Οι «συστημικοί» δεν παράγουν πολιτική,
ούτε δημιουργούν σοβαρές προϋποθέσεις για διάδοχη κατάσταση
Οι τελευταίες, προ του θέρους, δημοσκοπήσεις αναδεικνύουν και πάλι το «καυτό» θέμα της αυτοδυναμίας και κατά πόσο η ΝΔ είναι δυνατόν να την κατακτήσει στις προσεχείς εκλογές, όποτε και αυτές διεξαχθούν.
Βάσει αυτών των δημοσκοπήσεων, η εκτίμηση στο Μέγαρο Μαξίμου είναι ότι η επιστροφή στην αυτοδυναμία, σε αυτήν τη φάση, είναι μεν δύσκολη, όχι όμως αδύνατη. Αλλά είναι πολύ πιθανό να συμβεί κάτι τέτοιο, αφού οι κυβερνώντες δηλώνουν και έχουν βάλει κάποιο σχέδιο μπροστά. Οι άλλοι δεν έχουν τίποτε παρά μόνον «λόγια του αέρα» και… προτάσεις για Προανακριτική για τα Τέμπη. Οι κυβερνητικοί, θέλοντας να αποφύγουν κάποιο πατατράκ τύπου 2012, έκαναν «δυναμική επανεκκίνηση» και ήδη βρίσκονται λίγο πάνω από το 30%. Με τους άλλους να βολοδέρνουν περί το 13%-14% και κάτω, ο Μητσοτάκης έχει λόγους να είναι αισιόδοξος για αυτοδυναμία, έστω και αν χρειαστεί να καταφύγει σε δεύτερες και σε τρίτες εκλογές.
Οι «άλλοι», που εξακολουθούν να είναι στη λογική του δικού τους μικρομάγαζου και δεν παράγουν πολιτική, ούτε δημιουργούν σοβαρές προϋποθέσεις για διάδοχη κατάσταση, ούτε και βρίσκουν σημεία εκλογικής συνεργασίας, στρέφονται όλοι εναντίον όλων. Ανούσιες αντιπαραθέσεις και σενάρια περί συνεργασίας, την οποία κανείς δεν επιθυμεί.
Στη ρητορική τους κυριαρχούν τα «θα μπορούσε», «υπό προϋποθέσεις», «ενδεχομένως»… να συνεργαστούμε προγραμματικά, να κάνουμε εκλογική σύμπραξη, να φτιάξουμε αντιδεξιό ή λαϊκό μέτωπο. Απουσιάζουν εντελώς οι βεβαιότητες, οι κοινές θέσεις, τα κοινά προγράμματα.
Μέχρι τώρα, η ρητορική και οι προτάσεις των κομμάτων της Κεντροαριστεράς απευθύνονται στο διαρκώς συρρικνούμενο εκλογικό σώμα (δεν αναφέρομαι στην αντισυστημική αντιπολίτευση, είτε πρόκειται για τη λαϊκιστική Δεξιά, είτε για τη λαϊκιστική Αριστερά, γιατί αυτοί έχουν πάρει τον δρόμο τους). Αξίζει να τονιστεί όμως (και αναφέρομαι κυρίως στο ΠΑΣΟΚ, που δείχνει να μην μπορεί να ξανακερδίσει τους κεντρώους ψηφοφόρους) ότι στις εκλογές του 2009, όταν κέρδισε με 44%, ψήφισαν περισσότεροι από 7.000.000 ψηφοφόροι, ενώ τον Ιούνιο του 2023 ήταν λίγο πάνω από 5.000.000. Η διαφορά των περίπου 2.000.000 είναι σημαντική παράμετρος για το εκλογικό αποτέλεσμα, αφού αυτοί που «κουράστηκαν και γύρισαν στο σπίτι», δηλαδή οι απέχοντες, στην πλειοψηφία τους προέρχονται από την Κεντροαριστερά. Για να καταλάβουμε τι ακριβώς έχει συμβεί -και για να κατανοήσουν τα κόμματα της Κεντροαριστεράς την ιδεολογικοπολιτική στροφή που πρέπει να κάνουν-, επισημαίνω ότι το 2009 τη ΝΔ την ψήφισαν 2.295.719 ψηφοφόροι.
Τον Ιούνιο του 2023 την ψήφισαν περίπου οι ίδιοι, αφού έλαβε 2.115.322 ψήφους. Το 2009 το ποσοστό της ήταν 33,5% και το 2023 εκτινάχθηκε στο 41%, επειδή ήταν μικρότερο το εκλογικό σώμα. Έλαβε τις ίδιες σχεδόν ψήφους, αλλά το ποσοστό της αυξήθηκε κατά περίπου 8%. Το ΠΑΣΟΚ, που το 2009 πήρε 3.012.542, το 2023 περιορίστηκε στις 617.487. Και το ποσοστό του, συγκριτικά με τις ψήφους του 2009, είναι 8,76% και όχι 11,84%.
Το ίδιο ισχύει και για τη ΝΔ. Το 41% αντιστοιχεί στο 30% του εκλογικού σώματος το 2009. Η ΝΔ κερδίζει επειδή έχει ένα συμπαγές ποσοστό κοντά στα 2.000.000 ψηφοφόρων, με μικρές προσθαφαιρέσεις. Ακόμη και το 2012, που με επικεφαλής τον Αντώνη Σαμαρά κέρδισε με ποσοστό 29,66%, οι ψήφοι που έλαβε ήταν 1.825.497.
Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τους δημοσκόπους, τα κεντροαριστερά κόμματα (ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ) για να μπορέσουν να αυξήσουν τα ποσοστά τους, θα πρέπει να ρίξουν το βάρος στη μείωση της αποχής, και κυρίως προς την πλευρά των ψηφοφόρων κεντροαριστερής προέλευσης. Δυστυχώς (γι’ αυτούς) πράττουν το εντελώς αντίθετο. Κινούνται στη σφαίρα της τοξικότητας και δείχνουν να απευθύνονται στους… αντισυστημιστές.
Όσο για τη ΝΔ, ακόμη κι αν δεν διατηρήσει τους περίπου 2.000.000 ψηφοφόρους της, το ποσοστό της θα υπερτερεί των αντιπάλων της εάν το εκλογικό σώμα συνεχίσει να μειώνεται. Όσο μειώνεται η συμμετοχή, ωφελημένος είναι ο Μητσοτάκης. Κατά συνέπεια, ο Ανδρουλάκης, ο Φάμελλος και ενδεχομένως και κάποιοι άλλοι θα πρέπει, εκτός των άλλων, να βρουν τρόπους να μειωθεί η αποχή. Διαφορετικά…
του Φώτη Σιούμπουρα