Η κυβέρνηση περνά σε φάση επιτάχυνσης.
Μετά την 28η Οκτωβρίου, το Μέγαρο Μαξίμου ανεβάζει στροφές και μετακινεί το κέντρο βάρους από την πολιτική αντιπαράθεση στην καθημερινότητα των πολιτών.
Το μήνυμα είναι σταθερό και πλέον διατυπώνεται καθαρά: ο πραγματικός αντίπαλος δεν είναι τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά τα προβλήματα που ζουν οι οικογένειες, οι εργαζόμενοι, οι αγρότες. Η στρατηγική αυτή δεν είναι επικοινωνιακή. Είναι εκ των πραγμάτων πολιτική επιβίωσης: η κυβέρνηση γνωρίζει ότι το 2027 θα κριθεί μόνο στο αν έλυσε συγκεκριμένα ζητήματα. Και δείχνει ότι έχει επιλέξει να πάει σε αυτή τη μάχη με καθαρό αφήγημα «αποτελέσματος».
1. Ακρίβεια: η μάχη που πρέπει να κερδηθεί
Η ακρίβεια δεν αντιμετωπίζεται πια ως απλό «υψηλό κόστος ζωής», αλλά ως ο βασικός κίνδυνος φθοράς εμπιστοσύνης. Αυτό εξηγεί γιατί το Μέγαρο Μαξίμου έχει βάλει στην πρώτη γραμμή την παρέμβαση στην αγορά και όχι απλώς την περιγραφή της κατάστασης.
Η κατεύθυνση είναι τριπλή:
• Αυστηρότερη επιτήρηση τιμών στα βασικά αγαθά. Η κυβέρνηση ξέρει ότι οι πολίτες δεν ακούνε θεωρητικές αναλύσεις για τον «εισαγόμενο πληθωρισμό». Θέλουν να δουν τη διαφορά στο ράφι. Αυτό που τώρα επιχειρείται είναι να πιεστούν όσοι ανεβάζουν αδικαιολόγητα περιθώρια κέρδους – ειδικά στις αλυσίδες με μεγάλη ισχύ.
• Διαφάνεια και έλεγχος αισχροκέρδειας. Η γραμμή είναι ότι ο ανταγωνισμός είναι θεμιτός, αλλά το «αρπάζω επειδή μπορώ» τελειώνει. Είναι σαφές ότι μέσα στους επόμενους μήνες το κυβερνητικό αφήγημα θα είναι: «Δεν ανεχόμαστε κανέναν που αισχροκερδεί εις βάρος του καταναλωτή».
• Σταθερή αύξηση του καθαρού εισοδήματος. Η κυβέρνηση επενδύει πάρα πολύ στο ότι από τον νέο χρόνο θα αρχίσουν να περνούν στους μισθούς και στις συντάξεις αλλαγές που έχουν ήδη νομοθετηθεί. Το μήνυμα εδώ είναι πολιτικά κρίσιμο: δεν θα στηριχθείς μόνο με επιδόματα, θα πληρώνεσαι καλύτερα για την εργασία σου.
Η ανάλυση: η ακρίβεια είναι το πιο επικίνδυνο μέτωπο για την κυβέρνηση, αλλά και η μεγαλύτερη ευκαιρία να ξανακερδίσει κεντρικό χώρο στο κοινωνικό κέντρο. Αν καταφέρει να πείσει ότι παρεμβαίνει ουσιαστικά, όχι «στα χαρτιά», τότε αντιστρέφεται το αίσθημα ότι «είμαστε μόνοι μας απέναντι στις τιμές».
2. Αγροτικές ενισχύσεις: όχι άλλη ομηρία στις πληρωμές
Το αγροτικό δεν είναι απλώς κλαδικό ζήτημα. Είναι εκρηκτικό πολιτικά. Όχι μόνο γιατί οι αγρότες πιέζουν – και δικαίως – για ροή ενισχύσεων, αλλά και επειδή το προηγούμενο σύστημα έχει πληγεί στην αξιοπιστία του από την υπόθεση με τις παράνομες δηλώσεις.
