Κάποτε οι κοινότητες ήταν καταφύγιο. Κόμματα, ομάδες, συλλογικότητες, σωματεία, ακόμα και μουσικές σκηνές ή λέσχες. Μπήκες, έμεινες, ταυτίστηκες, άντεξες. Σήμερα, για τη νέα γενιά, το «ανήκω» έχει όρους χρήσης. Και σχεδόν πάντα λήγουν γρήγορα.
Η Gen Z δεν μεγάλωσε με την ιδέα της πίστης στη συλλογικότητα. Μεγάλωσε με την ιδέα της δοκιμής. Μπαίνω. Βλέπω. Αξιολογώ. Αν κάτι δεν μου κάνει, φεύγω. Χωρίς ενοχές, χωρίς απολογίες, χωρίς να νιώθω ότι προδίδω κάποιο «εμείς». Η κουλτούρα του «μπαίνω – απογοητεύομαι – βγαίνω» δεν είναι μια ιδιοτροπία αλλά ένας μηχανισμός άμυνας.
Γιατί οι περισσότερες κοινότητες που συνάντησαν οι νέοι ήταν ήδη κουρασμένες. Κόμματα που μιλούν για το μέλλον με λεξιλόγιο του ’90. Ομάδες που υπόσχονται συμμετοχή αλλά λειτουργούν με ιεραρχίες και μικρές εξουσίες. Συλλογικότητες που ξεκινούν με ιδανικά και καταλήγουν σε εσωτερικές έριδες. Ακόμα και fandoms -υποτίθεται χώροι διασκέδασης- που γίνονται τοξικά, τιμωρητικά, σχεδόν δογματικά.
Οι νέοι μπήκαν σε όλα αυτά με ελπίδα. Βγήκαν με εμπειρία. Και κάπου εκεί γεννήθηκε η δυσπιστία: όχι απέναντι στην ιδέα της κοινότητας, αλλά απέναντι στον τρόπο που αυτή λειτουργεί. Γιατί όταν ένα «μαζί» αρχίζει να μοιάζει περισσότερο με καταναγκασμό παρά με στήριξη, η έξοδος γίνεται πράξη αυτοπροστασίας.
Η γενιά αυτή δεν έχει πρόβλημα με τη συλλογικότητα. Έχει πρόβλημα με τη χειραγώγηση. Με τις κρυφές ατζέντες. Με τους άγραφους κανόνες. Με την απαίτηση να συμφωνείς σε όλα για να παραμείνεις μέλος. Αν νιώσεις ότι χάνεις τη φωνή σου για να ανήκεις, προτιμάς να μην ανήκεις καθόλου.
Για αυτό και οι κοινότητες σήμερα είναι ρευστές. Προσωρινές. Ad hoc. Δημιουργούνται γύρω από ένα θέμα, ένα πρόσωπο, μια στιγμή. Διαλύονται χωρίς δράμα. Οι νέοι δεν επενδύουν την ταυτότητά τους σε αυτές, επενδύουν εμπειρία. Κρατούν ό,τι τους ωφέλησε και προχωρούν.
Κάποιοι το λένε ατομισμό. Στην πραγματικότητα είναι κούραση από τις διαψεύσεις. Γιατί οι νέοι έμαθαν νωρίς ότι το «μαζί» δεν εγγυάται δικαιοσύνη, ασφάλεια ή φροντίδα. Και δεν έχουν καμία διάθεση να ξανακαούν για μια ιδέα που ζητά περισσότερα από όσα προσφέρει.
Το παράδοξο είναι ότι, παρά την απογοήτευση, η ανάγκη για κοινότητα δεν έχει εξαφανιστεί. Απλώς άλλαξε μορφή. Εκφράζεται σε μικρές ομάδες, σε ιδιωτικά chats, σε άτυπα δίκτυα αλληλεγγύης, σε συνεργασίες χωρίς τίτλους. Όχι σε μεγάλα σχήματα, αλλά σε ανθρώπινες κλίμακες.
Οι νέοι δεν εγκατέλειψαν τις κοινότητες. Εγκατέλειψαν τις ψευδαισθήσεις. Αν οι συλλογικότητες θέλουν να επιβιώσουν, δεν χρειάζονται περισσότερα συνθήματα. Χρειάζονται λιγότερη εξουσία, περισσότερη ειλικρίνεια και τον σεβασμό ότι το «μένω» πρέπει να είναι επιλογή και όχι υποχρέωση.
του Γιώργου Ν. Καραμανλή











