Η 15η Οκτωβρίου έχει καθιερωθεί ως η παγκόσμια ημέρα λευκού μπαστουνιού (International White Cane Safety Day), με απόφαση της Διεθνούς Ομοσπονδίας Τυφλών, ακολουθώντας την αντίστοιχη απόφαση του Αμερικανικού Κογκρέσου και τη διακήρυξη του προέδρου Λίντον Τζόνσον, όπου όριζε τη 15η Οκτωβρίου ως εθνική ημέρα λευκού μπαστουνιού για τις ΗΠΑ.
Η ημέρα αυτή στοχεύει στην ανάδειξη της σημασίας του λευκού μπαστουνιού, την ενίσχυση της ορατότητας των τυφλών ατόμων, αλλά και την ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν τα άτομα με οπτική αναπηρία, στην προσπάθειά τους να μετακινούνται απρόσκοπτα και ανεξάρτητα.
Είναι μια μέρα που μας υπενθυμίζει το θεμελιώδες και αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα των ατόμων με αναπηρία όρασης να μετακινούνται ελεύθερα, με ασφάλεια και αξιοπρέπεια. Στοχεύει μεταξύ άλλων στην προάσπιση της αυτονομίας και της προσβασιμότητας για τα άτομα με οπτική αναπηρία, υπενθυμίζοντάς μας το δικαίωμα των τυφλών ατόμων να ζουν σύμφωνα με τις δικές τους ανάγκες και επιλογές, με αξιοπρέπεια και ασφάλεια.
Το λευκό μπαστούνι αποτελεί τον πιο διαδεδομένο τρόπο ανεμπόδιστης μετακίνησης των ατόμων με οπτική αναπηρία σε εσωτερικούς χώρους και στο εξωτερικό περιβάλλον, αφού με την κατάλληλη εκπαίδευση στην κινητικότητα και τον προσανατολισμό, μπορούν να εντοπίζουν και να αποφεύγουν τα χαμηλά εμπόδια και να φτάνουν στον προορισμό τους με αυτονομία και ασφάλεια.
Η ιδέα για τη χρήση του λευκού μπαστουνιού ξεκίνησε το 1918 από τον Αμερικανό οφθαλμίατρο Richard Hoover, ο οποίος χρησιμοποίησε ένα μακρύ καλάμι για την ασφαλή μετακίνηση των τυφλών βετεράνων του πολέμου, με στόχο την αποκατάσταση και την ενεργή κοινωνική τους επανένταξη.
Το 1930, στο Παρίσι, η Γαλλίδα Guilly d’Herbemont είχε την ιδέα να περπατούν οι άνθρωποι με προβλήματα όρασης με ένα λευκό μπαστούνι ως σύμβολο αναγνώρισης από τους οδηγούς, με στόχο την ασφάλεια και την προστασία τους. Έτσι, στις 7 Φεβρουαρίου 1931, παραδόθηκαν από την ίδια τα πρώτα λευκά μπαστούνια σε οργανώσεις τυφλών.
Η σημασία του λευκού μπαστουνιού δεν περιορίζεται στη λειτουργική του χρήση, αλλά ενισχύει την ορατότητα και την αυτοπεποίθηση των ατόμων με οπτική αναπηρία, προσφέροντάς τους αυτάρκεια, ευελιξία στην κίνηση και ανεξαρτησία, ώστε να διεκδικήσουν το δικαίωμά τους στην εργασία και την ισότιμη κοινωνική συμμετοχή σε όλους τους τομείς της ζωής.
Η πλήρης και ουσιαστική ανεξαρτησία, ωστόσο, δεν εξαρτάται μόνο από τη σωστή χρήση του λευκού μπαστουνιού και την εκπαίδευση στην κινητικότητα και τον προσανατολισμό. Βασική προϋπόθεση για την επίτευξή της είναι η προσβασιμότητα του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος.
Δεν μπορεί να υπάρξει πλήρης αυτονομία για τους συμπολίτες μας με οπτική αναπηρία, αν τα πεζοδρόμια είναι κατεστραμμένα, έχουν σταθμευμένα αυτοκίνητα, μηχανάκια ή υπάρχουν σε αυτά άλλα εμπόδια, αν τα φανάρια δεν έχουν ηχητική σήμανση, αν υπάρχουν μη φυλασσόμενα έργα, αν οι οδηγοί όδευσης τυφλών είναι κατειλημμένοι από τραπεζοκαθίσματα, ή αν καταλήγουν σε κάδους και κολόνες.
Έτσι, πολλές φορές, χωρίς φυσικά να το συνειδητοποιούμε, είμαστε εμείς οι ίδιοι που δημιουργούμε εμπόδια στη μετακίνηση των ατόμων με οπτική αναπηρία. Αυτές οι συνθήκες θέτουν σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα των χρηστών του λευκού μπαστουνιού και περιορίζουν δραστικά την αυτονομία τους.
Αυτό που χρειαζόμαστε είναι η οικοδόμηση σύγχρονων, φιλικών και προσβάσιμων πόλεων, αλλά και η καλλιέργεια κουλτούρας ενσυναίσθησης από την κοινωνία, η οποία φυσικά πρέπει να ξεκινήσει από το σχολείο.
Δεν αρκεί όμως μόνο ο σχεδιασμός πολιτικών για τη δημιουργία ενός καθολικά προσβάσιμου αστικού περιβάλλοντος. Η αφύπνιση και η ευαισθητοποίηση του συνόλου των πολιτών διαδραματίζουν εξίσου κομβικό ρόλο.
Η διοργάνωση εκστρατειών ενημέρωσης με διαδραστικά δρώμενα, θα συμβάλουν ουσιαστικά στην ενεργοποίηση των πολιτών, ώστε να μη βάζουν εμπόδια που δυσχεραίνουν την κίνηση των πεζών με οπτική αναπηρία.
Είναι χρέος όλων μας να θυμόμαστε ότι ο δημόσιος χώρος ανήκει σε όλους και πως ο σεβασμός του είναι δείκτης πολιτισμού και συλλογικής υπευθυνότητας. Γιατί η ελεύθερη μετακίνηση και αυτονομία είναι θεμελιώδες δικαίωμα για όλους και όχι προνόμιο για κάποιους και αποτυπώνει τη συλλογική έκφραση μιας κοινωνίας που θέλει να είναι πραγματικά δίκαιη και συμπεριληπτική.
Εξάλλου, η ισότητα στην πράξη δεν προσδιορίζεται μόνο από τους νόμους και τις πολιτικές, αλλά από την πραγματική αυτονομία που μπορεί να έχει ένας συμπολίτης μας με αναπηρία στον δρόμο.
Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να οικοδομήσουμε μια κοινωνία ανθεκτική, στη βάση της αλληλεγγύης, της συνοχής και της συμπερίληψης.