Η κυβέρνηση επιλέγει κάτι που μέχρι τώρα κανείς δεν είχε τολμήσει: να καθαρίσει το σύστημα από μέσα και ταυτόχρονα να εξασφαλίσει ότι οι νόμιμοι δικαιούχοι θα πληρώνονται χωρίς να μπαίνουν σε ομηρία.
Το βασικό σχέδιο έχει τρεις άξονες:
• Νέο πλαίσιο ελέγχων. Στήνεται ένα πολύ πιο αυστηρό σύστημα διασταυρώσεων: δηλωμένες εκτάσεις, ζωικό κεφάλαιο, βοσκοτόπια, όλα θα περνούν από έλεγχο που «κουμπώνει» με πραγματικά δεδομένα. Στόχος είναι ξεκάθαρος: να τελειώσουν οι «εικονικοί στάβλοι» και τα φουσκωμένα κοπάδια μόνο και μόνο για να εισπράττονται ενισχύσεις.
• Κατάθεση ελληνικής πρότασης στις αρχές Νοεμβρίου. Το σχέδιο προς τις Βρυξέλλες βρίσκεται στο τελικό στάδιο. Η γραμμή είναι «σταθερότητα στις πληρωμές με εγγύηση διαφάνειας». Η κυβέρνηση δεν πάει αμυντικά. Πάει με μια πρόταση που λέει: “Ναι, θα ελέγχω, αλλά πρέπει να μπορώ και να πληρώσω τον άνθρωπο που καλλιεργεί”.
• Θεσμική μετάβαση: ΟΠΕΚΕΠΕ → ΑΑΔΕ. Αυτό είναι η μεγάλη τομή. Το κυβερνητικό σκεπτικό είναι ότι μόνο αν μπει η ΑΑΔΕ στη διαδικασία διαχείρισης των ενισχύσεων, θα υπάρχει μόνιμη αξιοπιστία προς τις Βρυξέλλες και τέλος στα μικρά ή μεγάλα «φέουδα». Ο νόμος πρέπει να έχει περάσει ως το τέλος του χρόνου. Αυτή θα είναι η θεσμική εγγύηση ότι οι πληρωμές θα σταθεροποιηθούν και δεν θα εξαρτώνται από πρόσωπα και «κανάλια».
Παράλληλα, το κράτος εστιάζει στους «μεγάλους παίκτες της απάτης». Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί πάνε στοχευμένα στα μεγάλα ΑΦΜ, όχι οριζόντια σε όλο τον κλάδο. Αυτό είναι πολιτικά σημαντικό: η κυβέρνηση θέλει να δείξει ότι δεν χτυπά την πλειοψηφία των αγροτών, χτυπά εκείνους που εκθέτουν τους υπόλοιπους.
Η ανάλυση: εδώ η κυβέρνηση επιχειρεί κάτι πιο σύνθετο από το «θα πληρωθείτε σύντομα». Προσπαθεί να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των έντιμων παραγωγών, να ηρεμήσει τις Βρυξέλλες και να τελειώσει μια κουλτούρα αυθαιρεσίας δεκαετιών. Αν το πετύχει, θα έχει λύσει ένα από τα πιο ευαίσθητα θέματα στην ελληνική περιφέρεια – και άρα ένα θέμα με τεράστια πολιτική βαρύτητα.
3. Δημόσια τάξη: «κανείς πάνω από τον νόμο»
Η ασφάλεια επιστρέφει πολύ καθαρά στο επίκεντρο. Το μήνυμα που βγαίνει από το κυβερνητικό στρατόπεδο είναι σχεδόν «μηδενικής ανοχής»: δεν θα γίνει ανεκτή καμία προσπάθεια μικρών ομάδων να επιβάλουν όρους σε δημόσιους χώρους, εθνικές τελετές ή παρελάσεις.
