Η προκήρυξη του διαγωνισμού για τη μακροχρόνια παραχώρηση των κτιρίων του Κτήματος Τατοΐου φαίνεται να έχει ξαναφέρει στο προσκήνιο το προσωπικό επενδυτικό ενδιαφέρον του Παύλου Ντε Γκρές, πρωτότοκου γιου του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου Β’.
Το Τατόι για τον Πρίγκιπα που μοιράζεται το χρόνο του με τη σύζυγό του μεταξύ Αθήνας, Λονδίνου και Αμερικής, δεν αποτελεί απλώς έναν ιστορικό χώρο ή ένα ακίνητο με πολιτιστική αξία.
Είναι ο τόπος όπου γεννήθηκε, μεγάλωσε και διαμόρφωσε τις πρώτες του αναμνήσεις, η «ιερή γη» της οικογένειάς του και το σπίτι που τον συνδέει άρρηκτα με την παράδοση και την ιστορία της ελληνικής βασιλικής οικογένειας.

Το κτήμα, χτισμένο από τον προπάππου του Παύλου, τον Βασιλιά Γεώργιο Α’, υπηρέτησε επί δεκαετίες ως βασιλική θερινή κατοικία, φιλοξενώντας γενιές της οικογένειας σε στιγμές προσωπικής και δημόσιας ζωής.
Η προσωπική σύνδεση του Παύλου ντε Γκρές με το κτήμα, κάνει την πιθανότητα εμπλοκής του στην επένδυση περισσότερο από μια απλή επιχειρηματική κίνηση,· πρόκειται για μια προσπάθεια να διατηρηθεί η συνέχεια της οικογενειακής κληρονομιάς.
Κάθε κτίριο, κάθε αίθριο και κάθε κήπος φέρει την ιστορία της οικογένειας, και η δυνατότητα συμμετοχής του στη διαχείριση ή αξιοποίηση αυτών των χώρων, συνδέεται άμεσα με την ανάγκη να προστατευτεί και να αναδειχθεί η πολιτιστική και συναισθηματική τους αξία.
Ο ρόλος της Μαρί Σαντάλ και οι επενδύσεις του billionair πατέρα της
Από την άλλη πλευρά, η σύζυγος του Παύλου Ντε Γκρές, Μαρί Σαντάλ, διακρίνεται ως επιτυχημένη επιχειρηματίας και κατάγεται από μια από τις πιο ισχυρές οικονομικές οικογένειες διεθνώς.
Είναι κόρη του δισεκατομμυριούχου Robert Miller, γνωστού ως «βασιλιά των duty-free», ιδρυτή της αυτοκρατορίας DFS Group.
Το ζευγάρι έχει αποκτήσει σπίτι στην Αθήνα, γεγονός που ενισχύει ακόμη περισσότερο τη φημολογία περί ενδεχόμενου επενδυτικού ενδιαφέροντος και συνεργασιών γύρω από το Κτήμα Τατοΐου.
Το σχέδιο ανάπλασης
Το Υπουργείο Πολιτισμού, μέσω του Υπερταμείου, ανακοίνωσε τη διεξαγωγή διαγωνισμού για τη μακροχρόνια παραχώρηση 24 κτιρίων του Κτήματος Τατοίου (πρ. βασιλικά κτίρια) σε ιδιώτη επενδυτή, εξαιρουμένων των μουσείων.

Η πλειονότητα των κτιρίων βρίσκεται στον ιστορικό πυρήνα του κτήματος, και ο επενδυτής θα έχει τη δυνατότητα να τα αξιοποιήσει σύμφωνα με τις ήδη εγκεκριμένες χρήσεις, μετατρέποντάς τα σε ξενώνες, εστιατόρια, χώρους εκδηλώσεων και αναψυκτήρια.
Η απόφαση αυτή σηματοδοτεί σαφή αλλαγή στρατηγικής, καθώς μέχρι πρότινος τα συναρμόδια υπουργεία προέβλεπαν μεμονωμένες μισθώσεις μέσω κρατικού φορέα διαχείρισης του κτήματος.
Με την ολοκλήρωση των βασικών υποδομών στο Κτήμα Τατοΐου, όπως ύδρευση και αποχέτευση, και τη μετατροπή του κεντρικού ανακτόρου και ορισμένων βοηθητικών κτιρίων σε μουσεία—έργα που χρηματοδοτούνται από κοινοτικούς πόρους μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης—η κυβέρνηση αποφάσισε να παραχωρήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα μεγάλο μέρος των ιστορικών κτιρίων σε ιδιώτη.

