Όταν γνωρίσει κανείς τον Νότη Μηταράκη, αντιλαμβάνεται εξαρχής ένα πράγμα: είναι ευθύς. Ό,τι θέλει να σου πει, θα σ’ το πει. Και θα το εννοεί.
του Μίλτου Σακελλάρη
Τον βρήκα σε ένα καφέ στο κέντρο της Αθήνας. Πάλι καλά να λέω, γιατί μπορεί να έφτανα και στη Χίο για να τον πείσω να μου πει δυο πράγματα για τη ζωή του. Η διαδρομή για εκείνον είναι σημαντική, αλλά περισσότερο μετράει το αποτέλεσμα. Να είναι χειροπιαστό. Προς όφελος των πολιτών.
Η πορεία του στην πολιτική είναι μεγάλη: σήμερα είναι, εκτός από βουλευτής Χίου, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας. Κατά το παρελθόν είχε διατελέσει υπουργός Προστασίας του Πολίτη (2023), υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου (2020-2023), υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (2019-2020) και υφυπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας (2012-2015). Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας (2014) κατείχε τη θέση του προέδρου του Συμβουλίου Υπουργών Εξωτερικού Εμπορίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο Νότης είναι άνθρωπος της εργασίας, καθώς διαθέτει πολυετή διεθνή επαγγελματική σταδιοδρομία στον ιδιωτικό τομέα, πριν επιστρέψει στην Ελλάδα το 2010. Ξεκίνησε την καριέρα του στο Λονδίνο το 1998 ως στέλεχος επενδύσεων με εξειδίκευση στις βιομηχανικές επενδύσεις στην Ανατολική Ευρώπη. Το 2003 συνέχισε την καριέρα του στη Fidelity International ως οικονομικός αναλυτής και μετέπειτα ως διευθυντής Επενδυτικής Έρευνας.
Όσο για τις σπουδές του, πλούσιες: είναι κάτοχος ακαδημαϊκών τίτλων από το Πανεπιστήμιο της Λευκωσίας (PhD στη Διοίκηση Επιχειρήσεων), INSEAD (MBA), το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης (MSc στις Βιομηχανικές Σχέσεις) και το Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος (BSc στη Διοίκηση Επιχειρήσεων). Είναι Visiting Fellow στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, Fellow του Βρετανικού Ινστιτούτου Διοίκησης Επιχειρήσεων, κάτοχος του διεθνούς τίτλου Πιστοποιημένου Οικονομικού Αναλυτή (Chartered Financial Analyst – CFA), καθώς και επίτιμος διδάκτορας (Hon DBA) από το Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ. Έχει τιμηθεί με τον Μεγαλόσταυρο Χρυσό της Τιμής της Δημοκρατίας της Αυστρίας (2022), τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος της Αγίας Αγάθης της Δημοκρατίας του Σαν Μαρίνο (2022), τον Ανώτερο Ταξιάρχη του Τάγματος του Στέμματος του Βασιλείου του Βελγίου (2022) και με τον Ανώτερο Ταξιάρχη του Τάγματος του Απόστολου και Ευαγγελιστού Μάρκου του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και Πάσης Αφρικής (2013).
Οι σκέψεις του για το μέλλον είναι ξεκάθαρες: «Παραμένω στον χώρο της πολιτικής, έχοντας ολοκληρώσει έναν σημαντικό κύκλο στον ιδιωτικό τομέα, στον οποίο επιθυμώ να επιστρέψω κάποια στιγμή. Θεωρώ ότι έχω ήδη διανύσει μια αξιοσημείωτη διαδρομή με όμορφες στιγμές αλλά και αρκετές δυσκολίες. Θέλω να ολοκληρώσω το έργο μου στη Χίο με απτά αποτελέσματα και φυσικά σε κυβερνητικό επίπεδο να προσφέρω όπου μου ζητηθεί. Ο σημερινός μου ρόλος ως κοινοβουλευτικού εκπροσώπου είναι μια πολύ έντονη και ενδιαφέρουσα εμπειρία, την οποία πραγματικά απολαμβάνω παρά τις όποιες προκλήσεις. Πιστεύω πως η χώρα μας έχει κάνει σημαντικά βήματα μπροστά και με συγκινεί η σκέψη ότι συνέβαλα και εγώ σε αυτό. Συχνά πιστεύω ότι οι Έλληνες -και εν γένει οι Ευρωπαίοι- δεν εκτιμούμε όσο θα έπρεπε όσα έχουμε καταφέρει με μεγάλες θυσίες: να ζούμε με ασφάλεια, σε συνθήκες κοινωνικής ευημερίας, παρά τα προβλήματα και τις προκλήσεις που πάντα θα υπάρχουν».
