Δέσμευση του ΥΠΕΞ της Αιγύπτου για σεβασμό της ιστορικής ταυτότητας της
Ιεράς Μονής Αγίας Αικατερίνης του Σινά – Τι θα γίνει με την περιουσία του μοναστηριού
Σε μια κομβική επίσκεψη υψηλού επιπέδου, ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης μετέβη την Τετάρτη στο Κάιρο, με αποκλειστικό αντικείμενο την υπόθεση της Ιεράς Μονής Αγίας Αικατερίνης του Σινά, μετά τη δικαστική απόφαση αιγυπτιακού δικαστηρίου που περιορίζει τα ιδιοκτησιακά της δικαιώματα. Η ελληνική πλευρά επιδίωξε την πολιτική αποκατάσταση της συμφωνίας του 2024, ζητώντας σαφή δέσμευση της
Αιγύπτου για σεβασμό της ιστορικής, θρησκευτικής και πολιτιστικής παρουσίας της Μονής.
Όπως γράφει ο Χρήσρος Μυτιλινιός στην εφημερίδα «Political» η συνάντηση του Έλληνα υπουργού με τον νέο υπουργό Εξωτερικών της Αιγύπτου Μπαντρ Αμπντελάτι πραγματοποιήθηκε σε θετικό κλίμα, με τις δύο πλευρές να συμφωνούν ότι πρέπει να διατηρηθεί η διαχρονική ισορροπία που διέπει τις σχέσεις Ελλάδας – Αιγύπτου. Ο κ. Αμπντελάτι, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές,
διαβεβαίωσε την ελληνική αποστολή ότι το Κάιρο αναγνωρίζει την πνευματική και πολιτιστική σημασία της Μονής και επιθυμεί την επίλυση του ζητήματος στο κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο.
Η αμφισβήτηση ιδιοκτησίας
Υπενθυμίζεται ότι η πρόσφατη απόφαση αιγυπτιακού δικαστηρίου αναγνωρίζει τη Μονή ως φορέα θρησκευτικής λατρείας, αλλά αμφισβητεί την κυριότητα των περιουσιακών της στοιχείων που δεν σχετίζονται με λατρευτικές λειτουργίες.Η εξέλιξη αυτή έρχεται σε αντίθεση με τη συμφωνία που είχε επιτευχθεί το 2024, η οποία προέβλεπε νομική αναγνώριση της Μονής ως πλήρους κυρίου της περιουσίας της.
Αν και η συμφωνία εκείνη είχε εγκριθεί από την ελληνική πλευρά, δεν υπογράφηκε ποτέ από την αιγυπτιακή κυβέρνηση, με αποτέλεσμα να επανέρχεται σήμερα στο τραπέζι ως σημείο
επαναδιαπραγμάτευσης.
Πολλαπλό διπλωματικό μήνυμα
Η παρουσία Γεραπετρίτη στο Κάιρο, συνοδευόμενου από στελέχη των υπουργείων Παιδείας, Πολιτισμού και Θρησκευμάτων, κατέδειξε τη σοβαρότητα που αποδίδει η ελληνική κυβέρνηση στην υπόθεση. Παράλληλα, έστειλε σαφές μήνυμα ότι η Αθήνα επιδιώκει λύση χωρίς τεχνητές εντάσεις, αλλά με επιμονή και σαφήνεια
ως προς τις θέσεις της.
Η επίσημη γραμμή της ελληνικής διπλωματίας είναι η εξής: να διαφυλαχθεί ο ιστορικός, ορθόδοξος και πολιτιστικός χαρακτήρας της Μονής, να αποκατασταθεί η πλήρης ιδιοκτησία της και να διατηρηθεί η ευαίσθητη θρησκευτική ισορροπία στην περιοχή. Παράλληλα με τη διπλωματική κινητικότητα της ελληνικής κυβέρνησης, η Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης του Σινά αναπτύσσει τις δικές της πρωτοβουλίες, ζητώντας πλήρη επαναφορά της συμφωνίας του 2024 και αποκατάσταση του νομικού της status ως ιστορικού και πνευματικού θεσμού με κυριότητα επί των περιουσιακών της στοιχείων.
Στήριξη από Φανάρι και Εκκλησία της Ελλάδος
Καθοριστική θεωρείται η στήριξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο αναγνωρίζει τη Μονή Σινά ως σταυροπηγιακή και αυτοδιοίκητη, υπαγόμενη απευθείας στην πνευματική εποπτεία του. Πηγές από το Φανάρι αναφέρουν ότι ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, έτοιμος να παρέμβει
εάν χρειαστεί.
