Υποδομές, ενέργεια και συνδεσιμότητα είναι οι τρεις βασικοί άξονες πάνω στους οποίους κινείται ο τρέχων σχεδιασμός του Οργανισμού Λιμένα Αλεξανδρούπολης. Όπως γράφει ο Γιώργος Σ. Σκορδίλης στην εφημερίδα «Political», οι επιλογές αντανακλούν τη γεωγραφική θέση του λιμένα και τον ρόλο που καλείται να διαδραματίσει η Αλεξανδρούπολη στο ευρύτερο γεωοικονομικό περιβάλλον της Νοτιοανατολικής και Ανατολικής Ευρώπης.
Πρώτος άξονας είναι οι υποδομές. Το λιμάνι βρίσκεται σε διαδικασία αναβάθμισης των λειτουργικών του δυνατοτήτων, με έμφαση στη βελτίωση και την αναδιάταξη των υφιστάμενων χώρων. Στόχος είναι η αποτελεσματικότερη εξυπηρέτηση φορτίων γενικού χαρακτήρα, χύδην φορτίων αλλά και ειδικών φορτίων υψηλών απαιτήσεων, συμπεριλαμβανομένων στρατιωτικών και ενεργειακών μεταφορών.
Η ενίσχυση των κρηπιδωμάτων και η καλύτερη οργάνωση των χερσαίων ζωνών θεωρούνται κρίσιμες όχι μόνο για την αύξηση της δυναμικότητας, αλλά και για τη δυνατότητα του λιμένα να ανταποκρίνεται σε επιχειρησιακές απαιτήσεις αυξημένης ταχύτητας και αξιοπιστίας.
Γεωπολιτικές προτεραιότητες
Στενά συνδεδεμένος με τις υποδομές είναι ο δεύτερος άξονας, αυτός της ενέργειας. Η Αλεξανδρούπολη έχει αναδειχθεί σε κομβικό σημείο για τη διαφοροποίηση των ενεργειακών οδεύσεων της Ευρώπης, με τον λιμένα να υποστηρίζει δραστηριότητες που σχετίζονται με το φυσικό αέριο, την αποθήκευση, τη μεταφορά και την εξυπηρέτηση κρίσιμων ενεργειακών έργων.
Ο ρόλος αυτός προσδίδει στο λιμάνι χαρακτήρα στρατηγικής υποδομής, ενταγμένης στον ευρωπαϊκό σχεδιασμό ενεργειακής ασφάλειας, αλλά και στο ευρύτερο πλαίσιο των δυτικών ενεργειακών και γεωπολιτικών προτεραιοτήτων.Στο σημείο αυτό καθίσταται σαφές και το έντονο ενδιαφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών. Η Αλεξανδρούπολη αντιμετωπίζεται από την Ουάσιγκτον ως εναλλακτική πύλη εισόδου ενεργειακών και στρατιωτικών ροών προς τη Νοτιοανατολική και Ανατολική Ευρώπη, παρακάμπτοντας τα Στενά και περιορίζοντας γεωπολιτικούς κινδύνους.
Η χρήση του λιμένα για μεταφορές υλικού στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, αλλά και η σύνδεσή του με ενεργειακές υποδομές περιφερειακής σημασίας, ενισχύουν τον στρατηγικό του χαρακτήρα και εξηγούν γιατί η Αλεξανδρούπολη έχει πάψει να θεωρείται απλώς μια τοπική λιμενική εγκατάσταση.
Ο τρίτος άξονας αφορά τη συνδεσιμότητα και αποτελεί, στην πράξη, το κρισιμότερο τεστ αξιοπιστίας του συνολικού σχεδιασμού. Η λειτουργική αξία του λιμένα εξαρτάται άμεσα από τη σύνδεσή του με τα χερσαία δίκτυα μεταφορών. Η πλήρης και απρόσκοπτη σύνδεση με την Εγνατία Οδό, καθώς και με τους κάθετους άξονες που οδηγούν προς Βουλγαρία, Ρουμανία και ευρύτερα την Ανατολική Ευρώπη, δεν αποτελεί αναπτυξιακή επιλογή αλλά αναγκαία συνθήκη. Χωρίς αυτήν, ο ρόλος του λιμένα ως διαμετακομιστικού κόμβου παραμένει περιορισμένος και ευάλωτος σε ανταγωνισμούς.
Η δυνατότητα μεταφοράς φορτίων προς την ενδοχώρα και την Ανατολική Ευρώπη χωρίς εξάρτηση από τα Στενά του Βοσπόρου προσδίδει στην Αλεξανδρούπολη σαφές ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Ωστόσο, το πλεονέκτημα αυτό ενεργοποιείται μόνο υπό την προϋπόθεση ότι οι οδικές και σιδηροδρομικές υποδομές λειτουργούν χωρίς προβλήματα.
Παράλληλα, στον σχεδιασμό εντάσσεται η ψηφιακή αναβάθμιση του λιμένα. Η εφαρμογή σύγχρονων πληροφοριακών συστημάτων και η βελτίωση των δικτύων επικοινωνίας στοχεύουν στη μεγαλύτερη διαφάνεια, στον καλύτερο έλεγχο των ροών και στη μείωση της γραφειοκρατίας για τους χρήστες.
Κρίσιμος παράγοντας
Η κατεύθυνση είναι ένα λιμάνι με σαφείς διαδικασίες, προβλέψιμο πλαίσιο λειτουργίας και αυξημένη αξιοπιστία, στοιχείο κρίσιμο για διεθνείς φορτωτές και θεσμικούς εταίρους.
Κρίσιμος παράγοντας παραμένει το ανθρώπινο δυναμικό. Η ανάγκη για εξειδικευμένα στελέχη, τεχνικό προσωπικό και διοικητικές δομές που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες απαιτήσεις είναι δεδομένη. Η σύνδεση του λιμανιού με την τοπική κοινωνία και την απασχόληση αντιμετωπίζεται ως βασικό στοιχείο βιωσιμότητας και κοινωνικής αποδοχής.
Το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης επιχειρεί να περάσει από τον ρόλο της περιφερειακής υποδομής σε εκείνον του πολυλειτουργικού κόμβου διεθνούς σημασίας. Κρίσιμο ζήτημα παραμένει η χρονική συνέπεια. Οι επενδύσεις σε υποδομές, οι ενεργειακές δραστηριότητες και η ενίσχυση της συνδεσιμότητας πρέπει να εξελιχθούν παράλληλα και όχι αποσπασματικά.












