Η Ελλάδα δεν είναι απλώς “ενημερωμένη” για τις εξελίξεις στη Γάζα.
του Χρήστου Μυτιλινιού
Βρίσκεται μέσα στο δωμάτιο όπου χαράσσεται η επόμενη ημέρα. Η Αθήνα έχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια μια ιδιότητα που μέχρι πρόσφατα παρουσιαζόταν ως αυτονόητο τουρκικό προνόμιο: πυλώνας σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο, με πρόσβαση στα κέντρα λήψης αποφάσεων της Ουάσινγκτον και του Τελ Αβίβ και με αξιοπιστία απέναντι στις χώρες της περιοχής. Αυτό δεν είναι προϊόν τύχης. Είναι αποτέλεσμα μιας σταθερής στρατηγικής που ακολούθησε η ελληνική κυβέρνηση καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου στη Γάζα, αλλά και πριν.
Σήμερα, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εγκαθιδρύσει έναν ειδικό μηχανισμό επιτήρησης της εκεχειρίας Ισραήλ – Χαμάς και της ανθρωπιστικής ροής στη Λωρίδα της Γάζας. Στην πράξη μιλάμε για ένα επιχειρησιακό κέντρο υπό αμερικανική διοίκηση, με στρατιωτικούς και διπλωματικούς συνδέσμους από επιλεγμένες χώρες. Σκοπός του είναι να επιβλέπει αν τηρούνται οι όροι της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός, να συντονίζει την είσοδο ανθρωπιστικής βοήθειας και να διαμορφώνει το πρώτο πλαίσιο “ασφάλειας επόμενης μέρας”. Δεν είναι ΟΗΕ, δεν είναι κλασική ειρηνευτική δύναμη. Είναι αμερικανικό σχέδιο με συμμαχικό περίγραμμα. Και το γεγονός ότι η Ελλάδα βρίσκεται στο πολιτικό κάδρο αυτού του σχεδίου –όχι ως τουρίστας, αλλά ως συνομιλητής– έχει βαρύτητα.
Σταθερός σύμμαχος, όχι προβοκάτορας
Από την πρώτη στιγμή μετά την έκρηξη της κρίσης στη Γάζα, η Αθήνα κινήθηκε σε μία γραμμή που εξόργισε την εγχώρια αντιπολίτευση αλλά δεν αμφισβητήθηκε από τους πραγματικούς παίκτες. Η ελληνική κυβέρνηση στήριξε σταθερά το δικαίωμα του Ισραήλ στην ασφάλεια και στην αυτοάμυνα, αναγνωρίζοντας ότι η Χαμάς δεν είναι “παράγοντας αντίστασης”, αλλά ένοπλη ισλαμιστική οργάνωση με τρομοκρατικά πλήγματα σε άμαχους. Ταυτόχρονα όμως, η Αθήνα δεν μπήκε ποτέ στη ρητορική “κάψτε τη Γάζα”. Έθεσε διαρκώς ως γραμμή το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο, την προστασία αμάχων, την ανάγκη να περάσει βοήθεια και να μην καταρρεύσουν εντελώς οι δομές επιβίωσης των Παλαιστινίων.
Αυτό το διπλό μήνυμα –ασφάλεια για το Ισραήλ χωρίς λευκή επιταγή για σφαγή αμάχων– δεν είναι επικοινωνιακή ισορροπία για εσωτερική χρήση. Είναι ακριβώς το μήνυμα που ήθελε να ακούσει η Ουάσινγκτον από μια σοβαρή μεσογειακή δύναμη-σύμμαχο. Είναι επίσης το μήνυμα που δεν προκαλεί διπλωματική ρήξη με το Κάιρο, το Αμμάν και τα Εμιράτα. Με απλά λόγια: η Ελλάδα απέφυγε αυτό που έκανε η Τουρκία – να πατήσει πάνω στο μακελειό της Γάζας για να ανατινάξει δημόσια τη σχέση της με το Ισραήλ, νομίζοντας ότι έτσι θα γίνει “η φωνή του αραβικού δρόμου”.
Η Αθήνα δεν διάλεξε φθηνό χειροκρότημα. Διάλεξε ρόλο.
