Η Ελλάδα θα συνεχίσει να υπεραποδίδει σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρωζώνη, τόσο στην ανάπτυξη όσο και στα δημόσια οικονομικά. Αυτό εκτίμησε ο αναλυτής της S&P Global Ratings, Σάμιουελ Τίλερεϊ, μιλώντας σε εκδήλωση του διεθνούς οίκου αξιολόγησης στην Αθήνα.
Όπως είπε, η Ελλάδα και η Κύπρος πέτυχαν πολύ γρήγορη επιστροφή μετά την οικονομική κρίση, χάρη στις μεταρρυθμίσεις και τη σταθεροποίηση των τραπεζών. Η ελληνική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί κατά 2,1% φέτος, 2,3% το 2026, 2% το 2027 και 1,9% το 2028, ποσοστά υψηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Παρότι η Ελλάδα παραμένει χαμηλότερα σε επίπεδο κατά κεφαλήν εισοδήματος, η σταθερή της πορεία στηρίζει τη σύγκλιση με την Ευρώπη.
Στο δημοσιονομικό μέτωπο, η χώρα μας θεωρείται από τις θετικές εξαιρέσεις της Ευρωζώνης: μειώνει το δημόσιο χρέος, διατηρεί ισχυρά πλεονάσματα και διαθέτει μεγάλο ταμειακό απόθεμα, το οποίο μάλιστα αυξάνεται.
Ο Τίλερεϊ υπογράμμισε πως η Ελλάδα και η Κύπρος αποτελούν παραδείγματα δημοσιονομικής υπευθυνότητας, ειδικά σε μια περίοδο που πολλές ευρωπαϊκές οικονομίες αντιμετωπίζουν αυξημένα ελλείμματα.
Οι αδυναμίες που παραμένουν
Παρά τη βελτίωση, η χώρα εξακολουθεί να έχει εξωτερικές ανισορροπίες, όπως το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και τον υψηλό εξωτερικό δανεισμό.
Επίσης, η εξάρτηση της οικονομίας από τους υδρογονάνθρακες την κάνει πιο ευάλωτη στις διακυμάνσεις των τιμών ενέργειας. Στις μακροπρόθεσμες προκλήσεις, ο διεθνής οίκος εντάσσει και το δημογραφικό καθώς και την κλιματική αλλαγή, που προκαλεί συχνότερα ακραία καιρικά φαινόμενα στη χώρα μας.
Οι ελληνικές τράπεζες
Ο αναλυτής Πιερ Ολεζιέν σημείωσε πως οι ελληνικές τράπεζες έχουν μπει πλέον σε φάση κανονικότητας. Πάνω από τις μισές διαθέτουν ήδη επενδυτική βαθμίδα, ενώ τα κόκκινα δάνεια που κάποτε ξεπερνούσαν το 50%, έχουν πέσει κοντά στο 2%, δηλαδή στον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Μετά τα χρόνια της ανάκαμψης και των ισχυρών κερδών, αναμένεται πλέον μια περίοδος σταθεροποίησης της κερδοφορίας. Οι αναλυτές θεωρούν ότι οι κίνδυνοι από τα ακίνητα είναι διαχειρίσιμοι, ενώ μεγάλο μέρος των παλιών προβληματικών δανείων —περίπου 80 δισεκατομμύρια ευρώ— βρίσκεται σήμερα σε εταιρείες διαχείρισης (servicers). Οι τράπεζες ενδέχεται, όπως είπαν, να χρειαστεί στο μέλλον να αγοράσουν ξανά μέρος αυτών των χαρτοφυλακίων.
Οι προκλήσεις του τραπεζικού κλάδου
Η πτώση των επιτοκίων από την ΕΚΤ αναμένεται να συμπιέσει τα περιθώρια κέρδους. Για τον λόγο αυτό, οι τράπεζες στρέφονται σε νέες πηγές εσόδων:
- Επέκταση στο εξωτερικό,
- Επενδυτική τραπεζική και ασφάλειες,
- Ψηφιακές υπηρεσίες όπως η πλατφόρμα Snappi,
- Συνεργασίες με ξένες εταιρείες.
Οι πρόσφατες εξαγορές επιβεβαιώνουν τη στρατηγική αυτή: η Alpha Bank απέκτησε την Astrobank και την Axia Ventures, η Eurobank την Ελληνική Τράπεζα, ενώ η Πειραιώς κινείται δυναμικά στον τομέα των ασφαλιστικών προϊόντων.
Η επόμενη μέρα
Οι διεθνείς αναλυτές παρακολουθούν στενά τις πολιτικές εξελίξεις μετά το 2027, θεωρώντας πιθανό κάποιο πολιτικό ρίσκο ή αλλαγή στάσης απέναντι στις τράπεζες. Ωστόσο, εκτιμούν ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι πλέον ανθεκτικό και οι προοπτικές της οικονομίας σταθερές.
Συνολικά, η εικόνα για την Ελλάδα παραμένει θετική:
- Σταθερή ανάπτυξη,
- Μείωση του χρέους,
- Ισχυρά ταμειακά διαθέσιμα,
- Υγιές τραπεζικό σύστημα.
Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι το ζητούμενο για τα επόμενα χρόνια είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, η προσέλκυση επενδύσεων και η αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος, ώστε η χώρα να συνεχίσει τη σύγκλιση με την Ευρώπη και να παραμείνει πρωταγωνίστρια στην ανάπτυξη.