Στο πλαίσιο αυτό, κατατέθηκε στη Βουλή ρύθμιση σε σχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομικών, σύμφωνα με την οποία τα υπουργεία Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος παραχωρούν χωρίς αντάλλαγμα στο υπουργείο Πολιτισμού τα τμήματα του κτήματος που τους ανήκουν, συνολικής έκτασης 17.700 στρεμμάτων από περίπου 42.000 στρέμματα συνολικά.
Παράλληλα, η Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε. (Υπερταμείο) προκήρυξε δημόσιο διεθνή διαγωνισμό για την ανάθεση της σύμβασης παραχώρησης, με το υπουργείο Πολιτισμού να αναλαμβάνει τον ρόλο της αναθέτουσας αρχής.
Σκοπός της σύμβασης παραχώρησης είναι «η αξιοποίηση, επανάχρηση, ανάδειξη, στερέωση, ήπια ανάπτυξη και συντήρηση κτιρίων και χώρων εντός του πρώην βασιλικού Κτήματος Τατοΐου».
Όπως αναφέρεται, «οι νέες χρήσεις θα ενσωματωθούν στα υφιστάμενα κτίρια, χωρίς αλλοιώσεις, αλλά με τις ενδεδειγμένες προσαρμογές των εξωτερικών τους όψεων και των εσωτερικών τους διαρρυθμίσεων στις νέες χρήσεις, κατόπιν έγκρισης των αρμόδιων υπηρεσιών του υπουργείου Πολιτισμού».
Προς παραχώρηση έχουν οριστεί 24 από τα 56 κτίρια του κτήματος, το εμβαδόν των οποίων κυμαίνεται από 30 τ.μ. έως 930 τ.μ. μαζί με τον περιβάλλοντα χώρο τους.

Τα κτίρια αυτά είναι: κτίριο προσωπικού (600 τ.μ., νέα χρήση: ξενώνας), στρατώνες (930 τ.μ., νέα χρήση: εστιατόριο, χώρος κοινωνικών εκδηλώσεων, κατάστημα πώλησης), διευθυντήριο (416 τ.μ., ξενώνας), δασονομείο (100 τ.μ., ξενώνας), θερμοκήπιο (60 τ.μ.), οικία αξιωματικών (190 τ.μ., ξενώνας), σταθμός χωροφυλακής (100 τ.μ., ξενώνας), ξενοδοχείο Τατόιον (376 τ.μ., ξενοδοχείο), τρεις κατοικίες εργατών (288 τ.μ., 182 τ.μ., 80 τ.μ., ξενώνας), μία αποθήκη (30 τ.μ., ξενώνας), εργαστήριο εργατών (90 τ.μ., ξενώνας), οινοποιείο, εμφιαλωτήριο (720 τ.μ. και 185 τ.μ., επισκέψιμο οινοποιείο), γαλακτοκομείο (580 τ.μ., αναψυκτήριο, εστιατόριο), ελαιοτριβείο (282 τ.μ. και 22 τ.μ., επισκέψιμο ελαιουργείο), στάβλος Πλάτανου (180 τ.μ., αναψυκτήριο, εστιατόριο), τέσσερα κτίρια Μάνδρας (διάθεση αγροτικών προϊόντων, αναψυκτήριο, εστιατόριο).
Οπως προκύπτει, λοιπόν, το υπουργείο Πολιτισμού θα παραχωρήσει σε ιδιώτη σχεδόν όλο τον ιστορικό πυρήνα του κτήματος, δηλαδή τα κτίρια που βρίσκονται κοντά στο ανάκτορο και σε εκείνα που θα μετατραπούν σε εκθεσιακούς χώρους (λ.χ. βουστάσιο).
Το ποια χρήση θα επιτρέπεται σε καθένα από τα κτίρια του κτήματος είχε καθοριστεί με αποφάσεις της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη το 2022 και τροποποιήθηκε το 2025.
Να σημειωθεί ότι στο αντικείμενο του διαγωνισμού «δύναται να συμπεριληφθούν» στη β΄ φάση ακόμα δύο αντικείμενα: η παραχώρηση περίπου 1.200 στρεμμάτων στον ιστορικό πυρήνα του κτήματος, «ώστε να αναβιώσει ο αγροτικός χαρακτήρας του κτήματος»· και η δημιουργία χώρου στάθμευσης 600 θέσεων κοντά στο δυτικό όριο του κτήματος, που θα συνδέεται με τον ιστορικό πυρήνα με εσωτερικό λεωφορείο.












