Σε μια καίρια απόφαση που αφορά την προστασία του δικηγορικού επαγγέλματος, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) αναγνώρισε ότι η επιβολή προστίμων σε δικηγόρους για αιχμηρές γραπτές παρατηρήσεις κατά τη διάρκεια μιας δίκης παραβιάζει το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης.
Η απόφαση, που προήλθε από την υπόθεση του Marko Tešić κατά Σερβίας (αριθ. προσφ. 61891/19), διευκρινίζει ότι ο ενθουσιασμός στη διαδικασία υπεράσπισης μπορεί να περιλαμβάνει ακόμα και σαρκαστικά σχόλια κατά των δικαστικών αρχών, εφόσον αυτά σχετίζονται με τη διαδικασία.
Το ιστορικό της υπόθεσης
Όλα ξεκίνησαν το 2016, όταν ο Marko Tešić, που εκπροσωπούσε κατηγορούμενο σε δίκη για απόπειρα ανθρωποκτονίας στο Βελιγράδι, εξέφρασε τη δυσαρέσκεια του για την τήρηση των πρακτικών κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας. Κατά την εξέταση πραγματογνώμονα, αναφέρθηκε ότι η δικαστής δεν κατέγραφε με ακρίβεια τις παρατηρήσεις του.
Δύο μήνες αργότερα, ο Tešić υπέβαλε γραπτό υπόμνημα με τον τίτλο «Αιτιάσεις επί των προσκομισθέντων αποδεικτικών στοιχείων», στο οποίο χρησιμοποίησε αρκετά σφοδρή γλώσσα. Κατήγγειλε τη στάση της δικαστού ως «πραγματικά εξωφρενική» και έκανε λόγο για «δικονομική κακοβουλία», προτρέποντας την να «ηρεμήσει», υπονοώντας ότι ενεργούσε υπό την επήρεια συναισθηματικής φόρτισης.
Ωστόσο, οι Σερβικές αρχές αντέδρασαν αυστηρά, επιβάλλοντας στον Tešić πρόστιμο 80.000 δηναρίων (περίπου 680 ευρώ) για περιφρόνηση δικαστηρίου, θεωρώντας ότι οι δηλώσεις του υπονόμευαν την αξιοπιστία της δικαιοσύνης.
Η ουσία της απόφασης
Στην αξιολόγηση της υπόθεσης, το Δικαστήριο επεσήμανε τη θεμελιώδη σημασία της ελευθερίας έκφρασης των δικηγόρων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Υπογράμμισε ότι οι δικηγόροι παίζουν καίριο ρόλο στην απονομή δικαιοσύνης, δραστηριοποιούμενοι ως ενδιάμεσοι μεταξύ του κοινού και των δικαστηρίων. Στην περίπτωση αυτή, οι παρατηρήσεις του Tešić, παρόλο που περιλάμβαναν έντονη σάτιρα, δεν αποτελούσαν προσωπική επίθεση κατά της δικαστού, αλλά πηγάζαν από μια γνήσια προσπάθεια υπεράσπισης του πελάτη του και αφορούσαν τη διαδικασία της δίκης.
Το ΕΔΔΑ τόνισε ότι η χρήση οξείας γλώσσας, συμπεριλαμβανομένου του σαρκασμού, είναι αποδεκτή σύμφωνα με το Άρθρο 10 της ΕΣΔΑ, ειδικά όταν ο δικηγόρος προσπαθεί να προστατεύσει τα συμφέροντα του εντολέα του. Διαπίστωσε ότι τα εθνικά δικαστήρια δεν κατάφεραν να αποδείξουν ότι ο Tešić επιδίωκε αποκλειστικά την υπονόμευση της δικαστικής αρχής, παραβλέποντας το γεγονός ότι οι διαμαρτυρίες του αφορούσαν φερόμενες διαδικαστικές ατέλειες.
Επιπλέον, το Δικαστήριο υπογράμμισε τη σοβαρότητα της ποινής που επιβλήθηκε. Το πρόστιμο των 80.000 δηναρίων κρίθηκε προδήλως δυσανάλογο, καθώς υπερέβαινε το εισόδημα δύο μηνών του Tešić. Υπογράμμισε ότι τέτοιου είδους αυστηρές ποινές μπορεί να έχουν αποτρεπτική (chilling effect) επίδραση στο σύνολο του δικηγορικού σώματος, περιορίζοντας την ικανότητά τους να διατυπώνουν κρίσιμες επιχειρηματολογίες για φόβο πειθαρχικών ή οικονομικών κυρώσεων.
Καταληκτικά, το ΕΔΔΑ αποφάσισε, με πλειοψηφία 6 προς 1, ότι υπήρξε παραβίαση του Άρθρου 10 της ΕΣΔΑ. Σημαντική ήταν η μειοψηφούσα γνώμη της δικαστού Sancin, η οποία εξέφρασε την άποψη ότι οι εκφράσεις του Tešić περιείχαν σεξιστικά υπονοούμενα, στοχεύοντας γυναίκες δικαστές και θα έπρεπε να μην προστατεύονται ως ελευθερία λόγου.
Το Συμβούλιο του Στρασβούργου δικαίωσε τον Tešić, υποχρεώνοντας τις αρχές στην επιστροφή του προστίμου και στην αποζημίωση με 1.150 ευρώ για δικαστικά έξοδα.












