«Το φαινόμενο του “Κανένα” δεν είναι τυχαίο, ούτε απλώς αποτέλεσμα αδιαφορίας»
Η Πένυ Δαλαμπούρα μέλος του ΠΣ του ΠΑΣΟΚ. Την ώρα που το ωστικό κύμα από το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ εξακολουθεί να προκαλεί ισχυρές αναταράξεις, επιχειρεί με την ψυχραιμία που τη διακρίνει να κάνει τη δική της καταγραφή στα έως τώρα συμπεράσματα που έχουν προκύψει.
Τώρα που, όπως φαίνεται, πέρασε το κύμα της «κοινοβουλευτικής οργής», ποια είναι τα συμπεράσματά σας από τη θυελλώδη συνεδρίαση στη Βουλή για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ;
Δεν νομίζω ότι πέρασε η κοινοβουλευτική οργή και, εάν νομίζουν στην κυβέρνηση ότι όλη αυτή η δημοκρατική εκτροπή θα ξεχαστεί μαζί με τις καλοκαιρινές διακοπές, είναι βαθιά νυχτωμένοι. Η συζήτηση για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν είναι απλώς μια ακόμη αντιπαράθεση σε επίπεδο εντυπώσεων. Είναι μια κρίσιμη υπόθεση που αφορά τη διαχείριση ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων, τη διαφάνεια στη δημόσια διοίκηση και το πλαίσιο εποπτείας που πρέπει να ισχύει, όταν πρόκειται για χρήματα του Έλληνα και Ευρωπαίου φορολογούμενου.
Δυστυχώς, η κυβέρνηση επιχείρησε για άλλη μια φορά να υποβαθμίσει τη σημασία της, να μετατρέψει τη Βουλή σε πεδίο συμψηφισμών και να κρυφτεί πίσω από κοινοβουλευτικά τεχνάσματα. Το πλέον προκλητικό, ωστόσο, ήταν η μεθόδευση της «επιστολικής ψήφου» από απόντες βουλευτές, ένα τέχνασμα που συνιστά θεσμικό κατήφορο.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ήρθε και η διεθνής έκθεση ντροπής: το Politico.eu, ανέδειξε το σκάνδαλο των επιδοτήσεων με όρους που συνιστούν διεθνή διασυρμό. Παρουσίασε την Ελλάδα ως χώρα στην οποία δημόσιοι πόροι μοιράζονται χωρίς διαφάνεια, με σκιές αδιαφάνειας και διαπλοκής. Το πλήγμα στην εθνική αξιοπιστία είναι βαρύ και βαθιά θεσμικό. Το ΠΑΣΟΚ έδειξε έμπρακτα τι σημαίνει θεσμική ευθύνη: διέγραψε άμεσα το στέλεχος που ενεπλάκη στην υπόθεση. Έθεσε ξεκάθαρα όρους πολιτικής και ηθικής τάξης. Η Νέα Δημοκρατία τι έκανε; Θα διαγράψει κάποιο πρόσωπο; Θα αναλάβει κανείς κάποια ευθύνη; Ή θα συνεχίσουν να κρύβονται πίσω από σιωπές, υπεκφυγές και εξεταστικές επιτροπές;
Εκτιμάτε ότι η τοξικότητα και η σκανδαλολογία θα στρέψει και πάλι το ενδιαφέρον του κόσμου στην πολιτική ή θα έχουμε τον θρίαμβο του «Κανένα»;
Ο πολιτικός κυνισμός, η όξυνση δίχως περιεχόμενο και η εργαλειοποίηση κάθε κρίσης ως μέσο επικοινωνιακής διαχείρισης δεν φέρνουν τους πολίτες πιο κοντά στην πολιτική∙ τους απομακρύνουν. Το φαινόμενο του «Κανένα» δεν είναι τυχαίο ούτε απλώς αποτέλεσμα αδιαφορίας. Είναι απόρροια της συστηματικής απαξίωσης της πολιτικής από εκείνους που την εργαλειοποιούν μόνο ως μέσο εξουσίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει σοβαρή ευθύνη. Όταν οι πολίτες βλέπουν το κοινοβουλευτικό έργο να μετατρέπεται σε σκηνικό θεάτρου χωρίς ουσία, είναι αναμενόμενο να αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους.Το ερώτημα, επομένως, δεν είναι αν θα «κερδίσει» η σκανδαλολογία ή η τοξικότητα, αλλά αν θα υπάρξει ένα πολιτικό αντίβαρο με θεσμική σοβαρότητα, συνέπεια και προτάσεις. Το ΠΑΣΟΚ επιμένει σε αυτή τη διαδρομή: με καθαρές θέσεις, υπεύθυνη αντιπολίτευση και σταθερό θεσμικό λόγο.
Θεωρείτε ότι οι φημολογούμενες εξελίξεις στον χώρο της Κεντροαριστεράς θα επηρεάσουν αρνητικά το ΠΑΣΟΚ;
Η βαθιά μου πεποίθηση είναι ότι ο μοναδικός πολιτικός φορέας που μπορεί να καταστήσει ξανά την Κεντροαριστερά πλειοψηφική στις επόμενες εκλογές είναι το ΠΑΣΟΚ. Όχι απλώς λόγω ιστορικής συνέχειας ή συμβόλων, αλλά επειδή διαθέτει πρόγραμμα, σοβαρότητα, αυτογνωσία και επαφή με την κοινωνική βάση. Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Τσίπρας είναι τελειωμένος πολιτικά στην κοινωνία. Δεν εμπνέει, δεν πείθει, δεν κινητοποιεί. Η πιθανή επιστροφή του στον δημόσιο βίο, όσο κι αν συζητείται, δεν απειλεί το ΠΑΣΟΚ, ούτε βοηθάει την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς. Αντιθέτως, το μόνο που μπορεί να πετύχει είναι να διευκολύνει τη Νέα Δημοκρατία, επαναφέροντας στη δημόσια σφαίρα ένα πρόσωπο που συμβολίζει την αναξιοπιστία, την αυταπάτη και την ήττα.
Ποια είναι τα βήματα που θα πρέπει να κάνει το κόμμα σας ενόψει της νέας χρονιάς προκειμένου να πετύχει η επανεκκίνηση και να «ξεκολλήσει» δημοσκοπικά;
Η επανεκκίνηση δεν είναι θέμα τακτικισμών ή «επικοινωνιακών πυροτεχνημάτων». Είναι υπόθεση βαθιά πολιτική και οργανωτική. Χρειάζεται ξεκάθαρη πολιτική πρόταση για την Ελλάδα της επόμενης δεκαετίας, επιθετική ανάδειξη των προβλημάτων της καθημερινότητας, αξιοποίηση του στελεχιακού δυναμικού του κόμματος και γενναίο άνοιγμα στην κοινωνία.
Πρέπει να επικοινωνήσουμε πιο καθαρά τη διακριτή μας πρόταση για την οικονομία, την εργασία, το κοινωνικό κράτος, τη νέα γενιά. Και, πάνω απ’ όλα, πρέπει να ανακτήσουμε την εμπιστοσύνη της κοινωνίας μέσα από σταθερότητα, ήθος και αξιοπιστία. Το στοίχημα είναι μεγάλο, αλλά το ΠΑΣΟΚ έχει αποδείξει ότι μπορεί. Οι πολίτες δεν αντέχουν άλλη διαφθορά, σήψη και αλαζονικές συμπεριφορές.