Καταστροφικές οι επιπτώσεις από την κατάρα της ευλογιάς των προβάτων
Έκρηξη τιμών σε βασικά είδη κρεάτων, πλήγμα στην εγχώρια παραγωγή γάλακτος και φέτας, αναταραχή στην καλλιέργεια αγροτικών προϊόντων που προορίζονται για ζωοτροφές, χρεοκοπίες επιχειρήσεων, «εξαφάνιση» χιλιάδων επαγγελματιών από τον πρωτογενή τομέα, απώλειες θέσεων εργασίας και ντόμινο στην κατανάλωση στον κλάδο της εστίασης, προκαλεί η ευλογιά των προβάτων.
Η κατάσταση έχει οδηγήσει την ελληνική κτηνοτροφία σε ένα ιδιότυπο lockdown, αφήνοντας στο περιθώριο μεγάλο μέρος του εγχώριου ζωικού κεφαλαίου της χώρας. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να σημειωθεί ότι η ευλογιά δεν προκαλεί κάποια βλάβη στον ανθρώπινο οργανισμό και το κρέας μπορεί να καταναλωθεί άνετα, όπως και το γάλα, υπό την προϋπόθεση ότι θα γίνει θερμική επεξεργασία υψηλής παστερίωσης. Όμως αυτήν τη στιγμή πλήττονται 25 νομοί, ενώ η νόσος έχει μεταδοθεί σε περισσότερα από 2.000 κοπάδια, οδηγώντας σε καταστροφή τους κτηνοτρόφους.
Υποτιμήθηκε το πρόβλημα
Σύμφωνα με όσα καταγγέλλουν οι ενώσεις τους, το πρόβλημα που ξεκίνησε να δημιουργείται από πέρυσι υποτιμήθηκε, με αποτέλεσμα η κατάσταση να θεωρείται μη αναστρέψιμη. Η ευλογιά των προβάτων έχει γίνει από τα πρώτα θέματα στα διεθνή ειδησεογραφικά δίκτυα, ενώ, την ίδια στιγμή, πολλά τυροκομεία δεν έχουν γάλα για να φτιάξουν φέτα και κάποια από αυτά προχώρησαν σε αναγκαστικές απολύσεις προσωπικού ελλείψει… αντικειμένου! Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι οι αρμόδιοι δημόσιοι υπάλληλοι που έχουν επιφορτιστεί με το έργο των απολυμάνσεων εγκαταστάσεων και οχημάτων λειτουργούν με ωράριο 07:00-14:00, κάτι που δεν βοηθάει στον περιορισμό του προβλήματος.
Η απώλεια ζωικού κεφαλαίου αναμένεται να πλήξει την παραγωγή, τις εξαγωγές και την κατανάλωση, ενώ ουδείς μπορεί να προβλέψει ποιες θα είναι οι συνέπειες στην πορεία του δείκτη τιμών καταναλωτή. Έτσι, η κυβέρνηση βρίσκεται μπροστά σε ένα εξαιρετικά σοβαρό οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα, το οποίο δύσκολα μπορεί να επιλυθεί, ενώ «κλειδί» θεωρείται το ύψος των αποζημιώσεων για κάθε κεφάλι ζώου που θα λάβουν οι παθόντες. Αν δεν υπάρξουν γενναίες καταβολές από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τότε χιλιάδες κτηνοτρόφοι θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τη δραστηριότητά τους, αναζητώντας μεροκάματο στην οικοδομή, στη βιομηχανία και σε άλλες δραστηριότητες. Υπολογίζεται ότι κατά μέσο όρο οι αποζημιώσεις θα διαμορφωθούν στα 200 ευρώ το κεφάλι, όταν το κόστος αγοράς για ένα αμνοερίφιο 6 μηνών εκτιμάται σε 300 ευρώ.
Επιπλέον, ακόμη και αν οι αποζημιώσεις είναι ικανοποιητικές, εντούτοις η δημιουργία νέου ζωικού κεφαλαίου θα απαιτήσει έναν εύλογο χρόνο πλήρους ωρίμανσης, ο οποίος προσδιορίζεται σε τουλάχιστον δύο χρόνια. Ταυτόχρονα, χιλιάδες κτηνοτρόφοι, οι οποίοι δεν θα έχουν εισόδημα για μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν θα μπορούν να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους και θα μεταδώσουν τον «ιό» σε επιχειρήσεις εμπορίας αγροτικών και κτηνοτροφικών ειδών, στις τράπεζες και στο Δημόσιο!
Μεγάλη συρρίκνωση
Η θανάτωση τουλάχιστον 300.000 αιγοπροβάτων από πέρυσι έως και σήμερα είναι προφανές ότι περιορίζει τη ζήτηση για ζωοτροφές, ενώ σε αδιέξοδο μπορεί να βρεθούν χιλιάδες αγρότες, οι οποίοι καλλιεργούν προϊόντα που είναι απαραίτητα για τη συντήρηση του ζωικού κεφαλαίου, όπως σιτάρι, κριθάρι, τριφύλλι, καλαμπόκι και βρόμη.