Τα παιδικά χρόνια, η οικογένεια και το πάθος για την ξιφασκία
Γεννήθηκε το 1972 και είναι παντρεμένος με την πανεπιστημιακό Μαρία Δουρίδα, με την οποία έχει μια κόρη. Ο πατέρας του εργαζόταν στη ναυτιλία και έλειπε τους περισσότερους μήνες από την Ελλάδα – κάτι πολύ συνηθισμένο για Χιώτες.
«Μεγάλωσα με τη μητέρα μου. Σε κάποια ταξίδια μάς έπαιρνε μαζί του κι έτσι από μικρός είχα την τύχη να δω πολλές χώρες του εξωτερικού, κάτι πολύ σπάνιο για τα χρόνια του ’70 και του ’80. Στα χρόνια του δημοτικού ζούσαν και οι παππούδες μου, με τους οποίους περνούσα πολύ χρόνο, τόσο στην Αθήνα όσο και στη Χίο κάθε καλοκαίρι», μου είπε και συνέχισε: «Το σχολείο το τελείωσα στην Αθήνα, όπως και το πρώτο μου πτυχίο. Μετά τη στρατιωτική θητεία πήγα στην Αγγλία, όπου σπούδασα και δούλεψα. Έζησα επίσης στη Γαλλία και στην Πολωνία για σπουδές και επαγγελματικούς λόγους αντίστοιχα. Οι γονείς μου ήταν μορφωμένοι, πολύγλωσσοι και πολυταξιδεμένοι – αλλά κυρίως ήταν ευθείς άνθρωποι. Από αυτούς έμαθα να είμαι ειλικρινής και ξεκάθαρος στον λόγο και στις απόψεις μου. Το ίδιο ισχύει και για τις φιλίες μου, καθώς και για τη συμπεριφορά μου στον κοινωνικό και επαγγελματικό χώρο».
Τον ρώτησα για την οικογένειά του και χαμογέλασε πλατιά: «Με τη σύζυγό μου, τη Μαρία, γνωριστήκαμε στο Λονδίνο, όταν ζούσαμε και δουλεύαμε εκεί. Όταν παντρευτήκαμε το 2009, σκοπεύαμε να μείνουμε στο Λονδίνο για αρκετά χρόνια – η επιστροφή μας στην Ελλάδα ήταν μια πολύ απότομη απόφαση. Μεγάλη θυσία για τη Μαρία, η οποία άφησε μια ακαδημαϊκή καριέρα και μόνιμη θέση καθηγήτριας για να με ακολουθήσει. Η κόρη μας γεννήθηκε τελικά στην Αθήνα. Τους χρωστάω χιλιάδες ώρες που δεν ήμασταν μαζί λόγω δουλειάς. Ακόμη και στις διακοπές συνήθως πήγαιναν μόνες τους και προσπαθούσα να τις βρω για λίγες μέρες. Παράλληλα, προσπαθώ να βρίσκω χρόνο και για τη μητέρα μου. Τον πατέρα μου τον έχασα το 2008, σε ηλικία 89 ετών, και την αδελφή μου το 2021».
