Η καθυστέρηση στη διάγνωση μπορεί να επιβαρύνει την ψυχική υγεία και την καθημερινή λειτουργία τους, δείχνει νέα ευρωπαϊκή έρευνα.
Ένα σημαντικό χάσμα μεταξύ ανδρών και γυναικών στη διάγνωση της διαταραχής ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) φέρνει στο φως νέα μελέτη που παρουσιάστηκε στο συνέδριο του Ευρωπαϊκού Κολλεγίου Νευροψυχοφαρμακολογίας (ECNP) και δημοσιεύθηκε στο European Psychiatry.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι γυναίκες διαγιγνώσκονται κατά μέσο όρο πέντε χρόνια αργότερα από τους άνδρες, παρότι τα πρώτα συμπτώματα εμφανίζονται στην ίδια ηλικία. Η καθυστέρηση αυτή, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες για τη συναισθηματική ισορροπία, την καθημερινή λειτουργία και τη μακροπρόθεσμη ψυχική υγεία.
Η έρευνα, υπό τη διεύθυνση της δρ. Silvia Amoretti στο Hospital Clínic της Βαρκελώνης, ανέλυσε δεδομένα από 900 ενήλικες που διαγνώστηκαν για πρώτη φορά με ΔΕΠΥ. Παρότι τα συμπτώματα ξεκινούσαν στην παιδική ηλικία και για τα δύο φύλα, οι γυναίκες λάμβαναν διάγνωση γύρω στα 29 έτη, ενώ οι άνδρες στα 24.
«Οι γυναίκες υποδιαγιγνώσκονται, λαμβάνοντας συχνά διάγνωση με διαφορά ετών από τους άνδρες», σημείωσε η δρ. Amoretti. «Αυτό συνεπάγεται χειρότερα κλινικά αποτελέσματα, υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης και άγχους, και γενικότερη δυσλειτουργία στην καθημερινότητα».
«Τα συμπτώματα των γυναικών είναι λιγότερο ορατά, αλλά όχι λιγότερο σημαντικά»
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η καθυστέρηση σχετίζεται με τον τρόπο έκφρασης των συμπτωμάτων: ενώ τα αγόρια εμφανίζουν συχνά υπερκινητικότητα και παρορμητικές αντιδράσεις που εντοπίζονται ευκολότερα, τα κορίτσια εκδηλώνουν απροσεξία ή εσωστρέφεια, χαρακτηριστικά που συχνά παρερμηνεύονται ως ντροπαλότητα ή ονειροπόληση.
«Τα συμπτώματα των γυναικών είναι λιγότερο ορατά, αλλά όχι λιγότερο σημαντικά», πρόσθεσε η ερευνήτρια. «Αυτό σημαίνει ότι πολλές μένουν για χρόνια χωρίς θεραπεία, χάνοντας την ευκαιρία για έγκαιρη παρέμβαση που θα μπορούσε να βελτιώσει τη ζωή τους».
Η ανάλυση έδειξε επίσης ότι οι άνδρες με ΔΕΠΥ παρουσίαζαν συχνότερα εξωστρεφείς συμπεριφορές, όπως παραβατικότητα ή νομικά προβλήματα – με το 18,1% να έχει αντιμετωπίσει ζητήματα με το νόμο, έναντι 6,6% των γυναικών.
Η καθηγήτρια Sandra Kooij, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικτύου ΔΕΠΥ Ενηλίκων, επισημαίνει ότι η εικόνα αυτή είναι παγκόσμια: «Οι ορμονικές διακυμάνσεις, η έλλειψη εκπαίδευσης των γιατρών και οι διαφορετικοί κοινωνικοί ρόλοι των φύλων συμβάλλουν στη διαγνωστική καθυστέρηση. Χρειάζεται περισσότερη ευαισθητοποίηση ώστε τα κορίτσια και οι γυναίκες να λαμβάνουν νωρίτερα τη βοήθεια που χρειάζονται».
Οι ερευνητές τονίζουν ότι η προσαρμογή των διαγνωστικών εργαλείων με βάση το φύλο θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιο έγκαιρη αναγνώριση και αποτελεσματική θεραπεία. «Η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η ΔΕΠΥ εκδηλώνεται διαφορετικά στα δύο φύλα είναι ζήτημα ισότητας στη φροντίδα και στην υγεία», κατέληξε η δρ. Amoretti.