Η διπλή συμφωνία με ΗΠΑ και Ουκρανία βάζει στην πρώτη γραμμή τους Έλληνες εφοπλιστές, οι οποίοι ελέγχουν το 1/4 της παγκόσμιας χωρητικότητας σε LNG carriers για μεταφορά υγροποιημένου φυσικού αερίου προς την εμπόλεμη χώρα – Ενισχύεται η διασύνδεση ελληνικής ναυτιλίας, αμερικανικής ενεργειακής πολιτικής και ανατολικοευρωπαϊκής ασφάλειας εφοδιασμού
Η 20ετής συμφωνία προμήθειας αμερικανικού LNG από τη Venture Global προς την ελληνική Atlantic See LNG (κοινοπραξία DEPA – ΑΚΤΩΡ) από το 2030 και μετά συνιστά στην πράξη «κλείδωμα» ροών για δύο δεκαετίες, που δένει τον αμερικανικό εξαγωγικό μηχανισμό με τις ελληνικές υποδομές και αναπόφευκτα με τον ελληνόκτητο στόλο LNG, ο οποίος ήδη μεταφέρει μεγάλο μέρος των φορτίων από τις ΗΠΑ προς την Ευρώπη.
Όπως γράφει ο Γιώργος Σ. Σκορδίλης στην εφημερίδα Political, η συγκυρία αποκτά νέο βάθος έπειτα από τη συμφωνία Μητσοτάκη – Ζελένσκι, η οποία ενισχύει τον ρόλο της Ελλάδας ως προμηθευτή φυσικού αερίου και LNG προς την Ουκρανία μέσω του Κάθετου Διαδρόμου.
Το Κίεβο αναζητά σταθερές, μη ρωσικές πηγές για την επόμενη δεκαετία και η Αθήνα κλείδωσε πολιτική δέσμευση ότι οι ουκρανικές ανάγκες θα καλύπτονται μέσω ελληνικών υποδομών και διαμετακόμισης. Έτσι, η 20ετής συμφωνία με τις ΗΠΑ παύει να είναι απλώς εμπορική, αλλά αποκτά άμεση γεωπολιτική προέκταση προς την Ανατολική Ευρώπη.
Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία, η συμφωνία ξεκινά από τουλάχιστον 0,7 δισ. κυβικά μέτρα ετησίως, με προοπτική να φτάσει έως και τα 4 δισ. κυβικά μέτρα, τα οποία θα εισάγονται και θα επανεξάγονται μέσω Ρεβυθούσας, FSRU Αλεξανδρούπολης και του Κάθετου Διαδρόμου προς Βουλγαρία, Ρουμανία, Μολδαβία και πλέον και Ουκρανία.
Ενεργειακή πύλη
Η σύνδεση με το ουκρανικό δίκτυο καθιστά τις ελληνικές υποδομές πύλη προς μια αγορά που θα χρειαστεί σημαντικές ποσότητες LNG για χρόνια.
Αυτό σημαίνει σταθερό βασικό φορτίο εμπορίου LNG στην ευρύτερη περιοχή, το οποίο θα πρέπει να εξυπηρετηθεί από πλοία μεγάλων αποστάσεων, με έμφαση στα σύγχρονα, διπλού καυσίμου LNG carriers χωρητικότητας 170.000-180.000 κυβικών μέτρων, δηλαδή ακριβώς στο προφίλ του ελληνόκτητου στόλου.
Η Ελλάδα λειτουργεί ήδη ως κόμβος υποδοχής, αποθήκευσης, επαναεριοποίησης και διαμετακόμισης LNG, με τις ΗΠΑ να έχουν εξελιχθεί στον κυριότερο προμηθευτή φορτίων. Από το 2024 η λειτουργία του FSRU Αλεξανδρούπολης και η αυξημένη χρήση του εθνικού δικτύου έχουν ενισχύσει τις εξαγωγές προς Βαλκάνια και Ουκρανία.
Η νέα 20ετής συμφωνία με τις ΗΠΑ, σε συνδυασμό με τη σημερινή ελληνοουκρανική συμφωνία, ουσιαστικά μονιμοποιεί αυτό τον ρόλο και δίνει μεγαλύτερη ορατότητα ζήτησης στους πλοιοκτήτες που έχουν επενδύσει σε LNG carriers.
Στον πυρήνα βρίσκεται το γεγονός ότι οι Έλληνες εφοπλιστές ελέγχουν περίπου το ένα τέταρτο της παγκόσμιας χωρητικότητας σε LNG carriers (περί τα 169 πλοία, 24,5% του dwt), με νεαρό μέσο όρο ηλικίας και σημαντικό πρόγραμμα νέων ναυπηγήσεων.
Με άλλα λόγια, τη στιγμή που Ουάσιγκτον και Κίεβο επιδιώκουν ασφαλείς, σταθερές ροές LNG προς την Ευρώπη, το «μέσο μεταφοράς» που θα υλοποιήσει αυτήν τη διαδρομή είναι κατά μεγάλο μέρος ελληνικό.
Οι εταιρείες που θα βρεθούν στην πρώτη γραμμή των μεταφορών αμερικανικού LNG -και πλέον και των φορτίων που θα διοχετεύονται προς Ουκρανία- είναι όσες διαθέτουν ισχυρό αποτύπωμα και μεγάλο πρόγραμμα ναυπηγήσεων: Maran Gas, Capital, Dynagas, GasLog, Alpha Gas, Thenamaris, Minerva Gas, TEN, Latsco και Chandris Hellas.
Γεωπολιτική αναβάθμιση των ροών μέσω Ελλάδας
Πρόκειται για ομίλους που ήδη εκτελούν τακτικά δρομολόγια από την αμερικανική ακτή του Κόλπου προς την Ευρώπη, συγκεντρώνοντας μεγάλο μέρος των ναυλώσεων από αμερικανικούς εξαγωγείς LNG. Η σταθεροποίηση και η γεωπολιτική αναβάθμιση των ροών μέσω Ελλάδας επιτρέπουν να «κλειδώσουν» ναυλώσεις μεγαλύτερης διάρκειας, να στηρίξουν τα επενδυτικά τους πλάνα και να μειώσουν τον κίνδυνο υπερπροσφοράς χωρητικότητας.
Σε γεωπολιτικό επίπεδο, η διπλή συμφωνία με ΗΠΑ και Ουκρανία ενισχύει τη διασύνδεση ελληνικής ναυτιλίας, αμερικανικής ενεργειακής πολιτικής και ανατολικοευρωπαϊκής ασφάλειας εφοδιασμού. Η Αθήνα αποκτά πρόσθετο διαπραγματευτικό βάρος στις Βρυξέλλες, ενώ ο ελληνικός στόλος LNG τοποθετείται στο επίκεντρο της ενεργειακής αρχιτεκτονικής της επόμενης δεκαετίας.












