Ποιος αποφασίζει για το αύριο των νέων; Κυρίως, όσοι έχουν αφήσει πίσω τους το χθες. Η μελέτη του Ινστιτούτου Friedrich-Ebert, με τον εύγλωττο τίτλο «Ποιος δεν έχει έδρα στη Βουλή», αποτυπώνει με ψυχρά νούμερα αυτό που όλοι βλέπουμε και βιώνουμε: η Ελλάδα κυβερνάται από πολιτικούς που βρίσκονται στο φινάλε της διαδρομής τους, αποφασίζοντας για γενιές που δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει τη δική τους.
του Στρατή Κοκκινέλλη
Ο μέσος Έλληνας βουλευτής είναι άνδρας, άνω των 60 ετών, με πανεπιστημιακό τίτλο και υψηλό κοινωνικό υπόβαθρο. «Πολιτικός καριέρας», που έχει περάσει από την Τοπική Αυτοδιοίκηση και ανήκει στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Μόνο που αυτός ο τύπος πολιτικού δεν αντιπροσωπεύει την κοινωνία, αλλά το αποτύπωμα ενός κλειστού συστήματος εξουσίας που αναπαράγεται δεκαετίες τώρα.
Από το Κοινοβούλιο απουσιάζουν οι κάτω των 30 και σπανίζουν οι 30άρηδες και 40άρηδες. Μόλις 25 βουλευτές είναι ηλικίας 30-39 ετών, ενώ οι άνω των 60 αποτελούν την πλειοψηφία. Κι έτσι, η νομοθέτηση γίνεται από όσους μεγάλωσαν σε μια εντελώς διαφορετική εποχή, χωρίς να βιώνουν τα σημερινά προβλήματα: την επισφάλεια, τη στεγαστική ασφυξία, την ανασφάλεια στην εργασία.
Πώς να μιλήσει κανείς για τη γενιά των 800 ευρώ όταν ο μέσος νομοθέτης λαμβάνει σύνταξη, μισθό ή και τα δύο; Πώς να περιγράψει τις ανάγκες της νέας γενιάς όταν δεν έχει ποτέ χρειαστεί να αναζητήσει δουλειά εκτός κομματικών γραφείων;
Αυτό το ηλικιακό χάσμα δεν είναι απλώς στατιστικό. Είναι πολιτικό και βαθιά δημοκρατικό ζήτημα. Γιατί η δημοκρατία, για να είναι ζωντανή, πρέπει να ακούει όλους. Και σήμερα, οι νέοι δεν ακούγονται. Μάλλον απορροφώνται από το παλιό, μετατρεπόμενοι σε συμπληρώματα του συστήματος που υποτίθεται πως θέλουν να αλλάξουν.
Ακόμα και κόμματα που μιλούν για «το νέο» και «το διαφορετικό» δεν ξεφεύγουν από αυτό το παράδοξο. Η Πλεύση Ελευθερίας, που διακηρύσσει τον ριζοσπαστισμό και την ανανέωση, δεν έχει βουλευτές κάτω των 40. Το ΠΑΣΟΚ, παρά την παρουσία νεότερων προσώπων, εξακολουθεί να διοικείται από πολιτικούς «δεινόσαυρους» που καθορίζουν την κατεύθυνση. Και στη Νέα Δημοκρατία, το βιογραφικό ενός υποψηφίου πρέπει συνήθως να περιλαμβάνει πολιτικό επίθετο ή πολυετή θητεία στην αυτοδιοίκηση.
Η Βουλή, λοιπόν, δεν είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας. Είναι ο καθρέφτης της ανακύκλωσης. Οι ίδιες ηλικίες, τα ίδια επαγγέλματα, οι ίδιες οικογένειες, οι ίδιες γνωριμίες. Μια «δημοκρατία των διπλωματούχων», που προάγει τη θεωρία και αγνοεί την πράξη της ζωής.
Όσο οι νέοι παραμένουν θεατές, τόσο οι αποφάσεις θα λαμβάνονται ερήμην τους. Η κρίση αντιπροσώπευσης δεν είναι απλώς πρόβλημα πολιτικής ισορροπίας· είναι πρόβλημα δημοκρατικής νομιμοποίησης. Γιατί δεν μπορεί να υπάρξει μέλλον όταν το παρόν ανήκει αποκλειστικά στο παρελθόν.
Η πολιτική, για να ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, πρέπει να ανοίξει τις πόρτες της. Να επιτρέψει στους 30άρηδες και 40άρηδες να ακουστούν, να αποφασίσουν, να νομοθετήσουν. Γιατί αν συνεχίσουμε να αφήνουμε τους 60άρηδες να αποφασίζουν για το μέλλον των 25άρηδων, το μόνο που θα κατορθώσουμε είναι να φτιάξουμε μια χώρα γερασμένη πριν καν ωριμάσει.











