Μήνυμα στην Τουρκία ότι οι απειλές κατά κράτους-μέλους της Κομισιόν κλείνουν την πόρτα για τη συμμετοχή στα ευρωπαϊκά εξοπλιστικά προγράμματα
Ο κανονισμός του SAFE (Security Action for Europe) υιοθετήθηκε με ειδική πλειοψηφία και τη συναίνεση 26 εκ των κρατών-μελών της ΕΕ, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η Κύπρος. Η Ελλάδα ασκώντας πίεση εξασφάλισε τη συμπερίληψη ισχυρών νομικών κριτηρίων όσον αφορά τις προϋποθέσεις για τη συμμετοχή των υποψηφίων προς ένταξη κρατών.
Όσον αφορά τις όποιες συμφωνίες με τρίτες χώρες (και εφόσον πληρούνται τα κριτήρια), θα προηγηθούν διαπραγματεύσεις και απαιτείται ομοφωνία, όπως προβλέπεται από το άρθρο 212 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και σε συνδυασμό με το άρθρο 218 της ίδιας συνθήκης. Αυτό αποτυπώνεται στο αιτιολογικό, ενώ είχε προϊδεάσει σχετικά η δήλωση της Επιτροπής στη συνεδρίαση του COREPER της 18ης Μαΐου 2025, ότι το άρθρο 212 θα είναι η βάση για τις συμφωνίες.
Στρατηγική αυτονομία
Όπως γράφει η «Political», το νέο ευρωπαϊκό εργαλείο αμυντικής χρηματοδότησης αποτελεί μια από τις πλέον σημαντικές κινήσεις στρατηγικής εμβάθυνσης της ΕΕ στον τομέα της άμυνας. Με χρηματοδοτικό ύψος 150 δισ. ευρώ και εστίαση σε κοινές προμήθειες οπλικών συστημάτων, το SAFE θέτει στόχο τη μείωση της εξάρτησης από τρίτους και την ενίσχυση της παραγωγικής βάσης εντός της Ένωσης.
Η λογική πίσω από τη δημιουργία του SAFE είναι σαφής: η Ευρώπη καλείται να απαντήσει σε υπαρκτές γεωπολιτικές απειλές, όπως η ρωσική επιθετικότητα, και να αποκτήσει πραγματική στρατηγική αυτονομία. Τα δάνεια που προβλέπει το SAFE μπορούν να φτάσουν έως και τα 45 χρόνια σε διάρκεια με ευνοϊκές ρήτρες και προκαταβολές έως 15% για άμεση εκκίνηση των έργων. Η στόχευση είναι διττή: η οικοδόμηση διαλειτουργικότητας και η επιτάχυνση των προμηθειών.
Ο κανονισμός του SAFE περιλαμβάνει ένα πλέγμα αυστηρών διατάξεων για τη συμμετοχή τρίτων χωρών και εταιρειών. Οι δικλίδες ασφαλείας μοιάζουν επαρκείς, καθώς απαγορεύεται η συμμετοχή εταιρειών που ελέγχονται από τρίτες χώρες, οι οποίες αντιστρατεύονται τα συμφέροντα της ΕΕ, ορίζεται ανώτατο όριο 35% σε εξαρτήματα από τρίτες χώρες και προβλέπεται η απαραίτητη ύπαρξη θεσμικής συμφωνίας ασφάλειας και άμυνας (NBI) μεταξύ ΕΕ και κάθε τρίτης χώρας που επιθυμεί να συμμετάσχει.
Ρήτρες παρέκκλισης
Υπάρχουν βέβαια ρήτρες παρέκκλισης που επιτρέπουν σε τρίτες χώρες ή εταιρείες υπό τρίτο έλεγχο να συμμετάσχουν, όμως υπό πολύ αυστηρές προϋποθέσεις, είτε ως υπεργολάβοι είτε μέσω θυγατρικών. Όμως, αξίζει να σημειωθεί ότι το χρηματοδοτικό πρόγραμμα (ασχέτως της διάρκειας των δανείων του SAFE) είναι πολύ περιορισμένου χρονικού ορίζοντα.
