Σάλο προκαλούν οι δηλώσεις που αποδίδονται στη Σούζαν Γουάιλς, προσωπάρχη του Λευκού Οίκου, μέσα από συνεντεύξεις της στο Vanity Fair, καθώς σκιαγραφούν μια ιδιαίτερα σκληρή εικόνα για τον Ντόναλντ Τραμπ και το στενό του επιτελείο. Οι τοποθετήσεις αυτές φέρονται να εκθέτουν όχι μόνο τον ίδιο τον πρόεδρο των ΗΠΑ, αλλά και πρόσωπα-κλειδιά της κυβέρνησής του, όπως τον Έλον Μασκ, τον αντιπρόεδρο Τζέι Ντι Βανς και κορυφαίους υπουργούς.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η Γουάιλς περιγράφει τον Τραμπ ως ηγέτη που κινείται συχνά από διάθεση αντεκδίκησης απέναντι στους πολιτικούς του αντιπάλους και του αποδίδει μια «νοοτροπία αλκοολικού». Παρά το γεγονός ότι θεωρείται μία από τις πιο έμπιστες συνεργάτριές του, με τον ίδιο να την έχει χαρακτηρίσει «την πιο ισχυρή γυναίκα στον κόσμο», φέρεται να παραδέχεται ότι ο πρόεδρος αγνοεί κατ’ επανάληψη τις εισηγήσεις της, ακόμη και σε κρίσιμες αποφάσεις.
Η προσωπάρχης του Λευκού Οίκου φέρεται να υποστηρίζει ότι ο Τραμπ κυβερνά με την αντίληψη πως «τίποτα δεν του είναι αδύνατο», ενώ παρομοιάζει τη συμπεριφορά του με εκείνη «αλκοολικών υψηλής λειτουργικότητας». Όπως εξηγεί, η εκτίμησή της αυτή βασίζεται και σε προσωπικές εμπειρίες, καθώς μεγάλωσε με πατέρα αλκοολικό, τον γνωστό αθλητικό σχολιαστή Πατ Σάμερολ.
Αναφερόμενη στις διώξεις πολιτικών αντιπάλων, η Γουάιλς αναγνωρίζει ότι υπάρχει «ένα στοιχείο εκδίκησης», σημειώνοντας ωστόσο πως ο Τραμπ δεν ξεκινά τη μέρα του με τέτοιες σκέψεις, αλλά δεν διστάζει να κινηθεί αναλόγως όταν παρουσιαστεί ευκαιρία. Παράλληλα, παραδέχεται ότι ο πρόεδρος δεν διέθετε στοιχεία για τον ισχυρισμό του πως ο Μπιλ Κλίντον είχε επισκεφθεί το ιδιωτικό νησί του Τζέφρι Έπσταϊν, τονίζοντας πως «σε αυτό το σημείο έκανε λάθος».
Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλούν και οι αναφορές της στο περιβάλλον του Τραμπ. Για τον αντιπρόεδρο Τζέι Ντι Βανς φέρεται να είπε ότι υπήρξε «συνωμοσιολόγος επί σειρά ετών» και ότι η στροφή του προς τον Τραμπ ήταν σε μεγάλο βαθμό πολιτική επιλογή. Παρά ταύτα, τον θεωρεί πιθανό διάδοχο του προέδρου, μαζί με τον Μάρκο Ρούμπιο, ο οποίος επίσης είχε αλλάξει στάση στο παρελθόν.
Αιχμηρή είναι και η περιγραφή του Έλον Μασκ, τον οποίο φέρεται να χαρακτήρισε «δηλωμένο χρήστη κεταμίνης» και «απρόβλεπτη ιδιοφυΐα», δηλώνοντας παράλληλα ότι έμεινε άναυδη από την απόφασή του να διαλύσει την USAID. Στο στόχαστρό της μπαίνει και η υπουργός Δικαιοσύνης Παμ Μπόντι, την οποία κατηγορεί για σοβαρούς χειρισμούς στην υπόθεση των αρχείων Έπσταϊν, κάνοντας λόγο για πλήρη απώλεια ελέγχου.
Σε ό,τι αφορά τις απελάσεις, η Γουάιλς φέρεται να προειδοποίησε για τον κίνδυνο σοβαρών λαθών, ζητώντας μεγαλύτερη προσοχή από την κυβέρνηση. Για τη Βενεζουέλα, σημειώνει ότι ο Τραμπ επιθυμεί να εντείνει την πίεση προς τον Μαδούρο, ακόμη και με στρατιωτικά μέσα, αν και μια τέτοια κίνηση θα απαιτούσε την έγκριση του Κογκρέσου.
Η προσωπάρχης του Λευκού Οίκου αποκαλύπτει επίσης ότι προσπάθησε χωρίς επιτυχία να αποτρέψει τον Τραμπ από το να δώσει χάρη στους πιο βίαιους συμμετέχοντες στην εισβολή στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021, ενώ δεν εισακούστηκε ούτε όταν ζήτησε την αναβολή της ανακοίνωσης νέων δασμών, γεγονός που, όπως λέει, ανέδειξε βαθιές εσωτερικές αντιθέσεις.
Μετά τη δημοσιοποίηση των συνεντεύξεων, η ίδια η Γουάιλς αντέδρασε έντονα, κάνοντας λόγο για διαστρέβλωση των λεγομένων της και για «στοχευμένο πλήγμα» κατά του προέδρου και της κυβέρνησης. Τη στήριξή της εξέφρασε και η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Κάρολαϊν Λέβιτ, υπογραμμίζοντας ότι ο Τραμπ τη θεωρεί μία από τις πιο πιστές και σημαντικές συμβούλους του.
Παρά τις διαψεύσεις, σύμφωνα με το CNN, σύμβουλοι και σύμμαχοι του Τραμπ φέρονται να έμειναν έκπληκτοι από την ευθύτητα των δηλώσεων. Το μόνο βέβαιο είναι ότι οι τοποθετήσεις της Γουάιλς, ενός από τα πιο προσεκτικά πρόσωπα στο εσωτερικό του Λευκού Οίκου, δύσκολα μπορούν να αγνοηθούν και εκτιμάται ότι έχουν ιδιαίτερη πολιτική σημασία.












