσει έναν εντυπωσιακό δρόμο. Πριν από είκοσι χρόνια, πάνω από το 60% της ηλεκτροπαραγωγής βασιζόταν στον λιγνίτη. Σήμερα, το ποσοστό αυτό έχει μειωθεί δραστικά, κάτω από το 9%, ενώ οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας καλύπτουν πάνω από το 50% της ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτός ο μετασχηματισμός είναι αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών, συνέπειας και σχεδίου, που η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη και το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας στήριξαν και επιτάχυναν.
Η Ελλάδα έχει, πλέον, κερδίσει αξιοπιστία. Αναγνωρίζεται ως οικονομία που άφησε πίσω την κρίση, προχώρησε μεταρρυθμίσεις, συμμετέχει σε μεγάλες ενεργειακές συμφωνίες -με την καθοριστική συμβολή του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρου Παπασταύρου- και διεκδικεί ρόλο ενεργειακού κόμβου στην ευρύτερη περιοχή. Μέσα σε αυτή τη διαδρομή, ο νέος νόμος είναι ένας ακόμη κρίκος σε μια αλυσίδα συνεκτικών επιλογών που υπηρετούν έναν ξεκάθαρο στόχο: τη βιώσιμη ανάπτυξη με όρους πραγματικής οικονομίας.
Επιπροσθέτως, η ρύθμιση της δέσμευσης, της χρήσης και της αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα είναι πολιτικά κομβική. Γιατί δίνει απάντηση σε ένα κρίσιμο ερώτημα: πώς μπορούμε να μειώσουμε τις εκπομπές, χωρίς να οδηγήσουμε τη βιομηχανία σε αποδυνάμωση και χωρίς να χαθούν θέσεις εργασίας. Σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον αυστηρών κλιματικών στόχων, η επιλογή δεν μπορεί να είναι ανάμεσα στο περιβάλλον και στην παραγωγή. Χρειάζονται εργαλεία που να υπηρετούν και τα δύο.
Με αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση επιλέγει τον δρόμο της ευθύνης. Θέτει κανόνες, ελέγχους και αυστηρές προϋποθέσεις, ώστε τέτοιες δραστηριότητες να γίνονται με ασφάλεια, διαφάνεια και σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον. Το κράτος έχει ρόλο εγγυητή και οι τοπικές κοινωνίες δεν μένουν στο περιθώριο. Αντίθετα, προβλέπεται να έχουν ανταποδοτικό όφελος, κάτι που ενισχύει τη λογική της δίκαιης μετάβασης.
Παράλληλα, ο νόμος οργανώνει την αγορά υδρογόνου και ενισχύει συνολικά την αγορά ενέργειας. Άλλωστε, το υδρογόνο είναι ένα πεδίο στο οποίο η Ευρώπη επενδύει στρατηγικά. Ως εκ τούτου, με καθαρούς κανόνες και ρυθμιστικό πλαίσιο, η Ελλάδα διεκδικεί θέση σε αυτή τη νέα ενεργειακή πραγματικότητα και δεν περιορίζεται στον ρόλο του παρατηρητή.
Ιδιαίτερη σημασία έχουν και οι παρεμβάσεις στην αποθήκευση ενέργειας και στις ανανεώσιμες πηγές. Η δυνατότητα αξιοποίησης μπαταριών, η καλύτερη λειτουργία της αγοράς και η διευκόλυνση επενδύσεων απαντούν σε υπαρκτά προβλήματα και ενισχύουν την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας, καθώς πράσινη ενέργεια δεν αρκεί να παράγεται -πρέπει και να αξιοποιείται αποτελεσματικά.
Οι ρυθμίσεις για τα αγροφωτοβολταϊκά προσθέτουν ακόμη μια κοινωνικά χρήσιμη διάσταση. Η διπλή αξιοποίηση της γης μπορεί να στηρίξει το εισόδημα των αγροτών, χωρίς να ακυρώνεται ο πρωτογενής τομέας. Για την περιφέρεια, για περιοχές όπως η Αχαΐα και η Δυτική Ελλάδα, αυτό μεταφράζεται σε πραγματικές ευκαιρίες.
Το στοιχείο της διαφάνειας διατρέχει οριζόντια τη νομοθετική πρωτοβουλία. Μητρώα, έλεγχοι, ενημέρωση των πολιτών και ευρωπαϊκή εποπτεία διασφαλίζουν ότι η ενεργειακή μετάβαση δεν γίνεται ερήμην της κοινωνίας, αλλά με όρους λογοδοσίας και εμπιστοσύνης.
Η Ελλάδα σήμερα έχει τη δυνατότητα να σχεδιάζει το μέλλον της με αυτοπεποίθηση. Τα ενεργειακά επιτεύγματα δεν είναι τυχαία, ούτε συγκυριακά. Αποδεικνύουν πως, όταν υπάρχουν σχέδιο και πολιτική τόλμη, η χώρα μπορεί να αποτελεί δυναμικό ενεργειακό εταίρο, με κρίσιμο ρόλο. Ο συγκεκριμένος νόμος αξιοποιεί αυτή την πορεία και προσθέτει έναν ακόμη κρίκο: στηρίζει τη βιομηχανία, ενισχύει την πράσινη μετάβαση, προστατεύει το περιβάλλον και ανοίγει νέες προοπτικές ανάπτυξης.
της Χριστίνας Αλεξοπούλου
Τέως υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών, βουλευτής Αχαΐας με τη ΝΔ