Το σκεπτικό είναι πολιτικά απλό και κοινωνικά φορτισμένο:
• Η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών θέλει να τιμήσει τις εθνικές επετείους ή να κυκλοφορεί με ηρεμία χωρίς εντάσεις.
• Μικρές, θορυβώδεις, οργανωμένες μειοψηφίες δοκιμάζουν να μονοπωλήσουν τον δημόσιο χώρο.
Η κυβέρνηση θέλει να ταυτιστεί ανοιχτά με αυτή τη σιωπηλή πλειοψηφία και να στείλει μήνυμα κανονικότητας: «Νόμος πάνω από όλους και από όλα. Δεν υπάρχουν ‘ειδικά καθεστώτα ανοχής’ για κανέναν». Παράλληλα, γίνεται μια συνειδητή προσπάθεια να κλείσουν εστίες εσωτερικής έντασης. Η υπόθεση με την τροπολογία για τον Άγνωστο Στρατιώτη θεωρείται λήξασα. Η οδηγία είναι «δεν ανακυκλώνουμε εσωτερικές συγκρούσεις, κοιτάμε μπροστά». Αυτό εντάσσεται σε στρατηγική χαμηλών τόνων στα σύμβολα και υψηλών τόνων στη λειτουργία του κράτους.
Η ανάλυση: η κυβέρνηση γνωρίζει ότι το αίσθημα ασφάλειας είναι πολιτικό κεφάλαιο. Θέλει να το διατηρήσει. Θέλει επίσης να προλάβει εικόνες ανομίας που φθείρουν: όχι επειδή «χαλάνε την εικόνα», αλλά επειδή ριζώνουν την εντύπωση ότι «το κράτος δεν ελέγχει». Εδώ το Μαξίμου επενδύει ευθέως στο πιο σταθερό ένστικτο της μεσαίας τάξης: ασφάλεια και σεβασμός στους θεσμούς.
4. Υπουργικό Συμβούλιο: απολογισμός, διορθώσεις, restart
Το επόμενο Υπουργικό Συμβούλιο δεν είναι τυπικό. Είναι checkpoint. Θα γίνει αποτίμηση του τι έχει γίνει μέχρι τώρα και θα δοθούν εντολές για άμεσες διορθώσεις όπου υπάρχει καθυστέρηση. Η γραμμή που θα πέσει στους υπουργούς είναι αυτή που ο Πρωθυπουργός επαναλαμβάνει διαρκώς: «Το είπαμε, το κάναμε» — όχι «το είπαμε, το επεξεργαζόμαστε».
Πρακτικά αυτό σημαίνει δύο πράγματα:
• Ό,τι έχει ανακοινωθεί πρέπει να αρχίσει να εφαρμόζεται. Η κυβέρνηση ξέρει ότι η κοινωνία έχει κουραστεί με εξαγγελίες χωρίς ορατό αποτέλεσμα.
• Κάθε υπουργείο πρέπει να ξέρει πού «πονάει». Δεν θα αφεθεί τίποτα να λιμνάσει επειδή «δεν είναι στην επικαιρότητα». Η εντολή είναι να φύγουν από τη μέση τα διοικητικά εμπόδια πριν αυτά γίνουν πολιτικά προβλήματα.
Η ανάλυση: αυτή η λογική είναι καθαρά προεκλογική με την καλή έννοια. Η κυβέρνηση λειτουργεί ήδη σαν να βρίσκεται στον διάδρομο για το 2027. Θέλει συνεχή αίσθηση προόδου. Θέλει να μπορεί να πει «εμείς τρέχαμε, οι άλλοι μιλούσαν».
5. Εισόδημα και επόμενα βήματα μέχρι τον Δεκέμβριο
Η κυβέρνηση ποντάρει ιδιαίτερα στο οικονομικό σκέλος των επόμενων μηνών. Με απλά λόγια: θέλει ο πολίτης να δει λεφτά και ασφάλεια στην τσέπη του.
