Η ενέργεια αυτή βασίστηκε στην εκτίμηση ότι τα ποσά που έλαβαν από τις αμερικανικές αρχές στο πλαίσιο της υπόθεσης «Novartis» συνδέονται άμεσα με τις καταθέσεις τους ενώπιον της ελληνικής Δικαιοσύνης και ότι, όταν εντάχθηκαν στο καθεστώς μαρτύρων δημοσίου συμφέροντος, δεν πληρούσαν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις, αφού είχαν οικονομικό κίνητρο για την κατάθεση των πληροφοριών τους.
Η σχετική εντολή δέσμευσης έχει διαβιβαστεί ήδη στις Ελληνικές και Ελβετικές Τράπεζες και με βάση αυτή τα περιουσιακά στοιχεία (τραπεζικοί, θυρίδες, μετοχές, ακίνητα, κ.λπ.) λογαριασμοί, των δύο συγκεκριμένων προσώπων παραμένουν προσωρινά «παγωμένα».
Παράλληλα, η ενέργεια του κ. Βουρλιώτη σηματοδοτεί νέα ποινική έρευνα για τους δύο κατηγορούμενους καθώς ο κ. Βουρλιώτης συνέταξε, πόρισμα το οποίο διαβιβάστηκε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών της Αθήνας προκειμένου να διενεργηθεί έρευνα για το κακούργημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα (ξέπλυμα μαύρου χρήματος ) σε βάρος και των δύο, με βάση τις καταθέσεις των οποίων είχαν εμπλακεί στην υπόθεση της «Novartis» δέκα πολιτικά πρόσωπα.
Την ίδια στιγμή, η Αρχή δέσμευσε τα περιουσιακά στοιχεία και άλλων 12 φυσικών προσώπων σε λογαριασμούς των οποίων φέρονται να πιστώνονται χρήματα από την αμοιβή που έλαβαν οι δύο συγκεκριμένοι κατηγορούμενοι χωρίς κάποια αιτιολογία, για τους οποίος μάλιστα η Αρχή ζητά να ελεγχθούν με τη σειρά τους από την αρμόδια Εισαγγελία για το αδίκημα της κακουργηματικής συνέργειας σε ξέπλυμα.
Η Αρχή εκτίμησε ότι οι καταθέσεις των δυο εντός Ελλάδος και στην άλλη άκρη του Ατλαντικού είχαν κοινό παρονομαστή το οικονομικό κίνητρο και αναζητήθηκαν στοιχεία και στο επόμενο στάδιο χαρτογραφήθηκε η διαδρομή των χρημάτων, που κατά την Αρχή αποτελεί προϊόν εγκληματικής ενέργειας.
Εντοπίστηκε ότι τα χρήματα που εισπράχθηκαν μεταφέρονται σε Τράπεζα της Ελβετίας. Για τον έναν, το ύποπτο ποσό που εντοπίστηκε ανέρχεται σε περίπου 10 εκατομμύρια ευρώ και για τη δεύτερη, σε περίπου 17 εκατομμύρια ευρώ.
Αντίστοιχα από ίχνη της διαδρομής των χρημάτων, εντοπίστηκαν και άλλα 12 πρόσωπα στα οποία μεταφέρονται διάφορα χρηματικά ποσά από 30.000 έως 500.000 ευρώ, χωρίς όμως να προκύπτει η αιτία της κατάθεσης στους λογαριασμούς τους.