Ο τρόπος δράσης και πώς έπεσαν στα χέρια της αστυνομίας
Η κινηματογραφική κλοπή στο Μουσείο του Λούβρου ξεμπρόστιασε τις γαλλικές αρχές αλλά ξαναθύμισε και μια από τις πιο εντυπωσιακές υποθέσεις διεθνούς οργανωμένου εγκλήματος που άπλωσε δίχτυα και στην Ελλάδα
Ο λόγος για τη συμμορία «Ροζ Πάνθηρες» στο βιογραφικό της οποίας περιλαμβάνονται εκατό κλοπές και διαρρήξεις σε διάστημα δύο ετών στη χώρα μας.

Η Ελληνική Αστυνομία είχε καταφέρει να συλλάβει μέλη της ομάδας, η οποία είχε απασχολήσει σχεδόν όλες τις αστυνομικές υπηρεσίες του κόσμου. Το κουβάρι άρχισε να ξετυλίγεται όταν συνελήφθη επ’ αυτοφώρω ένας εκ των μελών μετά από πληροφορίες που είχαν φτάσει στις ελληνικές αρχές από την Interpol και τις γερμανικές αρχές σχετικά με τη μεθοδολογία και τη δράση της σπείρας.

Λεπτομέρειες της δράσης τους περιλαμβάνονται στη δικογραφία που είχε σχηματιστεί από τις ελληνικές αρχές. Όπως καταγράφεται οι δράστες προτιμούσαν κυρίως καταστήματα επωνύμων ειδών στην Αθήνα, όπως τα Enny di Monaco, VARDAS, τα οπτικά Αράθυμος, αλλά και το κατάστημα πώλησης χαλιών της Δέσποινας Μοιραράκη, απ’ όπου αφαίρεσαν εμπόρευμα αξίας άνω των 250.000 ευρώ, σύμφωνα με την κατάθεση της.
Το πλάνο δράσης ήταν σχεδόν πανομοιότυπο. Ορισμένα μέλη εντόπιζαν και στοχοποιούσαν τα καταστήματα, άλλα αναλάμβαναν την αφαίρεση οχημάτων με τη χρήση αυτοσχέδιων κλειδιών-πασπαρτού, τα οποία στη συνέχεια χρησιμοποιούσαν για τη μεταφορά της λείας. Κάποιοι είχαν ρόλο οδηγών ή τσιλιαδόρων, εξασφαλίζοντας τη γρήγορη και ασφαλή διαφυγή της ομάδας.

Οι «Ροζ Πάνθηρες» προσέγγιζαν τα καταστήματα μεταμεσονύχτιες ώρες σταθμεύοντας πλησίον των στόχων με ενοικιαζόμενα ή κλεμμένα αυτοκίνητα. Ένας ή δύο δράστες επιβιβάζονταν στα κλεμμένα οχήματα και, με αστραπιαία ταχύτητα, εμβόλιζαν τις βιτρίνες ή, με τη χρήση ιμάντων, σχοινιών και συρματόσχοινων που προσαρμόζονταν στους κοτσαδόρους, τραβούσαν και παραβίαζαν τα ρολά ασφαλείας. Από τις παραβιασμένες πόρτες εισέρχονταν στα καταστήματα, άρπαζαν τη λεία και διέφευγαν είτε με τα ίδια οχήματα, τα οποία στη συνέχεια εγκατέλειπαν, είτε με μοτοσυκλέτες ή ενοικιαζόμενα αυτοκίνητα.

Σε πολλές περιπτώσεις, οι αστυνομικοί εντόπισαν στον τόπο των κλοπών ξύλα, μαδέρια και κορμούς δέντρων, που χρησιμοποιούνταν ως αυτοσχέδιοι πολιορκητικοί κριοί ή ράμπες για την είσοδό τους στα καταστήματα.

Κατά διαστήματα, τα μέλη της συμμορίας ταξίδευαν στο εξωτερικό είτε για να διαθέσουν τα κλοπιμαία, είτε για να συνεχίσουν τη δράση τους σε άλλες χώρες, είτε για να εφοδιαστούν με νέα πλαστά έγγραφα – διαβατήρια, ταυτότητες και άδειες οδήγησης – με διαφορετικά στοιχεία. Έτσι καθιστούσαν εξαιρετικά δύσκολο τον εντοπισμό και τη σύλληψή τους.












