Επιχείρηση – σκούπα για… γιαλαντζί πρόσφυγες.
Η κυβέρνηση δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών. Το καθεστώς ασύλου δεν είναι χαράκωμα για εγκληματίες, τρομοκράτες και ανθρώπους των κυκλωμάτων.
Με αφορμή το κύμα στοχευμένων δολοφονιών Τούρκων υπηκόων στην Αθήνα, που αποδίδονται σε ξεκαθαρίσματα λογαριασμών της τουρκικής μαφίας, η χώρα προχωρά άμεσα στον επανέλεγχο
όλων των επίμαχων φακέλων, στην άρση του ασύλου όπου απαιτείται και στην απέλαση χωρίς χρονοτριβή.
Όπως γράφει ο Γιώργος Σκορδίλης στην εφημερίδα «Political» κυβερνητικές πηγές επισημαίνουν ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να ανεχτεί άλλο «προστατευμένους» που μετατρέπονται σε απειλή για τη δημόσια ασφάλεια και τη διεθνή αξιοπιστία της χώρας. Όσοι μπήκαν
υποκρινόμενοι τους διωκόμενους, αλλά αποδείχθηκαν μέρος του προβλήματος, θα βρεθούν εκτός.
Αποκαλυπτικά στοιχεία
Το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου έχει ήδη ενεργοποιήσει ειδική ομάδα επανελέγχου, η οποία επανεξετάζει τις χορηγήσεις διεθνούς προστασίας από το 2021 έως σήμερα. Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: από τότε μέχρι τις 23 Ιουλίου 2025 έχουν πραγματοποιηθεί 513 ανακλήσεις καθεστώτος, από τις
οποίες οι 409 αφορούν ανακλήσεις ασύλου και οι 104 επικουρικής προστασίας.
Από αυτές, 13 αφορούν αποκλειστικά Τούρκους υπηκόους, οι οποίοι ενώ απέκτησαν καθεστώς πρόσφυγα στην Ελλάδα, εντοπίστηκαν αργότερα να συνδέονται με διάφορα δίκτυα. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, έχουν καταγραφεί:
• 30 περιπτώσεις που συνδέονται με τη FETO (γκιουλενιστές).
• 10 με το PKK.
• 15 με πολιτική σύνδεση με το HDP.
• 2 με το YPG.
• 1 με το μαοϊστικό TKP/ML.
Το πιο αποκαλυπτικό όμως είναι ότι πριν από το 2021, δηλαδή επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, δεν είχε γίνει ούτε μία ανάκληση.
Παρά τις χιλιάδες χορηγήσεις, ακόμη και σε πρόσωπα με προφανή υπόβαθρα ακραίας ή ύποπτης δραστηριότητας, το κράτος απείχε πλήρως από τον μεταγενέστερο έλεγχο.
Η Υπηρεσία Ασύλου ξεκίνησε να τηρεί στατιστικά ανακλήσεων μόλις από τον Ιούνιο του 2021, όταν και συγκροτήθηκε το Τμήμα Ανακλήσεων και Αποκλεισμού. Μέχρι τότε η έννοια της ανάκλησης απλώς δεν
εφαρμοζόταν.
Η αλλαγή στάσης δεν ήταν απλώς διοικητική, ήταν πολιτική. Το μήνυμα της σημερινής κυβέρνησης είναι ότι όποιος λέει ψέματα και φέρνει στη χώρα τουρκικές «εξαγόμενες συμμορίες» χάνει την προστασία και φεύγει.
Ενεργός έλεγχος, συνεχής παρακολούθηση
Η διαδικασία επανεξέτασης των φακέλων δεν είναι ούτε πρόχειρη ούτε επικοινωνιακή, αλλά περιλαμβάνει:
• Διπλή δακτυλοσκόπηση μέσω της βάσης EURODAC κατά την αρχική αίτηση και κατά την έκδοση της άδειας διαμονής.
• Διασταύρωση στοιχείων με τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών.
• Συνεχή αλληλογραφία και ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ Υπηρεσίας Ασύλου, ΕΛΑΣ και ΕΥΠ.
«Καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, καθώς και μετά την ολοκλήρωσή της, η Υπηρεσία Ασύλου βρίσκεται σε στενή συνεργασία τόσο με την Ελληνική Αστυνομία όσο και με την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών για την αξιοποίηση και διανομή των πληροφοριών», αναφέρουν οι πηγές της «Political».
«Η χώρα δεν μπορεί να είναι… χώρος φιλοξενίας για τέτοια πρόσωπα»
Τ ην ίδια ώρα, στην Τουρκία η απόφαση της Αθήνας να «ξεσκονίσει» τους Τούρκους που έχουν λάβει άσυλο στην Ελλάδα έχει πάρει διαστάσεις στα τουρκικά μέσα ενημέρωσης. Η τουρκική εφημερίδα «Nefes» έγραψε στις 22/7/2025 ότι «η Ελλάδα ερευνά μαζικά φακέλους Τούρκων πολιτών που έλαβαν άσυλο». Το δημοσίευμα αναφέρει ότι οι ελληνικές αρχές προχωρούν σε ακυρώσεις αδειών παραμονής.
