Η ελληνική Διασπορά στη Γερμανία έχει μακρά ιστορία και τέσσερα διακριτά μεταναστευτικά κύματα, ξεκινώντας από τη δεκαετία του ’60
Μια νέα μελέτη της διαΝΕΟσις καταγράφει για πρώτη φορά με τόσο εκτενή τρόπο το προφίλ, τις στάσεις και τις εμπειρίες των Ελλήνων της Διασποράς στη Γερμανία. Ποιοι είναι, πώς ζουν, γιατί έφυγαν από την Ελλάδα και ποια είναι η σχέση τους σήμερα με τη χώρα καταγωγής τους;
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το SEESOX–Greek Diaspora Project του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης πρωτοβουλίας για τη μελέτη της νέας ελληνικής μετανάστευσης μετά το 2009 – του γνωστού φαινομένου «brain drain». Μετά τη μελέτη που αφορούσε το Ηνωμένο Βασίλειο (2021), η νέα δημοσίευση εστιάζει στη Γερμανία, που μαζί με τη Βρετανία υποδέχθηκαν πάνω από το 50% των νέων Ελλήνων μεταναστών της τελευταίας δεκαπενταετίας.
Σε αντίθεση με τη βρετανική περίπτωση, η ελληνική Διασπορά στη Γερμανία έχει μακρά ιστορία και τέσσερα διακριτά μεταναστευτικά κύματα, ξεκινώντας από τη δεκαετία του ’60. Οι κοινότητες που δημιουργήθηκαν τότε εξακολουθούν να αποτελούν βασικό σημείο αναφοράς για τους νεομετανάστες, καθώς στηρίζονται σε παγιωμένα κοινωνικά και οικογενειακά δίκτυα.
Την ερευνητική ομάδα αποτελούν οι Μανώλης Πρατσινάκης (Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο και Πανεπιστήμιο Οξφόρδης), Γιούλη Παναγιωτοπούλου (Πανεπιστήμιο Κολωνίας), Μαριλένα Αναστασοπούλου (University College Dublin και Οξφόρδη) και Όθων Αναστασάκης (Πανεπιστήμιο Οξφόρδης).
Οι Έλληνες της Γερμανίας σε αριθμούς
Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2019, περίπου 500.000 Έλληνες ζουν στη Γερμανία. Από αυτούς, το 60% είναι πρώτης γενιάς μετανάστες, ενώ οι υπόλοιποι ανήκουν στη δεύτερη και τρίτη γενιά, έχοντας γεννηθεί εκεί από Έλληνες γονείς. Οι περισσότεροι διαμένουν στη Βόρεια Ρηνανία–Βεστφαλία (31%), στη Βάδη–Βυρτεμβέργη (23%) και στη Βαυαρία (20%), περιοχές που αποτέλεσαν τους κύριους προορισμούς των πρώτων Ελλήνων «Gastarbeiter» τη δεκαετία του ’60. Οι νεότερες γενιές, μετά το 2009, συγκεντρώνονται επίσης στο Βερολίνο και την Έσση.
Γιατί έφυγαν
Η έρευνα δείχνει ότι η οικονομική κρίση αποτέλεσε τον βασικό λόγο μετανάστευσης για τους περισσότερους. Περίπου 7 στους 10 δήλωσαν ότι έφυγαν από ανάγκη ή από συνδυασμό ανάγκης και επιλογής, ενώ 1 στους 4 είχε ήδη εμπειρία ζωής ή εργασίας στο εξωτερικό. Οι καλύτερες αποδοχές (40%), η αναζήτηση αξιοκρατίας, οι εργασιακές συνθήκες και η δυνατότητα οικονομικής ανεξαρτησίας ήταν τα πιο συχνά αναφερόμενα κίνητρα.
Ζωή και εργασία στη Γερμανία
Οι περισσότεροι δηλώνουν ικανοποιημένοι από τη ζωή τους στη Γερμανία, κυρίως ως προς την οικονομική τους κατάσταση (μέσος όρος 8,1/10) και την εργασία (7,6/10). Πιο χαμηλά βαθμολογούν την ποιότητα της κοινωνικής ζωής (5,2/10), καθώς περίπου 1 στους 3 αναφέρει ότι νιώθει μοναξιά.
Τα εισοδήματα τους είναι σημαντικά υψηλότερα από τα ελληνικά – περίπου 6 στους 10 δηλώνουν μηνιαίες καθαρές απολαβές μεταξύ 1.500 και 3.000 ευρώ. Ως βασικό εμπόδιο αναφέρουν τη γλώσσα, αν και αξιολογούν τη γνώση των γερμανικών τους με σχετικά υψηλό μέσο όρο (7,9 στην ομιλία).
Διακρίσεις και ένταξη
Παρά την επαγγελματική σταθερότητα, περίπου 7 στους 10 δηλώνουν ότι έχουν βιώσει υποτιμητικά σχόλια ή άνιση μεταχείριση λόγω καταγωγής τουλάχιστον μία φορά, ενώ 1 στους 6 το έχει ζήσει «πολλές φορές». Στον χώρο εργασίας, το 39% δηλώνει ότι έχει δεχθεί αδικία εξαιτίας της ελληνικής του ταυτότητας.
Δεσμοί με την Ελλάδα
Η σχέση με την Ελλάδα παραμένει ισχυρή: 7 στους 10 επικοινωνούν κάθε εβδομάδα με συγγενείς ή φίλους στην πατρίδα, ενώ 6 στους 10 ενημερώνονται καθημερινά από ελληνικά ΜΜΕ. Παράλληλα, 66% θεωρούν ότι το ελληνικό κράτος δεν ενδιαφέρεται πραγματικά για τους Έλληνες του εξωτερικού.
Όσον αφορά τα προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπίσει η Ελλάδα, οι πιο συχνές απαντήσεις αφορούν την υγεία (57%), την παιδεία (51%), τη γραφειοκρατία και τη φορολογία (40%).
Θα επέστρεφαν;
Αν και οι περισσότεροι δεν σκοπεύουν να επιστρέψουν άμεσα, η νοσταλγία για την Ελλάδα παραμένει έντονη. Μόλις 9% σχεδιάζουν να επιστρέψουν μέσα στα επόμενα τρία χρόνια, όμως 8 στους 10 δηλώνουν ότι θα ήθελαν να γυρίσουν «κάποια στιγμή στο μέλλον», υπό προϋποθέσεις.
Η έρευνα αποτυπώνει μια κοινότητα ώριμη, μορφωμένη και οικονομικά ενεργή, που διατηρεί ισχυρούς δεσμούς με την Ελλάδα, αλλά ταυτόχρονα έχει εδραιωθεί στη γερμανική κοινωνία, ζώντας ανάμεσα σε δύο πατρίδες.