Άμεσο κανάλι με Ουάσινγκτον και Τελ Αβίβ
Σήμερα, όταν οι ΗΠΑ ενημερώνουν τους στενούς εταίρους τους για το πώς θα ελέγχεται η εκεχειρία, για το πώς θα μπαίνει ανθρωπιστική βοήθεια και –κυρίως– για το ποιος θα έχει λόγο την “επόμενη ημέρα” στη Γάζα, η Ελλάδα είναι μέσα στο briefing. Αυτό δεν είναι αυτονόητο για όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Πολλές ακούνε εκ των υστέρων. Η Αθήνα, αντίθετα, έχει εγκατασταθεί τα τελευταία χρόνια ως σταθερός συνομιλητής των Αμερικανών σε ζητήματα Ανατολικής Μεσογείου. Το αμερικανικό κέντρο επιτήρησης της εκεχειρίας λειτουργεί υπό αμερικανική διοίκηση, με πολυεθνικό περίγυρο. Δεν είναι “φόρουμ γενικής συζήτησης”, είναι το νευρικό σύστημα της μεταπολεμικής Γάζας. Το ότι η Ελλάδα έχει θέση –έστω πολιτική, έστω συντονιστική, έστω διαλειτουργική– σ’ αυτό το σχήμα σημαίνει ένα πράγμα: όταν οι Αμερικανοί και οι Ισραηλινοί μιλάνε για σταθερότητα, μιλάνε και με την Αθήνα.
Και εδώ φαίνεται ξεκάθαρα πόσο συνειδητά έχει επενδύσει η κυβέρνηση στο προφίλ “Ελλάδα = δύναμη σταθερότητας”. Δεν είναι πια μόνο ΝΑΤΟ – Ρωσία – Ουκρανία. Είναι και Μεσόγειος – Γάζα – Ισραήλ.
Ο άξονας ασφάλειας και ανθρωπιστικής ροής
Ο επόμενος μεγάλος πυλώνας όπου η Ελλάδα εμφανίζεται κρίσιμη είναι η πρακτική, βαριά δουλειά της επόμενης ημέρας: ασφάλεια θαλάσσιων οδών, επιτήρηση ροών και logistics ανθρωπιστικής βοήθειας.
Η Ανατολική Μεσόγειος δεν είναι πια ένα απλό γεωγραφικό σημείο. Είναι ενεργειακός κόμβος (LNG, διαδρομές φυσικού αερίου, ηλεκτρικές και υποθαλάσσιες διασυνδέσεις), είναι δίοδος στρατηγικής σημασίας για τις ΗΠΑ και την Ευρώπη και ταυτόχρονα είναι το μοναδικό πεδίο όπου οι δυτικές δυνάμεις μπορούν να έχουν επιχειρησιακή παρουσία χωρίς να χρειάζεται να “πατήσουν” μέσα στη Γάζα. Εκεί, η Ελλάδα παίζει ως αξιόπιστη, ναυτική, ΝΑΤΟϊκή δύναμη, με δικά της μέσα και δικό της αποτύπωμα.
Με απλά λόγια: κάποιος πρέπει να διασφαλίσει ότι η Ανθρωπιστική Βοήθεια όντως μπαίνει και δεν λεηλατείται από ένοπλες φατρίες, ότι οι θαλάσσιοι διάδρομοι μένουν ανοικτοί, ότι δεν μετατρέπεται η Ανατολική Μεσόγειος σε μαύρη τρύπα ασφάλειας. Οι ΗΠΑ δεν θέλουν να τα κάνουν όλα μόνες τους μπροστά στις κάμερες. Θέλουν συμμάχους-εγγυητές στην περιοχή. Η Ελλάδα είναι ένας από αυτούς.
Και αυτό δεν είναι “καλό PR”. Είναι γεωπολιτικό κεφάλαιο. Γιατί όποιος κρατάει το κλειδί της πρόσβασης, κρατάει και λόγο στο πολιτικό μέλλον της Λωρίδας της Γάζας.
Η Τουρκία και το “όχι αυτόματα μέσα”
Σε αυτό το σημείο εμφανίζεται η πιο ηχηρή –και για πολλούς ενοχλητική– πραγματικότητα: είναι πλέον πολύ πιθανό ότι η Τουρκία δεν θα έχει αυτόματο, θεσμικό ρόλο την επόμενη ημέρα στη Γάζα.