Υπάρχουν δύο κρίσιμα σημεία:
• Η ενσωμάτωση των ήδη εξαγγελθέντων μέτρων. Από την αρχή του νέου έτους αρχίζουν να αποτυπώνονται αυξήσεις και ελαφρύνσεις που έχουν νομοθετηθεί. Αυτό είναι το σημείο στο οποίο το Μέγαρο Μαξίμου περιμένει η εμπιστοσύνη να αρχίσει να ανακάμπτει.
• Ο προϋπολογισμός του Δεκεμβρίου. Εξετάζεται σοβαρά αν μπορεί να εμπλουτιστεί το πακέτο στήριξης που είχε παρουσιαστεί στη ΔΕΘ. Η απόφαση θα πατηθεί σε δύο δεδομένα: την πορεία των εσόδων και τις επιδόσεις από τον τουρισμό. Αν υπάρχει δημοσιονομικός χώρος, θα χρησιμοποιηθεί.
Η ανάλυση: εδώ η κυβέρνηση παίζει την καρδιά της πολιτικής της αξιοπιστίας. Αν ο πολίτης δει ότι «ναι, αλλάζει κάτι στο τέλος του μήνα», τότε αρχίζει να ξαναχτίζεται μια σχέση εμπιστοσύνης. Αν όχι, όλη η πίεση από την ακρίβεια θα μείνει πάνω της. Είναι σαφές ότι το Μαξίμου έχει πλήρη συνείδηση αυτού του διλήμματος.
6. Ο ορίζοντας του 2027: σταθερότητα, όχι αντιπαράθεση
Η κυβέρνηση ξέρει ότι η κοινωνία είναι κουρασμένη. Ξέρει επίσης ότι η πολιτική σκηνή της κεντροαριστεράς είναι κατακερματισμένη, αλλά δεν πανηγυρίζει γι’ αυτό. Για το Μαξίμου, το αφήγημα «δεν έχουμε αντίπαλο» είναι επικίνδυνο. Το αφήγημα τώρα είναι «έχουμε αντίπαλο – τα προβλήματα».
Αυτό είναι και το νέο πολιτικό πλαίσιο:
• Μείωση της έντασης με τους αντιπάλους.
• Έμφαση στη διαχείριση της καθημερινότητας.
• Καθαρή στόχευση τρίτης θητείας με σημαία την αποτελεσματικότητα.
Η ανάλυση: το μήνυμα είναι σχεδόν προεδρικό σε ύφος. Σταθερότητα, σοβαρότητα, αποτελέσματα. Αυτό είναι που προσπαθεί να κλειδώσει το Μέγαρο Μαξίμου. Αν αυτό περάσει καθαρά στην κοινωνία, τότε το 2027 δεν θα είναι μια εκλογή «υπέρ» ή «κατά» κάποιου αντιπάλου. Θα είναι μια εκλογή «δουλεύει – δεν δουλεύει».
Η κυβέρνηση πατάει πάνω σε τέσσερις άξονες που «μιλάνε» κατευθείαν σε νοικοκυριό, περιφέρεια και μεσαία τάξη: ακρίβεια – αγροτικές πληρωμές – ασφάλεια – εισόδημα.
Δεν είναι θεωρία. Είναι πολιτική επιλογή: να πάει μέχρι το 2027 με υπόσχεση σταθερότητας και άμεσης διαχείρισης, όχι με μεγάλα συνθήματα. Ή όπως λένε στο Μαξίμου σε μια φράση που συμπυκνώνει τη λογική όλου αυτού του σχεδίου: «Θα μας κρίνουν σκληρά. Άρα πρέπει να αποδείξουμε ότι είμαστε κυβέρνηση που λύνει – όχι κυβέρνηση που εξηγεί.»
του Χρήστου Μυτιλινιού












