Τα Χριστούγεννα του 1965 χαράχτηκαν στη μνήμη της Ελλάδας για ένα έγκλημα που τα «μαύρισε». Ένα γλυκό στο γιορτινό τραπέζι μετατράπηκε σε όπλο, σκορπίζοντας τον θάνατο.
Η υπόθεση της Αμφιλοχίας, γνωστή αργότερα ως «οι κουραμπιέδες του θανάτου», συγκλόνισε την κοινή γνώμη και γέμισε πρωτοσέλιδα τις εφημερίδες της εποχής. Οι λεπτομέρειες του εγκλήματος προκάλεσαν αποτροπιασμό, ενώ τα ερωτήματα γύρω από τα κίνητρα και τις συνθήκες στοιχειώνουν μέχρι και σήμερα.
Η υπόθεση εκτυλίχθηκε στο χωριό Παπαδάτος Ξηρομέρου. Παραμονή των Χριστουγέννων του 1965 έφτασε στο σπίτι της οικογένειας της 29χρονης Βασιλικής ένα κουτί με κουραμπιέδες με τα ΚΤΕΛ. Εκείνη την ημέρα, κουραμπιέ έφαγε μόνο ο 70χρονος πατέρας της, επειδή οι υπόλοιποι νήστευαν και επρόκειτο να μεταλάβουν. Την επομένη το πρωί, ανήμερα των Χριστουγέννων, ο ανυποψίαστος ηλικιωμένος πέθανε μετά από φρικτούς πόνους. Όλοι, συμπεριλαμβανομένου του γιατρού της περιοχής, θεώρησαν ότι τον πρόδωσε η ταλαιπωρημένη του καρδιά.
Τη δεύτερη ημέρα των Χριστουγέννων, τα δύο ανίψια της 29χρονης και εγγόνια του 70χρονου (2,5 και 3,5 ετών), βρήκαν το κουτί με τους δηλητηριασμένους κουραμπιέδες και έφαγαν από μισό το καθένα. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα σφάδαζαν από τους πόνους. Ο πατέρας τους τα μετέφερε εσπευσμένα στο νοσοκομείο του Αγρινίου, όπου άφησαν την τελευταία τους πνοή. Η 29χρονη που ήταν ο στόχος της 54χρονης υπέστη δηλητηρίαση, ωστόσο γλίτωσε, διότι τίναξε τη ζάχαρη με το δηλητήριο, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα. Τυχερές στάθηκαν και μία ξαδέρφη της και μία συγγενής της.
Έπειτα από σχετικές τοξικολογικές εξετάσεις – διαπιστώθηκε ότι η δηλητηρίαση ήταν η κοινή αιτία θανάτου παιδιών και ηλικιωμένου.
Στο σπίτι της δράστιδας στην Αμφιλοχία, σε μια τρύπα του τοίχου, οι αρχές εντόπισαν περίπου 40 γραμμάρια παραθείου, δηλαδή ό,τι είχε απομείνει από το πειστήριο του εγκλήματος.
Η 54χρονη συνελήφθη την παραμονή της Πρωτοχρονιάς και μετά από τρία μερόνυχτα ανακρίσεων, ομολόγησε ότι εκείνη ήταν που έστειλε το κουτί με τους «φονικούς κουραμπιέδες» χωρίς να υποπτευθεί ότι θα την πλήρωναν άλλοι.
Το Σκοτεινό Κίνητρο: Ζήλια και Προίκα
Οι έρευνες της αστυνομίας αποκάλυψαν μια ιστορία πάθους και οικονομικών συμφερόντων. Η δράστις ήταν η 54χρονη Ειρήνη από την Αμφιλοχία, παντρεμένη με δύο παιδιά, που διατηρούσε σχέση με τον 25χρονο αρραβωνιαστικό της Βασιλικής.
Ο πραγματικός στόχος ήταν η ίδια η Βασιλική, την οποία η Ειρήνη ήθελε να βγάλει από τη μέση.
Ο αρραβωνιαστικός αρνούνταν να χωρίσει τη Βασιλική, καθώς είχε ήδη εισπράξει 40.000 δραχμές ως προκαταβολή προίκας – ένα τεράστιο ποσό για την εποχή, το οποίο θα έπρεπε να επιστρέψει αν ο γάμος ακυρωνόταν.
Η Ειρήνη πότισε τους κουραμπιέδες με παραθείο, ένα ισχυρό γεωργικό δηλητήριο.
Η Δίκη και η Τιμωρία
Τον Μάρτιο του 1967, η υπόθεση έφτασε το Κακουργιοδικείο της Πάτρας. Η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη, με τις κατηγορίες για ηθική αυτουργία να βαραίνουν και τον αρραβωνιαστικό.
Η Απόφαση:
Κατά την προανάκριση, η δολοφόνος παραδέχθηκε την ενοχή της, αλλά στη δίκη επιχείρησε να παρουσιάσει τον εραστή της ως τον ιθύνοντα νου του τριπλού φονικού.
Από την πλευρά του, ο 27χρονος υποστήριξε ότι δεν είχε καμία σχέση με το παραθείο στους κουραμπιέδες: «Είμαι αθώος. Το σφάλμα μου ήταν ότι επί ενάμιση χρόνο είχα ερωτικές σχέσεις με την Ε.». Δήλωσε, μάλιστα, πως εκείνη τον ακολουθούσε όπου πήγαινε και τα είχε φτιάξει μαζί της από οίκτο. «Η Ε. το έπραξε δια να βγάλει από την μέση την Β. και να με έχει πάντα κοντά της. Λυπάμαι την οικογένειά της, αλλά εγώ δεν φταίω σε τίποτα».
Ειρήνη: Καταδικάστηκε σε 20 χρόνια κάθειρξη, με το ελαφρυντικό της «μέτριας σύγχυσης».
Βασίλης: Αθωώθηκε, παρά τις καταθέσεις της Βασιλικής που τον έδειχναν ως τον υποκινητή της πράξης.