Η Άγκυρα επένδυσε πολιτικά στο να παρουσιαστεί ως ο μεγάλος υπερασπιστής των Παλαιστινίων, επιλέγοντας δημόσια ρήξη με το Ισραήλ και προσωπική αντιπαράθεση με τον Νετανιάχου. Αυτό μπορεί να λειτουργεί επικοινωνιακά στον μουσουλμανικό δρόμο. Δεν σημαίνει όμως ότι σε κάνει αποδεκτό συνομιλητή μέσα στο αμερικανικά ελεγχόμενο σχήμα ελέγχου της εκεχειρίας. Το αντίθετο: όταν οι ΗΠΑ στήνουν έναν μηχανισμό που θα ελέγχει τη νηφαλιότητα στο πεδίο, δεν θέλουν έναν παίκτη που χτίζει πόντους επάνω στη σύγκρουση. Θέλουν παίκτες που χτίζουν πόντους επάνω στη σταθερότητα.
Και εδώ είναι η κρίσιμη μετατόπιση ισορροπίας στην Ανατολική Μεσόγειο: για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, η Τουρκία δεν είναι “εκ προοιμίου” ο μοναδικός, αναντικατάστατος μεσολαβητής μεταξύ Δύσης και αραβικού κόσμου. Οι ΗΠΑ συνομιλούν με την Αίγυπτο, την Ιορδανία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα – και συνομιλούν με την Ελλάδα. Δηλαδή, το κέντρο βάρους δεν περνάει πια υποχρεωτικά από την Άγκυρα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η Τουρκία “τελείωσε”. Σημαίνει όμως κάτι που για την Αθήνα είναι κομβικό: η Τουρκία δεν είναι πια ο αποκλειστικός δίαυλος. Και αυτή η αποκαθήλωση δεν έγινε με φωνές και κορώνες. Έγινε επειδή η Ελλάδα χτίζει μεθοδικά ένα προφίλ σοβαρού, δυτικού παρόχου σταθερότητας, και αυτό το προφίλ αναγνωρίζεται.
Το γεωπολιτικό μέρισμα για την Αθήνα
Όλα τα παραπάνω μεταφράζονται σε τρία πολύ χειροπιαστά οφέλη για την Ελλάδα:
- Ασφάλεια / Άμυνα:
Η χώρα κάθεται στο τραπέζι όπου αποφασίζεται η αρχιτεκτονική ασφαλείας στην ευρύτερη γειτονιά της. Αυτό, σε βάθος χρόνου, σημαίνει μεγαλύτερη ισχύ για να στηρίξει τις δικές της θέσεις στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
- Ενέργεια / Υποδομές:
Η επόμενη δεκαετία στη Μεσόγειο θα είναι ενεργειακή: φυσικό αέριο, LNG, ηλεκτρικά καλώδια, θαλάσσιες διασυνδέσεις. Όποιος θεωρείται “σταθερός κόμβος”, παίρνει τις δουλειές, παίρνει τις επενδύσεις, παίρνει και τον πολιτικό σεβασμό.
- Θεσμικό κύρος:
Η εικόνα “Ελλάδα = υπεύθυνος συνομιλητής των ΗΠΑ για την περιοχή” δεν είναι απλώς διεθνές γόητρο. Είναι και εσωτερική ασπίδα. Όταν ένα κράτος αναγνωρίζεται ως κρίσιμος παράγοντας σταθερότητας σε μια από τις πιο εκρηκτικές ζώνες του πλανήτη, δύσκολα μπορεί κάποιος –εντός ή εκτός συνόρων– να το παρουσιάσει ως αδύναμο ή απομονωμένο.
Η ουσία είναι η εξής: η Ελλάδα έχει μετακινηθεί από την κατηγορία “παρατηρητής της κρίσης” στην κατηγορία “παράγοντας της λύσης”. Το έκανε χωρίς φωνές, χωρίς πανηγυρικά “σχίσουμε τα μνημόνια της Μέσης Ανατολής”, χωρίς να παίξει θέατρο στις πλάτες νεκρών. Το έκανε επενδύοντας στην εμπιστοσύνη των ΗΠΑ, του Ισραήλ και των βασικών αραβικών συνομιλητών.
Και το αποτέλεσμα αρχίζει να φαίνεται: στη Γάζα, στο μηχανισμό επιτήρησης της εκεχειρίας, στη διαχείριση της ανθρωπιστικής ροής, η Αθήνα είναι μέσα στη συζήτηση για την επόμενη ημέρα, την ώρα που η Άγκυρα δεν έχει θέση εκεί από κεκτημένο δικαίωμα. Αυτό, στη γλώσσα της πραγματικής γεωπολιτικής, λέγεται “αναβάθμιση ισχύος”. Και είναι ίσως η πρώτη φορά μετά από χρόνια που η Ελλάδα δεν το διεκδικεί – το ασκεί.