Με βάση τα παραπάνω, εκτιμάται ότι το πρόβλημα δεν θα αργήσει να φανεί σε δεκάδες μικρές, μικρομεσαίες και μεσαίες βιομηχανίες επεξεργασίας γάλακτος και φέτας, αν μάλιστα παρατηρηθεί επιδείνωση της κατάστασης. Ταυτόχρονα, θα αρχίσει να γίνεται εμφανής και η έλλειψη προσφοράς κρεάτων σε κρεοπωλεία, σούπερ μάρκετ κ.λπ., με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις τιμές.
Μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες της χώρας, όπως οι ΔΕΛΤΑ, ΦΑΓΕ, ΟΛΥΜΠΟΣ, ΗΠΕΙΡΟΣ, ΔΩΔΩΝΗ κ.λπ., θα μειώσουν την παραγωγή τους και συνεπώς θα δουν τα μεγέθη τους να συρρικνώνονται, καθώς το ελληνικό αιγοπρόβειο γάλα αποτελεί ισχυρό brand για τα προϊόντα που παράγουν και εξάγουν. Πολλές, δε, από αυτές θα είναι αναγκασμένες να περιορίσουν το λειτουργικό κόστος, προχωρώντας σε μείωση προσωπικού, κάτι που ήδη έχει αρχίσει να γίνεται αισθητό. Το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο για τις Περιφέρειες Θεσσαλίας, Ηπείρου, Κεντρικής Μακεδονίας και Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, όπου οι τοπικές κοινωνίες συνδέονται οικονομικά με άμεσο και έμμεσο τρόπο με την εγχώρια γαλακτοπαραγωγή και τη γαλακτοβιομηχανία. Ένα μεγάλο πλήγμα σε τέτοιες περιοχές θα μεταδοθεί ως «ιός» σε τοπικούς προμηθευτές, επαγγελματίες της εστίασης και άλλους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, η πορεία της ελληνικής κτηνοτροφίας είναι σταθερά φθίνουσα κατά τα τελευταία χρόνια. Το 2023 ο αριθμός των αιγοπροβάτων ήταν στα 10,65 εκατ. κεφάλια και το 2024 υποχώρησε στα 10,4 εκατ., ενώ όσοι ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα στην κτηνοτροφία, από 53.710 το 2023, μειώθηκαν το 2024 σε 52.640 φυσικά πρόσωπα και οντότητες.
Απώλεια αγορών για πολλά χρόνια
Στις «κόκκινες» περιοχές, τα σφαγεία είναι κλειστά και τα αμνοερίφια παραμένουν υποχρεωτικά κλεισμένα στα ποιμνιοστάσια.
Το ευτύχημα είναι ότι αυτήν την περίοδο το ζωικό κεφάλαιο δεν βρίσκεται σε διαδικασία γαλακτοπαραγωγής, αλλά, αν συνεχιστεί η ζωονόσος, τότε μετά από 4-5 μήνες θα υπάρξει πολύ σοβαρό πρόβλημα. Η εφιαλτική κατάσταση που ζουν οι κτηνοτρόφοι προσλαμβάνει κάθε μέρα πιο σοβαρές διαστάσεις, καθώς ήδη παρατηρούνται αυξημένες τιμές στο γάλα και στη φέτα, ενώ υπάρχει ο κίνδυνος για την απώλεια κρίσιμων αγορών που έχουν να κάνουν με τα προϊόντα του εγχώριου πρωτογενούς τομέα. Σημειώνεται ότι η ετήσια παραγωγή πρόβειου γάλακτος ανέρχεται σε 120.000 τόνους, εκ των οποίων οι 40.000 τόνοι προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση και οι υπόλοιποι 80.000 τόνοι εξάγονται σε διεθνείς αγορές. Μόνο από το γάλα και το γιαούρτι εκτιμάται ότι τα ετήσια έσοδα για την οικονομία ανέρχονται σε 1 δισ. ευρώ.
Το μεγάλο «στοίχημα» που πρέπει να κερδίσει η κυβέρνηση σχετίζεται με τη διατήρηση των υπαρχουσών αγορών, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος έκδοσης οδηγίας για αποφυγή αγοράς ελληνικών γαλακτοκομικών προϊόντων. Από την άλλη πλευρά, πρέπει να σημειωθεί ότι οι εξαγωγές ελληνικού κρέατος είναι σχετικά περιορισμένες, αλλά σε κάθε περίπτωση αρκετά υπολογίσιμες. Επιπλέον, καθίσταται εξαιρετικά προβληματικός ο εμβολιασμός των ζώων, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση οι αγορές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των ΗΠΑ, του Καναδά και της Αυστραλίας θα θεωρήσουν ότι αυτά είναι οροθετικά και συνεπώς θα αποφύγουν τις εισαγωγές γάλακτος, φέτας και κρέατος από την Ελλάδα. Σύμφωνα με ειδικούς, ο μοναδικός τρόπος για να μην υποστεί η ελληνική αγροτική οικονομία ζημιά άνω των 10 δισ. ευρώ την επόμενη δεκαετία είναι η υπογραφή συμβάσεων με τις υπόλοιπες χώρες, ώστε να συνεχίσουν να δέχονται τα προϊόντα αυτά με βάση τις διατάξεις που διέπουν τα πρωτόκολλα εμβολιασμού ή μόλυνσης.