Πριν τον ρωτήσω πώς ασχολήθηκε με τη Νέα Δημοκρατία, μου μίλησε για τον αθλητισμό: «Παιδικό πάθος η ξιφασκία· έκανα πρωταθλητισμό. Ξεκίνησα στα 11 στην Αθηναϊκή Λέσχη, υπήρξα πρωταθλητής Ελλάδας Νέων, χάλκινος βαλκανιονίκης με την Εθνική ομάδα και πρωταθλητής Πανεπιστημιάδας Μεγάλης Βρετανίας με το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Βέβαια, σαν παιδί έπαιζα και μπάλα, ειδικά το καλοκαίρι, όπου βρίσκαμε χώρο στη γειτονιά. Τώρα προσπαθώ να ξεκινήσω ξανά κάποιο άθλημα – μου λείπει η άσκηση, αλλά δεν μπορώ να προσαρμοστώ στα γυμναστήρια. Έχω κάνει κάποιες προσπάθειες… ανεπιτυχώς!».
Πώς όμως προέκυψε η πολιτική; Επέστρεψε στην Ελλάδα το 2010. «Το πρώτο μου πτυχίο το πήρα από το Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος. Είχα επίσης περάσει και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά δεν παρακολούθησε – μάλλον τον διέγραψαν με τη διάταξη που ψήφισε την προηγούμενη εβδομάδα», μου είπε. Στη Νέα Δημοκρατία μπήκε το 2010, επί Αντώνη Σαμαρά. «Μου πρότεινε να αναλάβω αναπληρωτής τομεάρχης Οικονομικών, μαζί με τον Χρήστο Σταϊκούρα, υπό την καθοδήγηση του ίδιου. Ήταν μεγάλη τιμή για ένα εξωκοινοβουλευτικό πρόσωπο. Η λογική έλεγε “όχι”, καθώς κατείχα σημαντική θέση στο City του Λονδίνου, σε μια από τις μεγαλύτερες επενδυτικές εταιρείες παγκοσμίως. Η καρδιά όμως είπε “ναι”, σε μια εποχή που η Ελλάδα βίωνε τη βαθιά κρίση των μνημονίων και ήταν αντικείμενο αρνητικής κριτικής στο εξωτερικό. Η δυνατότητα να συμβάλεις στην ανάκαμψη ήταν μια μέγιστη πρόκληση», μου είπε.
Άραγε έχει χόμπι ο Νότης Μηταράκης; «Δύσκολη ερώτηση για έναν πολιτικό. Όσο κοινότοπο και αν ακούγεται, είναι πραγματικά δύσκολο να βρεις χρόνο μόνο για σένα, ειδικά όταν είσαι βουλευτής επαρχίας και ταξιδεύεις κάθε εβδομάδα μεταξύ περιφέρειας και Αθήνας. Όταν βρίσκω λίγο ελεύθερο χρόνο, η αλήθεια είναι ότι προτιμώ να επιστρέφω στο σπίτι και να περνάω χρόνο με την οικογένειά μου. Η γυναίκα μου και η κόρη μου είναι η καλύτερη παρέα. Από το 2019 έως το 2024, όποιον χρόνο έβρισκα τον αφιέρωσα στο να ολοκληρώσω το διδακτορικό μου, με επιβλέποντες τον Πέτρο Λοή -σήμερα σκιώδη υπουργό Οικονομικών της Κύπρου- και τον Γιάννη Στουρνάρα», απαντάει με αφοπλιστική ειλικρίνεια.
Διαβάζει κυρίως βιβλία σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Τον πληγώνει που έπειτα από κάθε θετική περίοδο η χώρα καταλήγει πάλι σε τοξικότητα και διχασμό.
Αγαπημένη φράση: «Lack of planning on your part does not constitute an emergency on my part» (Η έλλειψη προγραμματισμού από μέρους σου δεν συνιστά δική μου έκτακτη ανάγκη). Είναι κάπως ψυχαναγκαστικός με την οργάνωση και τον σχεδιασμό και περιμένει το ίδιο και από τους συνεργάτες του. «Βέβαια, στο τέλος μετράει μόνο το αποτέλεσμα – και η λύση πάντα βρίσκεται. Αυτή η στοχοπροσήλωση στο αποτέλεσμα χαρακτηρίζει τον τρόπο που εργάζομαι», δηλώνει.











