Το Δημογραφικό, η υπογεννητικότητα και η συρρίκνωση του πληθυσμού είναι το βαθύτερο, το πιο υπαρξιακό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες. Δεν αποτελεί απλώς ένα κοινωνικό ζήτημα. Αφορά τη συνέχιση του έθνους μας, τη βιωσιμότητα της οικονομίας, την επιβίωση του Ασφαλιστικού, την κοινωνική συνοχή, την ίδια τη λειτουργία του κράτους. Σε μια εποχή που οι γεννήσεις μειώνονται δραματικά και ο πληθυσμός μας γηράσκει με ταχείς ρυθμούς, η Πολιτεία οφείλει να ανταποκριθεί με αποφασιστικότητα. Η κυβέρνηση έχει ήδη κάνει ουσιαστικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, απαιτούνται όμως πολύ περισσότερα.
Είναι αλήθεια πως η Ελλάδα βιώνει μια από τις χαμηλότερες γεννητικότητες στην Ευρώπη. Αυτό δεν προκύπτει μόνο από οικονομικούς παράγοντες· συνδέεται με αλλαγές στις εργασιακές συνθήκες, στον τρόπο ζωής, στον χρόνο που οι νέοι διαθέτουν για τη δημιουργία οικογένειας. Παράλληλα, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής -αναμφίβολα θετική κατάκτηση- δημιουργεί ανισορροπία μεταξύ γενεών. Το αποτέλεσμα είναι ένα δημογραφικό προφίλ που πιέζει το ασφαλιστικό σύστημα, περιορίζει τη διαθεσιμότητα εργατικού δυναμικού και μειώνει τη δυναμική ανάπτυξης της χώρας.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση έχει αναγνωρίσει ότι το Δημογραφικό δεν λύνεται με αποσπασματικές πρωτοβουλίες αλλά με συνολική στρατηγική. Και αυτή η στρατηγική έχει ήδη αρχίσει να αποδίδει καρπούς.
Πρώτο μεγάλο βήμα αποτέλεσε η καθιέρωση του επιδόματος γέννησης των 2.000 ευρώ για κάθε παιδί. Το μέτρο αυτό, σε συνδυασμό με την αύξηση των αφορολόγητων ορίων για οικογένειες με παιδιά, ανακουφίζει τους νέους γονείς στα πρώτα τους βήματα. Παράλληλα, η ενίσχυση των βρεφονηπιακών σταθμών -δημόσιων και ιδιωτικών- μειώνει ένα από τα σημαντικότερα εμπόδια που συναντά ένα νέο ζευγάρι: τη δυνατότητα συνδυασμού οικογένειας και εργασίας.
Ιδιαίτερα σημαντικές είναι επίσης οι πολιτικές που διευκολύνουν την εργασία γονέων. Η θέσπιση ευέλικτων μορφών απασχόλησης, η προστασία των εργαζόμενων μητέρων αλλά και των πατέρων, καθώς και οι άδειες που επιτρέπουν ουσιαστική συμμετοχή και των δύο στη φροντίδα των παιδιών, κινούν την Ελλάδα πιο κοντά στα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση προωθεί στεγαστικές πρωτοβουλίες -όπως τα προγράμματα χαμηλότοκων δανείων για νέους και ζευγάρια- διότι γνωρίζει ότι η δημιουργία οικογένειας δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από την πρόσβαση σε αξιοπρεπή κατοικία. Η οικονομική ασφάλεια και η σταθερότητα είναι προϋποθέσεις για να αισθανθούν οι νέοι έτοιμοι να κάνουν το επόμενο βήμα.
Το Δημογραφικό δεν θα λυθεί από τη μία ημέρα στην άλλη· είναι μια μάχη που απαιτεί συνέπεια, σχέδιο και εθνική συνεννόηση. Ωστόσο, είναι ξεκάθαρο ότι σήμερα υπάρχει πολιτική βούληση και συγκεκριμένες δράσεις. Η χώρα μας δεν μπορεί να πορευθεί στο μέλλον με πληθυσμό που συρρικνώνεται. Χρειαζόμαστε μια Ελλάδα που μεγαλώνει, που παράγει, που στηρίζεται στις οικογένειες και στη νέα γενιά της.
Η αντιμετώπιση του Δημογραφικού είναι καθήκον ιστορικό. Αφορά την ταυτότητα και την προοπτική μας. Και είναι ευθύνη όλων μας -κυβέρνησης, κοινωνίας, πολιτών- να διασφαλίσουμε ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να προχωρά μπροστά, με δύναμη και ζωή.
του Γιάννη Πλακιωτάκη
Α’ αντιπρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, βουλευτής Λασιθίου