Παράλληλα, η Εκκλησία της Ελλάδος με δημόσια τοποθέτηση του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου εξέφρασε την πλήρη της αντίθεση στη δικαστική απόφαση που περιορίζει τα δικαιώματα της Μονής, καλώντας την αιγυπτιακή κυβέρνηση να σεβαστεί την ιστορική και πνευματική της ταυτότητα.
Η Μονή Σινά δεν είναι απλώς ένα θρησκευτικό ίδρυμα. Είναι το αρχαιότερο εν λειτουργία χριστιανικό μοναστήρι παγκοσμίως, προστατευόμενο από την UNESCO, με ανεκτίμητης αξίας κειμήλια, χειρόγραφα και μνημειακή αρχιτεκτονική.
Η διατήρηση της διοικητικής και περιουσιακής αυτονομίας της Μονής θεωρείται ζωτικής σημασίας για την πολιτιστική κληρονομιά της Ορθοδοξίας και την ευρύτερη σταθερότητα στις ελληνοαιγυπτιακές σχέσεις.
Διεθνοποίηση και νομική αντεπίθεση
Η αδελφότητα έχει ήδη ξεκινήσει συντονισμό με διεθνείς νομικούς συμβούλους, ενώ εξετάζει την προσφυγή σε ανώτερο δικαστικό βαθμό εντός της Αιγύπτου. Ταυτόχρονα, κινητοποιεί δίκτυα υποστήριξης σε ευρωπαϊκούς πολιτικούς και εκκλησιαστικούς θεσμούς.
Σύμφωνα με πληροφορίες, έχει ήδη ζητηθεί τεχνική υποστήριξη από ελληνικά υπουργεία, ενώ εξετάζεται και η αποστολή ειδικής εκκλησιαστικής αντιπροσωπείας στο Κάιρο.
Από την πλευρά της, η Μονή δεν επιθυμεί μετωπική σύγκρουση με το αιγυπτιακό κράτος. Αντιθέτως, προτάσσει τη συνεργασία, τον διάλογο και την ιστορική συνέχεια, με στόχο την ειρηνική διευθέτηση. Όμως, όπως σημειώνουν άνθρωποι της αδελφότητας: «Δεν μπορούμε να δεχθούμε ότι μετά από 15 αιώνες παρουσίας η Ιστορία μας θα σβηστεί με μια υπογραφή».
Πόσο επηρεάζονται οι ελληνοαιγυπτιακές σχέσεις
Μπορεί να μοιάζει ως αμιγώς εκκλησιαστικό ή ιδιοκτησιακό ζήτημα, όμως η υπόθεση του Σινά έχει ήδη αρχίσει να αποτυπώνεται στα διπλωματικά ραντάρ και να μετασχηματίζεται σε κρίσιμο τεστ εμπιστοσύνης ανάμεσα σε Αθήνα και Κάιρο.
Η Μονή δεν βρίσκεται σε οποιοδήποτε σημείο του χάρτη, αλλά στην καρδιά του Σινά, δηλαδή σε μια περιοχή στρατηγικής σημασίας τόσο για την ασφάλεια της Αιγύπτου όσο και για την περιφερειακή σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Για την Ελλάδα, το θέμα δεν είναι ούτε περιφερειακό ούτε αδιάφορο. Η Μονή του Σινά αποτελεί πνευματική συνέχεια του ελληνικού και ορθόδοξου πολιτισμού, ενώ η προσβολή των δικαιωμάτων της εγείρει ζητήματα προστασίας μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς και θρησκευτικής ελευθερίας.
Την ίδια ώρα, κύκλοι στο ΥΠΕΞ εκτιμούν πως η διαχείριση αυτής της υπόθεσης θα αποτελέσει πρόκριμα για το πόσο ειλικρινής είναι η Αίγυπτος στις συμμαχίες της με την Ελλάδα και την Ευρώπη, σε μια περίοδο που κρίνονται ΑΟΖ, αγωγοί και επενδύσεις σε ενεργειακά έργα.
Ήδη, ορθόδοξα Πατριαρχεία, νομικοί κύκλοι και ΜΚΟ που ασχολούνται με την προστασία θρησκευτικών μειονοτήτων παρακολουθούν την υπόθεση, με την Αθήνα να εξετάζει τρόπους διεθνοποίησης της κρίσης, αν δεν υπάρξει τελική αποκατάσταση μέσω διαλόγου.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν επιθυμεί ρήξη με την Αίγυπτο, αλλά καθιστά σαφές ότι το θέμα «αγγίζει τα εθνικά και ηθικά αντανακλαστικά του ελληνικού λαού», όπως ανέφερε κυβερνητική πηγή.