Του Γιώργου Φιντικάκη
Ταχύτητες δείχνει να ανεβάζει ο επιχειρηματικός κόσμος της χώρας για να κερδίσει το στοίχημα της δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα που φιλοδοξεί να ενεργοποιήσει επενδύσεις 4 δισ. ευρώ και ενώ την Πέμπτη ψηφίζεται στη Βουλή το νομοσχέδιο που βάζει τους βασικούς κανόνες για να πάρει μπροστά έστω και με καθυστέρηση η νέα αυτή αγορά.
Ο νόμος που εκκρεμεί
Όπως γράφει ο Γιώργος Φιντικάκης για την εφημερίδα Political, στην πράξη πρόκειται για τον νόμο που εκκρεμεί εδώ και σχεδόν έναν χρόνο και περιμένουν οι εταιρείες για να προχωρήσουν τα έργα που δρομολογούν στη δέσμευση CO2, δηλαδή οι τσιμεντοβιομηχανίες Ηρακλής και Τιτάνας με projects 400 εκατ. και 584 εκατ. αντίστοιχα, η Motor Oil (400 εκατ.), μαζί φυσικά με την Energean που αναπτύσσει τη μοναδική αυτή τη στιγμή υπόγεια αποθήκη CO2 στον Πρίνο (1,2 δισ.), καθώς επίσης τον ΔΕΣΦΑ (800 εκατ.) που εμπλέκεται στη μεταφορά του διοξειδίου του άνθρακα στους χώρους εναπόθεσης.
Το αρμόδιο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, πιεζόμενο από τα ορόσημα του Ταμείου Ανάκαμψης (ο Πρίνος χρηματοδοτείται από το RRF), αλλά και μπροστά στο μπαράζ του επενδυτικού αυτού ενδιαφέροντος, αναγκάζεται να ανοίξει βηματισμό, προκειμένου μέχρι τα τέλη του έτους να έχουν βγει μαζί με τον νόμο και οι κανονιστικές αποφάσεις, που θα ανοίξουν τον δρόμο, ώστε η Energean να προχωρήσει στις αρχές του 2026 στο market test, το οποίο θα αφορά δεσμευτικές προσφορές. Αυτές θα καταδείξουν και το πραγματικό ενδιαφέρον της αγοράς, δηλαδή της ελληνικής αλλά και της ξένης βιομηχανίας.
Οι πρώτες γεωτρήσεις
Στο επόμενο κρίσιμο βήμα εντάσσονται οι πρώτες γεωτρήσεις για άντληση νερού και εισπίεση διοξειδίου του άνθρακα που θα «τρέξει» η εταιρεία το καλοκαίρι του 2026 και κάπου σε έναν χρόνο από σήμερα, μόλις υπάρξουν οι πρώτες δεσμευτικές συμφωνίες με πελάτες, θα λάβει και την τελική επενδυτική απόφαση.
Στη νέα αυτή αγορά, που αποτελεί μονόδρομο προκειμένου η ευρωπαϊκή βιομηχανία να βελτιώσει το ανθρακικό της αποτύπωμα και να παραμείνει ανταγωνιστική, στάθηκαν με τις τοποθετήσεις τους Έλληνες και ξένοι ειδικοί κατά το χθεσινό 5ο Forum Βιομηχανικής Διαχείρισης Άνθρακα (Industrial Carbon Management – ICM), τον ετήσιο θεσμό της Κομισιόν για τον κλάδο που φέτος διεξάγεται στην Αθήνα.
Συνδιοργανώτρια, η Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (ΕΔΕΥΕΠ), ο επικεφαλής της οποίας Άρης Στεφάτος ανέδειξε το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι από τις ελάχιστες αυτή τη στιγμή ευρωπαϊκές χώρες με τέτοιου μπάτζετ υπό ανάπτυξη έργα, καθώς μόνο οι ενισχύσεις από τα κοινοτικά ταμεία για τα παραπάνω projects αγγίζουν το 1 δισ. ευρώ.
Το εγχείρημα ωστόσο δεν είναι καθόλου αυτονόητο και το ακανθώδες ζήτημα που δεν επιλύεται με τον νόμο του ΥΠΕΝ συνδέεται με το ίδιο το δομικό πρόβλημα της χώρας, δηλαδή την ύπαρξη μίας και μοναδικής αποθήκης CO2 στην Ελλάδα.
Το αμφιλεγόμενο μοντέλο
Στο ερώτημα κατά πόσο ο νόμος θα συμβάλει πράγματι στην κατεύθυνση να «ξεκλειδώσουν» όλες αυτές οι επενδύσεις, η αγορά κρατά σοβαρές επιφυλάξεις, καθώς μόνο οι εκπομπές των παραπάνω βιομηχανιών φτάνουν τα 4 εκατομμύρια τόνους CO2 τον χρόνο (συνολικά στην Ελλάδα ανέρχονται σε 10 εκατομμύρια) όταν η χωρητικότητα του Πρίνου σε πλήρη ανάπτυξη δεν θα μπορεί να σηκώσει πάνω από 2,8 εκατομμύρια.
Στην κατεύθυνση αυτή, το υπουργείο έχει καταλήξει σε ένα αμφιλεγόμενο για την αγορά μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο μέρος του capacity του Πρίνου θα διατίθεται ισόποσα, με υπουργικές αποφάσεις, ενώ το υπόλοιπο μέσω διεθνών διαγωνισμών -πιθανότατα με ποσοστά 50%-50%-, πρακτική που η αγορά θεωρεί άκρως προβληματική. Και ικανή να εγείρει ζητήματα ανταγωνισμού στις Βρυξέλλες, στη λογική ότι δεν εξασφάλιζε διαφάνεια και ισότιμη πρόσβαση σε όλους.
Σήμερα, οι ετήσιες εκπομπές των δυο διυλιστηρίων δεν ξεπερνούν τις 500.000 τόνους έκαστο, του Ηρακλή φτάνουν το 1 εκατ. τόνους, αλλά για τον Τιτάνα ανέρχονται σε 2 εκατ. τόνους.
Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι εφόσον το 50% του capacity του Πρίνου (1,4 εκατ. τόνοι) κατανεμηθεί από το υπουργείο ισόποσα και όχι αναλογικά, δηλαδή με βάση τις εκπομπές CO2 της κάθε επιχείρησης, κάποιοι από τους παραπάνω θα καλύψουν σε πολύ μικρό βαθμό τις ανάγκες τους και θα πρέπει να αναζητήσουν λύσεις εκτός Ελλάδος.
Το πρόβλημα αναγνώρισε χθες ο υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Νίκος Τσάφος, που μιλώντας στο ICM Forum παραδέχθηκε ότι απαιτείται συνεργασία με τρίτες χώρες, όχι μόνο ευρωπαϊκές, λέγοντας ότι για τον λόγο αυτό η Ελλάδα έχει υπογράψει μνημόνιο συνεργασίας με την Αίγυπτο, όπου το δυναμικό αποθήκευσης φθάνει τα 580 εκατ. τόνους.












