Δεν υπάρχει ασφαλώς αντίλογος στο ότι πρέπει να γίνουν πάρα πολλά ακόμη για την όλη βελτίωση της λειτουργίας μας ως κράτους. Ούτε βεβαίως μπορεί να κατηγορήσει κανείς την αντιπολίτευση για την συνεχώς κλιμακούμενη κριτική της κατά της κυβέρνησης για λάθη, παραλείψεις και ,κατά την άποψή της, εσφαλμένους χειρισμούς.
του Φώτη Σιούμπουρα
Τον τελευταίο χρόνο με επίκεντρο το δυστύχημα των Τεμπών, το διαχρονικό σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ και προσφάτως με τα θέματα του Άγνωστου Στρατιώτη και των ΕΛΤΑ, η αντιπολίτευση με επιχειρήματα που πολλές φορές δεν αντέχουν στην λογική τους επεξεργασία, έχει δημιουργήσει «σκηνικό παραζάλης», που επιτείνεται από τα πιο απίθανα σενάρια και τις πιο ακραίες απόψεις που, ως θέσφατα, διοχετεύονται μέσω της «ηλεκτρονικής ανωνυμίας» στο πανελλήνιο κοινό. Σαφές το πολιτικό μήνυμα που εκπέμπει τον τελευταίο καιρό το «κίνημα της πλατείας» : η Δικαιοσύνη είναι διεφθαρμένη και ελεγχόμενη, οι δημοκρατικοί θεσμοί έχουν διαβρωθεί από τη διαπλοκή με την πολιτική εξουσία, το πολιτικό σύστημα είναι πουλημένο στα συμφέροντα, ο πρωθυπουργός και οι γύρω του πρέπει να καθίσουν στο σκαμνί και να πάνε φυλακή…
Και μέσα σ’ αυτό το κλίμα το σύνολο της αντιπολίτευσης φθάνει στο σημείο να δημιουργεί ακόμη και «θέμα συνταγματικότητας» και μείζον «θέμα δημοκρατίας» με τις κυβερνητικές αποφάσεις, που είχαν ληφθεί για την πλατεία Συντάγματος, μπροστά στον Άγνωστο Στρατιώτη. Το εξοργιστικό στην περίπτωση αυτή, όπως και σε άλλες βέβαια, είναι η απόλυτη υποκρισία της αντιπολίτευσης και ιδίως του Σύριζα που μιλάει για «αντισυνταγματική απαγόρευση των συγκεντρώσεων», όταν σαφέστατα δεν πρόκειται περί αυτού αφενός και αφετέρου: Με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα η οδός Ηρώδου Αττικού ήταν κλειστή για κάθε πεζό και εποχούμενο πολίτη, συχνότατα δε ήταν τα επεισόδια και οι ξυλοδαρμοί διαμαρτυρομένων ομάδων πολιτών, μηδέ των συνταξιούχων εξαιρουμένων.
Είναι βέβαια φανερό πως η αδυναμία της αντιπολίτευσης να αρθρώσει πολιτικό λόγο, να πείσει ότι μπορεί να εκφράσει μια νέα πορεία της χώρας, την οδηγεί και πάλι σε κατάσταση νευρικής κρίσης και σε νέα αδιέξοδα. Τα πολιτικά νοσηρά περιστατικά είναι πολλά και πληθαίνουν και δεν αφορούν μόνο σε κόμματα που κάνουν καριέρα ποντάροντας στην εχθροπάθεια, το μίσος, τον λαϊκισμό.
Αφορούν κύρια και αυτό είναι το πιο σοβαρό, κόμματα που κυβέρνησαν (ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ). Και το ερώτημα, που αφορά κυρίως το ΠΑΣΟΚ, το οποίο έχει κυβερνήσει τα μισά χρόνια της Μεταπολίτευσης, είναι ποια ακροατήρια προσπαθεί να πείσει ; Kαι συμβιβάζεται η θεσμικότητα που επικαλούνται ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ με ανιστόρητες επιθέσεις στελεχών τους περί χούντας Μητσοτάκη, κυβέρνηση που είναι «εγκληματική οργάνωση»;
Ακολουθώντας και σήμερα την τακτική αυτή είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα το πληρώσουν και πάλι, όπως το πλήρωσαν ακριβά όσοι την περίοδο των αγανακτισμένων καθύβριζαν τους πάντες και προπηλάκιζαν σπέρνοντας το μίσος και τον διχασμό. Πολύ περισσότερο αυτό ισχύει για κόμματα που δεν μπορούν να παρουσιαστούν ως πολιτικές παρθένες .Που παριστάνουν ότι δεν ήξεραν τίποτα για παράνομες επιδοτήσεις αγροτών, κλεισίματος υποκαταστημάτων των ΕΛΤΑ, φοροδιαφυγή, διαφθορά, σκάνδαλα .Εκμεταλλευόμενοι την δυσχερή θέση στην οποία βρίσκεται η κοινωνία προσφεύγουν μόνο σε ύβρεις, στη σκανδαλολογία, στην ηθικολογία.
Ναι, η κοινωνία δεν είναι σήμερα ευχαριστημένη με όσα συμβαίνουν. Σημαντικά τμήματά της δεν τα βγάζουν πέρα αν και η ελληνική Οικονομία δείχνει να τα πηγαίνει καλά. Εκνευρίζεται όταν οικονομικά αντιμετωπίζει την ακρίβεια και την ίδια ώρα μαθαίνει για εκατομμύρια που γυρνάνε γύρω – γύρω και μοιράζονται σε επιτήδειους. Βιώνει μια δύσκολη διεθνή συγκυρία που τονώνει τον φόβο για το τι μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή. Αναζητεί ελπίδα, αλλά ελπίδα δεν έρχεται από την καταστροφολογία, ούτε από ένα πολιτικό λόγο που παρουσιάζει την Ελλάδα να πεινάει, να καταστρέφεται, να κυβερνάται περίπου από χούντα, να απομονώνεται διεθνώς.
Μένει περίπου ενάμιση χρόνος μέχρι τις εκλογές, χρόνος απεριόριστα μεγάλος που μπορεί να κρύβει πολλά απρόοπτα , γεγονότα. Το σίγουρο είναι ότι στην πολιτική κερδίζει όποιος εμπνέει σιγουριά, σταθερότητα, όποιος διαθέτει αφήγημα και θέληση να αλλάξει τη χώρα. Με μόνο γκρίνια, καταγγελία και μεμψιμοιρία δεν μπορείς να υπολογίζεις σε θετικά αποτελέσματα.