Η ΕΕ εμφανίζεται αποφασισμένη να προασπίσει την ακεραιότητα του προγράμματος. Ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε πρόσφατα ότι «δεν γίνεται να μιλάμε για κοινή ευρωπαϊκή άμυνα και ταυτόχρονα να παραμένει ενεργό το casus belli». Η Ελλάδα έδωσε μάχη και πέτυχε τη συμπερίληψη στο άρθρο 16 του κανονισμού όσον αφορά τα κριτήρια επιλεξιμότητας τρίτων κρατών αλλά και των εταιρειών τους, να συνεκτιμώνται η ασφάλεια και η άμυνα της ΕΕ και των κρατών-μελών της. Έτσι λοιπόν η ελληνική και κυπριακή πλευρά διαθέτουν το -ανυπέρβλητο- όπλο της ομοφωνίας, καθώς κάθε συμφωνία με τρίτη χώρα πρέπει να εγκριθεί από όλα τα κράτη-μέλη. Το τείχος λοιπόν υψώθηκε και η πολιτική εγρήγορση εδώ δεν θα επιτρέψει μεθοδεύσεις εκ μέρους της Άγκυρας ή των φανερών ή αφανών φορέων των συμφερόντων της.
Αθήνα και Λευκωσία επαγρυπνούν
Είναι λοιπόν το SAFE αρκετά ασφαλές απέναντι σε δυνάμεις που αμφισβητούν εμπράκτως τη διεθνή νομιμότητα; Ναι, η Αθήνα και η Λευκωσία αγρυπνούν. Η Τουρκία δεν αναφέρεται ονομαστικά στο κείμενο του SAFE. Δεν πληροί όμως τις θεσμικές προϋποθέσεις για συμμετοχή – δεν έχει υπογράψει συμφωνία αμυντικής συνεργασίας (NBI) με την ΕΕ, δεν αναγνωρίζει κράτος-μέλος (Κύπρος) και διατηρεί απειλή πολέμου (casus belli) κατά άλλου (Ελλάδα).
Το ρυθμιστικό πλαίσιο αφήνει ανοικτές τεχνικές και έμμεσες διαδρομές υπό αυστηρούς όρους. Και αυτό δεν είναι αμελητέο, ιδίως αν αναλογιστεί κανείς τη διεισδυτική ικανότητα της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας στην ευρύτερη περιφέρεια. Το SAFE προβλέπει ότι μπορούν να συμμετάσχουν υπεργολάβοι τρίτων χωρών, εφόσον όμως λαμβάνουν έως 35% του συνολικού έργου, είχαν προγενέστερη συμβατική σχέση ή εξετάζεται η σταδιακή αντικατάστασή τους (Άρθρο 16.4).
Το ίδιο ισχύει για εταιρείες εγκατεστημένες στην ΕΕ, ακόμη και αν ελέγχονται από τρίτες χώρες, εφόσον έχουν περάσει screening επενδύσεων και παρέχουν εγγυήσεις ασφάλειας (Άρθρα 16.5-6). Το ίδιο ισχύει και για υποδομές, πόρους ή εξαρτήματα εκτός ΕΕ, αρκεί να μην παραβιάζουν τα συμφέροντα ασφάλειας της ΕΕ και των κρατών-μελών (Άρθρο 16.8).
Τα κρυφά σχέδια της Τουρκίας για «επέλαση» στην ΕΕ
Η τακτική της Τουρκίας είναι γνωστή: θα επιδιώξει έμμεση πιθανότατα συμμετοχή μέσω θυγατρικών τουρκικών εταιρειών σε χώρες της ΕΕ (π.χ., Βουλγαρία) και φυσικά τη συνέχιση υπεργολαβιών σε υφιστάμενες συνεργασίες με ευρωπαϊκές εταιρείες (π.χ., Leonardo, ThyssenKrupp) και τεχνολογική συμπαραγωγή με ευρωπαϊκές χώρες, όπως συμβαίνει ήδη με το TCG Anadolu σε συνεργασία με την Ισπανία.
Η ΕΕ από την πλευρά της επιχειρεί να διατηρήσει ένα ευέλικτο αλλά ελεγχόμενο πλαίσιο που να μην απομονώνει πλήρως τους εξωτερικούς εταίρους, ειδικά όσους είναι «δυνάμει χρήσιμοι» – ή απλώς απαραίτητοι για επιμέρους ευρωπαϊκές δυνάμεις. Δεν είναι τυχαίο ότι χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία διατηρούν ανοικτούς διαύλους συνεργασίας με την Άγκυρα στον αμυντικό τομέα. Φυσικά απαιτείται προσοχή ώστε η Τουρκία, που προκειμένου να καταστεί επίσημα εταίρος πρέπει να υπογράψει συμφωνία NBI που απαιτεί συναίνεση όλων των κρατών-μελών, να μην εισχωρήσει σιωπηρά, δημιουργώντας πολυδαίδαλες εξαρτήσεις. Απαιτούνται διαρκής πολιτικός έλεγχος και φυσικά επίβλεψη και των γραφειοκρατικών διαδικασιών.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξη ότι «αν η Τουρκία επιθυμεί να μπει στα χρηματοδοτικά εργαλεία της ευρωπαϊκής άμυνας, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι δικαιολογημένοι προβληματισμοί της Ελλάδας και της Κύπρου».
