Σε μια πολιτική συγκυρία όπου η δημόσια συζήτηση περιστρέφεται όλο και πιο συχνά γύρω από «σχήματα συνεργασίας» και «κυβερνήσεις συνεννόησης», το Μέγαρο Μαξίμου θέτει με σαφήνεια το διακύβευμα: η χώρα προχωρά μόνο με σταθερές, ισχυρές κυβερνήσεις.
του Χρήστου Μυτιλινιού
Δεν είναι ένα κομματικό σύνθημα· είναι συμπέρασμα μιας δεκαπενταετίας συνεχών κλυδωνισμών, θεσμικών κρίσεων και οριακών καταστάσεων.
Η μνήμη είναι ακόμη ζωντανή. Από το 2009 έως το 2019, η Ελλάδα έζησε όλη την γκάμα των πολιτικών πειραματισμών. Κι όμως, μέσα σε αυτή τη δεκαετία, υπάρχει μία και μόνη περίπτωση συνεργασίας που κράτησε τη χώρα όρθια: η συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου. Όλες οι υπόλοιπες μάλλον αποδόμησαν παρά σταθεροποίησαν. Αυτό ακριβώς υπενθυμίζει σήμερα η κυβέρνηση, όταν ξεκαθαρίζει ότι η επόμενη μέρα δεν μπορεί να στηρίζεται σε τυχοδιωκτικές ισορροπίες ούτε σε ευκαιριακές συμφωνίες πίσω από κλειστές πόρτες.
Το αφήγημα της αυτοδυναμίας επιστρέφει
Η Νέα Δημοκρατία, παρά τις δυσκολίες και τα λάθη που αναγνωρίζει, επενδύει ξανά στη στρατηγική της αυτοδυναμίας. Και το κάνει όχι επειδή το επιβάλλει η κομματική της ιστορία, αλλά επειδή το απαιτεί η συγκυρία.
Αν κανείς συγκρίνει τις δημοσκοπήσεις της περιόδου πριν τις εκλογές του 2023 με το τελικό αποτέλεσμα –και κάνει την ίδια άσκηση με τα σημερινά ποσοστά– το συμπέρασμα είναι σαφές: η αυτοδυναμία είναι εφικτή.
Όχι δεδομένη, όχι «κλειδωμένη», αλλά υπαρκτή και ρεαλιστική.
Και αυτό ακριβώς επιτρέπει στο κυβερνητικό στρατόπεδο να θέτει το πλαίσιο των συζητήσεων:
η επόμενη κάλπη δεν είναι ανοιχτό τραπέζι διαπραγμάτευσης, αλλά μάχη για την πολιτική σταθερότητα.
Το μήνυμα που εκπέμπει το Μαξίμου είναι καθαρό:
Οι πολίτες δεν θέλουν επιστροφή στις κυβερνήσεις των τριών και των τεσσάρων αρχηγών, στα αδιέξοδα, στις διπλές γραμμές και στις υποχωρήσεις.
Ο ΣΥΡΙΖΑ εκτός συζήτησης – το ερώτημα για το ΠΑΣΟΚ
Στο σκέλος των συνεργασιών, η κυβέρνηση δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών.
Με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα «εκτός κάδρου» –και απολύτως εκτός πολιτικής λογικής– η οποιαδήποτε συζήτηση αφορά αποκλειστικά το ΠΑΣΟΚ.
Και εκεί τίθεται το κεντρικό ερώτημα: ποιο ΠΑΣΟΚ;
Το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου και της Φώφης Γεννηματά, που στις κρίσιμες στιγμές επέλεξαν την ευθύνη;
Ή το ΠΑΣΟΚ του σημερινού προέδρου, που συνυπέγραψε πρόταση δυσπιστίας με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και υιοθέτησε –σε μεγάλο βαθμό– τη ρητορική των ακραίων φωνών για την τραγωδία των Τεμπών;
Η κυβέρνηση δεν κρύβεται πίσω από λέξεις. «Δεν κάνουμε συνομιλητές μας εκείνους που μας έβριζαν ως προδότες ενώ κρατούσαμε τη χώρα στην Ευρώπη», λένε πηγές του Μαξίμου, υπενθυμίζοντας το φορτισμένο πολιτικό κλίμα της περιόδου 2015–2019.
Το μήνυμα πίσω από τις γραμμές είναι σαφές: μια κυβέρνηση συνεργασίας προϋποθέτει κοινές γραμμές στα μεγάλα θέματα – και το σημερινό ΠΑΣΟΚ δεν δείχνει να τις διαθέτει.
Η σταθερότητα ως προϋπόθεση, όχι ως «αφήγημα»
Το πολιτικό σχόλιο που εκπέμπει το Μέγαρο Μαξίμου είναι ουσιαστικά προγραμματικό: η σταθερότητα δεν είναι θεωρητικό ζητούμενο· είναι προϋπόθεση για την οικονομία, την άμυνα και την κοινωνική συνοχή.
Η κυβέρνηση προβάλλει συγκεκριμένα παραδείγματα:
- τη διαχείριση της πανδημίας και τα 40 δισ. στήριξης,
- το Ταμείο Ανάκαμψης και τις μεταρρυθμίσεις που προϋπέθεταν ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία,
- τις διεθνείς τοποθετήσεις της χώρας σε μια εποχή που ο γεωπολιτικός χάρτης αλλάζει εβδομαδιαίως.
Σε μια Ευρώπη όπου τα πολυκομματικά σχήματα παράγουν παρατεταμένη αβεβαιότητα και κυβερνητικές κρίσεις, η Αθήνα επιδιώκει να διατηρήσει το προφίλ της «σταθερής μεταρρυθμιστικής δύναμης».
Το στοίχημα της επόμενης ημέρας
Η κυβέρνηση ξέρει ότι η αυτοδυναμία δεν χαρίζεται.
Θα κριθεί στη δουλειά, στην αποτελεσματικότητα και στις διορθώσεις που αναγνωρίζει ότι πρέπει να γίνουν.
Όμως το βασικό δίλημμα τίθεται ήδη στη δημόσια σφαίρα:
Σταθερή και καθαρή κυβέρνηση ή πολιτικό παζάρι ασύνδετων δυνάμεων; Αυτό είναι –και θα παραμείνει– το πραγματικό ερώτημα κάθε συζήτησης μέχρι την κάλπη.
Και όσο οι συσχετισμοί δείχνουν ότι η αυτοδυναμία είναι όχι απλώς πιθανή αλλά και πολιτικά απαραίτητη, τόσο το μήνυμα του Μαξίμου θα γίνεται πιο καθαρό: η χώρα έχει κάνει ήδη το άλμα μπροστά – το ζητούμενο είναι να μη γυρίσει πίσω.












