«Κάθε νέα γενιά καλείται να αντιμετωπίσει τις δικές της προκλήσεις. Η ευθύνη της ελληνικής πολιτείας είναι διαχρονική και περιλαμβάνει την εξασφάλιση των απαραίτητων συνθηκών για να μπορούμε να αγωνιζόμαστε προς όφελος του συνόλου και της εθνικής μας ενότητας», δήλωσε η υπουργός Παδείας, Σοφία Ζαχαράκη, με αφορμή την εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου.
Αναφορικά με την αντιμετώπιση των εθνικών προκλήσεων, η υπουργός τόνισε ότι «οι βασικές συνθήκες για να ανταπεξέλθουμε σε σημαντικές εθνικές προκλήσεις, ακόμη και σε εποχές ειρηνικές, περιλαμβάνουν την ανάγκη για σωστή αντίληψη του σύγχρονου κόσμου. Είναι επίσης απαραίτητο η κοινωνία μας να μπορεί να ξεπερνά τις διαφορές της και να κατανοεί τα μεγάλα ζητήματα που διακυβεύονται σήμερα και στο μέλλον. Στην πραγματικότητα, δεν είναι οι κρίσεις που μας καθορίζουν, αλλά ο τρόπος που επιλέγουμε να τις αντιμετωπίσουμε».
Το μήνυμα της Σοφίας Ζαχαράκη
«Το “ΟΧΙ” της 28ης Οκτωβρίου του 1940 είναι από εκείνες τις επετείους που μπορούν και μιλούν ακόμη με ουσιαστικό και βαθύ τρόπο στις ψυχές των σύγχρονων Ελληνίδων και Ελλήνων. Δεν αφορά ένα γεγονός αφηρημένο ή ξεπερασμένο. Αντιθέτως, παραμένει, πρώτα απ’ όλα, μια ζώσα μνήμη στο μυαλό όλων των επακόλουθων γενεών, λειτουργώντας ως ένα διαχρονικό παράδειγμα θάρρους, οργανωμένης αντίδρασης και εθνικής ομοψυχίας.
Οι πόλεμοι αποτελούν, φυσικά, μια πολύ σκληρή εμπειρία για τους ανθρώπους. Όμως, το άξιο θαυμασμού είναι ότι εκείνο το πρωινό του Οκτωβρίου, πριν από 85 χρόνια, όταν ανακοινώθηκε η κήρυξη του πολέμου εναντίον της Ελλάδας από την πλευρά της μουσολινικής Ιταλίας, ο ενθουσιασμός που επικράτησε στην ελληνική κοινωνία ήταν πρωτοφανής. Δεν είναι, συνεπώς, υπερβολικό αυτό που έχει γραφεί κατ’ επανάληψη, ότι δηλαδή οι Έλληνες στρατιώτες πήγανε στο μέτωπο με το χαμόγελο στα χείλη. Όχι από πολεμοχαρή διάθεση αλλά διότι ήξεραν καλά ότι επρόκειτο για έναν πατριωτικό πόλεμο. Και ήταν υπερήφανοι που θα τον έδιναν. Ήταν όμως και βαθιά πεπεισμένοι ότι θα έδιναν έναν αγώνα τον οποίο πραγματικά μπορούσαν να κερδίσουν. Όπως έγραφε ένας εξ αυτών από το μέτωπο: «Ξεκινήσαμε μέσα στα χιόνια, νηστικοί και κουρασμένοι. Μα κανείς δεν παραπονιέται. Όλοι λένε πως πάμε να δείξουμε στους Ιταλούς τι σημαίνει Έλληνας».
Έτσι, οι συγκλονιστικές επιτυχίες που καταγράφηκαν στα βουνά της Πίνδου, από άνδρες και γυναίκες, υπήρξαν από εκείνες τις στιγμές της ελληνικής ιστορίας οι οποίες δεν παραπέμπουν μόνο σε πράξεις αυτοθυσίας αλλά και σε ένα αποφασιστικό σχέδιο νίκης. Ένα σχέδιο που ήρθε ως αποτέλεσμα της στρατιωτικής προετοιμασίας του ελληνικού κράτους επί πολλά χρόνια, αλλά και της εξαιρετικής ποιότητας της ελληνικής κοινωνίας, που είχε κατορθώσει να περάσει με απαράμιλλο σθένος μέσα από τις δοκιμασίες του μεσοπολέμου και να παρουσιαστεί πιο δυνατή και πιο ενωμένη σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία.
Η γενιά του 40 ήταν άλλωστε από τις πιο άξιες που πέρασαν από τον τόπο μας. Με γνήσια καλλιέργεια αλλά και με υψηλή αίσθηση του καθήκοντος. Έτσι, στην Κορυτσά, στο Αργυρόκαστρο ή στους Άγιους Σαράντα, καταγράφηκαν και οι πρώτες νίκες κατά του φασιστικού Άξονα, και μάλιστα στην πιο σκοτεινή ώρα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η ανθρωπότητα αναζητούσε εναγωνίως κάτι για να διατηρήσει ζωντανή την ελπίδα. Και η Ελλάδα ήταν για ακόμη μια φορά πρωταγωνίστρια στην σωστή πλευρά της Ιστορίας.
Ας κρατήσουμε λοιπόν αυτό από την σημερινή επέτειο: ότι οι σημαντικότερες προϋποθέσεις για την επιτυχή αντιμετώπιση κάθε μεγάλης εθνικής πρόκλησης, ακόμη και σε περιόδους ειρήνης, είναι την κρίσιμη στιγμή στην πατρίδα μας να επικρατεί ορθή αντίληψη για τον σύγχρονο κόσμο, αλλά και η κοινωνία μας να μπορεί να υπερβαίνει τις διαφορές της και να αντιλαμβάνεται σωστά τα μεγάλα διακυβεύματα του παρόντος και του μέλλοντος. Δεν είναι, άλλωστε, τόσο οι κρίσεις που μας καθορίζουν, όσο ο τρόπος που τις αντιμετωπίζουμε.
Κάθε νέα γενιά έχει, αναμφισβήτητα, τους δικούς της αγώνες να δώσει. Και διαχρονική ευθύνη του ελληνικού κράτους είναι να εξασφαλίζει όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις ώστε να δίνουμε αυτούς τους αγώνες για το συλλογικό καλό και την εθνική ενότητα.
Χρόνια πολλά στην Ελλάδα μας, χρόνια πολλά σε όλες και σε όλους!».