«Τίποτα δεν μπορεί να γίνει χωρίς εμάς» Επίσης, σε συνέντευξη στον ΣΚΑΪ χθες το πρωί ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης, αναφερόμενος στο θέμα του casus belli και την Τουρκία, ανέφερε πως «δεν υπήρχε προθυμία από τα κράτημέλη της Ευρώπης να μπει ο όρος, ο οποίος προβλέπεται από τη συνθήκη λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ελλάδα, πρώτον, έβαλε όρους, ο βασικότερος από τους οποίους είναι η ομοφωνία. Άρα τίποτα δεν μπορεί να γίνει χωρίς εμάς για εμάς. Αυτό είναι πολύ σημαντικό και δεν έγινε… μαγικά, να φυτρώσει ένα άρθρο στη νέα συμφωνία. Έτσι βρήκε την ευκαιρία η Ελλάδα να ανοίξει μια συζήτηση 30 ετών. Το casus belli είναι κάτι που μας πληγώνει όλους επί 30 χρόνια. Και να πω και κάτι: με την ύπαρξη του casus belli και προηγούμενοι πρωθυπουργοί είχαν συναντηθεί με τον Τούρκο ομόλογό τους. Άρα εμείς μιλάμε με αποτέλεσμα. Η κυβέρνηση είναι αυτή που με τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό αύξησε τα απώτατα δυνητικά όρια της χώρας με τη σφραγίδα της Ευρώπης».
Η Ελλάδα και η Κύπρος διατηρούν τη δυνατότητα άσκησης βέτο και φυσικά σε ένα περιβάλλον πιέσεων και συμβιβασμών η πολιτική εγρήγορση είναι εξίσου κρίσιμη με τη νομική πρόβλεψη. Η εποπτεία πρέπει να είναι διαρκής και σχολαστική, όπως και ο έλεγχος εκτελεστικών μηχανισμών. Επίσης, πρέπει διαρκώς να εκπέμπεται καθαρό πολιτικό σήμα στη βάση του ότι η συμμετοχή της Τουρκίας στο SAFE είναι ασύμβατη με την επιθετικότητά της και τη συνεχιζόμενη παράνομη κατοχή μεγάλου τμήματος της Κύπρου. Το SAFE είναι μια αναγκαία και στρατηγικά ορθή ευρωπαϊκή απάντηση στις σύγχρονες απειλές και σε ένα ασύμμετρο -όπως έχει διαμορφωθεί- γεωπολιτικό περιβάλλον. Ωστόσο, όπως κάθε μεγάλο και σύνθετο εργαλείο, χρειάζεται πλήρη πολιτική θωράκιση.
Διαρκείς θεσμικές παρεμβάσεις
Η περίπτωση της Τουρκίας, χώρας που πατάει μονίμως σε δύο βάρκες, θέτει πολλές φορές σε δοκιμασία το θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ, καθώς η Άγκυρα προσπαθεί διαρκώς να δημιουργήσει περιβάλλον επιρρεπές σε ερμηνείες και προσαρμογές. Και αυτό σημαίνει ότι η ελληνική θέση πρέπει να είναι προληπτικά ενεργή, με στρατηγική κατεύθυνση και διαρκείς θεσμικές παρεμβάσεις που θα συνεπικουρούνται από την πολύ απαραίτητη εδώ επικοινωνία. Αυτό προκειμένου να εξασφαλίσουμε ότι δεν πρόκειται να ενισχυθούν, έστω και έμμεσα, σε οποιοδήποτε επίπεδο, αυτοί που απειλούν ευθέως κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το γεγονός πως ήδη ακούστηκαν φωνές χθες στην Αθήνα από την αντιπολίτευση, που εκπέμπουν προχειρότητα και τυχοδιωκτισμό σε ζητήματα μείζονος σημασίας για τα εθνικά μας συμφέροντα, λέει πολλά για την έλλειψη σοβαρότητας με την οποία συγκεκριμένοι πολιτικοί κύκλοι αντιμετωπίζουν τα εθνικά μας θέματα. Αλλά αυτό οι πολίτες το εισπράττουν.