Πού κινούνται οι τιμές
Οι συνέπειες της νόσου της ευλογιάς δεν φαίνεται να έχουν φανεί τόσο… έντονα στις τιμές, με εξαίρεση το μοσχαρίσιο κρέας. Σύμφωνα με κτηνοτρόφους περιοχής της Βοιωτίας και ιδιοκτήτες ταβερνείων, υπάρχει ισχυρή ζήτηση για μοσχάρι, αλλά η συνεχής άνοδος μπορεί να αναγκάσει τους καταναλωτές να αλλάξουν… συνήθειες. Από την άλλη πλευρά, οι κτηνοτρόφοι που τρέφουν αμνοερίφια τηρούν στάση αναμονής και περιμένουν να δουν πώς θα διαμορφωθεί η κατάσταση, με βάση τα μέτρα που εφαρμόζει το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Η διαμόρφωση των τιμών στον παραγωγό είναι κρίσιμη για την τελική τιμή καταναλωτή, αλλά και για τους πελάτες των ταβερνείων, ταχυφαγείων και εστιατορίων.
Σύμφωνα με τον ιδιοκτήτη κρεοπωλείου και ταβέρνας που μίλησε στο «Π», δεν παρατηρείται κάποια σοβαρή αλλαγή στη ζήτηση, ενώ οι τιμές κινούνται σχεδόν στα ίδια επίπεδα, σε σχέση με την περίοδο πριν από την τελευταία έξαρση της ευλογιάς. Έτσι, η τιμή του αρνιού διαμορφώνεται γύρω στα 14,00 ευρώ το κιλό, του κατσικιού στα 13,00-14,00 ευρώ, της προβατίνας στα 10,00-12,00 ευρώ, του μοσχαριού στα 12,00-14,00 ευρώ, του χοιρινού στα 7,00 ευρώ και του κοτόπουλου στα 3,00 ευρώ.
Η εντυπωσιακή αύξηση της τιμής του μοσχαριού μπορεί να αποφέρει πρόσκαιρα αυξημένο εισόδημα στους αγελαδοτρόφους, ωστόσο πολλοί φοβούνται ότι θα υπάρξει μείωση της κατανάλωσης, όπως ακριβώς είχε συμβεί πρόπερσι, όταν η τιμή του ελαιόλαδου είχε φτάσει στα 9,00 ευρώ το κιλό! Από την άλλη πλευρά, οι χαμηλές τιμές του χοιρινού και του κοτόπουλου εκτιμάται ότι θα προσελκύσουν το ενδιαφέρον περισσότερων καταναλωτών, οδηγώντας σε σημαντική ενίσχυση της ζήτησης και συνεπώς σε ανατιμήσεις.
Εισαγωγές για ελλείψεις και έλεγχοι για αισχροκέρδεια
Το όποιο κενό δημιουργηθεί στην προσφορά νωπού αιγοπρόβειου κρέατος θα καλυφθεί με αθρόες εισαγωγές, οι οποίες μπορούν να γίνουν απευθείας από Βουλγαρία, Ρουμανία, Αλβανία και Σκόπια. Ταυτόχρονα, το υπουργείο Ανάπτυξης έχει θέσει σε συναγερμό τον ελεγκτικό μηχανισμό, ώστε να αντιμετωπιστούν φαινόμενα αισχροκέρδειας και κυρίως να μην υπάρξει έλλειψη αιγοπρόβειου κρέατος, καθώς εκεί εντοπίζεται το βασικό πρόβλημα. Επιπλέον, για να συγκρατηθεί η τιμή του μοσχαρίσιου κρέατος, η οποία… ίπταται, θα ληφθεί μέριμνα για ακόμη περισσότερες εισαγωγές. Σημειώνεται ότι η Ελλάδα παράγει μόλις το 15% της εγχώριας ζήτησης βόειου κρέατος, ενώ το υπόλοιπο 85% το εισάγει, κυρίως από τη Γαλλία. Ταυτόχρονα, το υπουργείο Ανάπτυξης πρέπει να αντιμετωπίσει και το μεγάλο πρόβλημα των «ελληνοποιήσεων», όχι μόνο στα κρέατα, αλλά και σε άλλα προϊόντα όπου οι τιμές φαίνεται να έχουν… ξεφύγει.
του Λουκά Αθ. Γεωργιάδη