Η Ελλάδα, σε πλήρη ευθυγράμμιση με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τον Κανονισμό 2580/2001, έχει κάθε δικαίωμα να αποκλείσει από το καθεστώς προστασίας όποιον έχει πει ψέματα ή συμμετέχει σε πράξεις που αντιβαίνουν στις αρχές των Ηνωμένων Εθνών.
Όπως ορίζει το άρθρο 12, παρ. 2 της Οδηγίας 2004/83/ΕΚ: «Η υποστήριξη τρομοκρατικής οργάνωσης δεν συνιστά αυτομάτως λόγο αποκλεισμού, εκτός αν αποδεικνύεται ατομική ευθύνη σε πράξεις που παραβιάζουν
διεθνείς αρχές και δικαιώματα». Και σε πολλές από τις εξεταζόμενες περιπτώσεις, τα στοιχεία για την ατομική εμπλοκή είναι επαρκή.
Ζήτημα εσωτερικής ασφάλειας
Η υπόθεση των Τούρκων «προστατευμένων» δεν είναι μόνο θέμα μεταναστευτικής διαχείρισης. Είναι ζήτημα κρατικής κυριαρχίας και εσωτερικής ασφάλειας.
Τα τελευταία χρόνια, και ειδικά μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα κατά του Ερντογάν το 2016, η Ελλάδα
αποτέλεσε την πρώτη πύλη φυγής για στρατιωτικούς, δημόσιους λειτουργούς, δικαστές, ακτιβιστές και «αντιφρονούντες» του καθεστώτος Ερντογάν. Μαζί τους όμως διείσδυσαν και πρόσωπα με ύποπτο βιογραφικό, διπλό ρόλο και παράλληλη δράση.
Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις στις οποίες συγκεκριμένοι δικαιούχοι ασύλου, λίγους μήνες μετά την έγκριση του αιτήματός τους, εμφανίστηκαν σε φακέλους της ΕΥΠ, της ΔΑΕΕΒ και της Interpol. Όχι ως πολιτικά θύματα. Αλλά ως μέλη ή συνεργοί σε υποθέσεις που αφορούν ναρκωτικά, διακίνηση μεταναστών, πλυντήρια μαύρου χρήματος και μαφιόζικες εκτελέσεις και, όπως τονίζουν οι πηγές της «Political», «η χώρα δεν μπορεί να είναι “χώρος φιλοξενίας” για τέτοια πρόσωπα».
Ο στόχος: ασφάλεια με ευθύνη, όχι ψευτοανθρωπισμός
Το μήνυμα από την κυβέρνηση είναι ότι η πολιτική ασύλου δεν θα συνεχίσει να λειτουργεί ως μονόδρομος παθητικής αποδοχής. Η Ελλάδα θα αξιοποιεί πλήρως το δικαίωμα ελέγχου, την πληροφορία, τη διεθνή
συνεργασία και την αναθεώρηση κάθε ύποπτης υπόθεσης.
Δεν πρόκειται για «στροφή» αλλά για επανόρθωση. Γιατί η ασφάλεια προηγείται και η εμπιστοσύνη του
πολίτη δεν μπορεί να υπονομεύεται από καλοπροαίρετες αφέλειες του παρελθόντος. Ή, ακόμη χειρότερα,
από την ιδεοληπτική εμμονή μιας Πολιτείας που άλλοτε κώφευε, άλλοτε βολευόταν.
Η επιχείρηση εκκαθάρισης δεν έχει μόνο εσωτερικό αποδέκτη. Αποτελεί και σαφές μήνυμα προς εταίρους και αντιπάλους: η Ελλάδα δεν θα γίνει πια το «μαλακό υπογάστριο» της Ευρώπης.
Το ελληνικό άσυλο δεν θα είναι εργαλείο παράκαμψης της διεθνούς επιτήρησης, ούτε θα λειτουργεί ως
πολιτικό καταφύγιο για όσους έφυγαν από την Τουρκία για να συνεχίσουν τη δράση τους από μακριά.
Το ζητούμενο δεν είναι να στερηθούν την προστασία αθώοι ή πραγματικά διωκόμενοι. Αντιθέτως, όσο ξεκαθαρίζει το τοπίο, τόσο ενισχύεται η αξιοπιστία του μηχανισμού ασύλου. Όσοι πραγματικά κινδυνεύουν έχουν
περισσότερες πιθανότητες να αναγνωριστούν ως πρόσφυγες, όταν η Πολιτεία δεν ανέχεται τους απατεώνες, τους προβοκάτορες και τους μαφιόζους.
Σε αυτή την κατεύθυνση ο επανέλεγχος δεν είναι διοικητική διαδικασία. Είναι πράξη κρατικής υπευθυνότητας. Και οι απελάσεις που ακολουθούν δεν είναι πολιτικό ρίσκο αλλά υποχρέωση προς την ελληνική κοινωνία.












