Ήταν λίγες εβδομάδες πριν, όταν στο γαλλικό κοινοβούλιο, στη συζήτηση για το κλείσιμο του φετινού προϋπολογισμού, ακούστηκε περίπου το εξής: «Ευχαριστούμε την Ελλάδα για την πρόωρη αποπληρωμή των δανείων σε μια στιγμή που βρισκόμαστε εμείς σε δημοσιονομική κρίση».
Την ίδια περίοδο, γερμανικές εφημερίδες, σχολιάζοντας την κατάσταση της γερμανικής οικονομίας, αναρωτιούνταν μήπως θα έπρεπε ως χώρα να ζητήσουν μαθήματα από την Ελλάδα, η οποία μπορεί και αποπληρώνει πρόωρα τα δάνεια που έλαβε.
Τα σημειώνω όλα αυτά, όχι γιατί θέλω να ισχυριστώ κάτι σαν το αλήστου μνήμης «έξω πάμε καλά», αλλά για να τα συνδέσω με την υποψηφιότητα του Κυριάκου Πιερρακάκη για την προεδρία του Eurogroup, κάτι σίγουρα πολύ σημαντικότερο.
Το γεγονός και μόνο ότι ο υπουργός Οικονομικών της χώρας που πρωταγωνίστησε στην ευρωπαϊκή κρίση χρέους της προηγούμενης δεκαετίας είναι πλέον υποψήφιος -και μάλιστα με πολύ καλές πιθανότητες- να αναλάβει το «τιμόνι» των οικονομιών της ζώνης του ευρώ είναι μια ξεχωριστή είδηση. Κι αυτό ανεξάρτητα τελικά από την εκλογή του ή όχι. Γιατί είναι σημαντικό;
Πρώτον, διότι δικαιώνει τον αγώνα που δόθηκε για να παραμείνουμε ως χώρα στη ζώνη του ευρώ. Αν είχαν επικρατήσει οι λογικές είτε του Σόιμπλε είτε των εδώ δραχμιστών, η διαδικασία της εκλογής του νέου προέδρου του Eurogroup δεν θα μας αφορούσε ούτε κατ’ ελάχιστον. Δεν θα συμμετείχαμε καν.
Δεύτερον, και μόνο η υποψηφιότητα του Έλληνα υπουργού Οικονομικού για το Eurogroup αποτελεί μια καλή και αξιοποιήσιμη είδηση για την εικόνα της ελληνικής οικονομίας διεθνώς. Ενισχύει την εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών και βοηθά τόσο στην περαιτέρω αποκλιμάκωση των επιτοκίων δανεισμού όσο και στην προσέλκυση κεφαλαίων.
Η σημασία του momentum στα διεθνή οικονομικά είναι γνωστό πόσο μεγάλη είναι.
Φυσικά όλα αυτά δεν θα ήταν δυνατά χωρίς την έως τώρα καλή πορεία των δημόσιων οικονομικών. Αυτή η κατάσταση διαχειριστικής ικανότητας και αποτελεσματικότητας είναι το στοιχείο που μετέβαλε τη χώρα μας από «μαύρο πρόβατο» σε δημοσιονομικό παράδειγμα για άλλες χώρες.
Φτάνουν όλα αυτά όμως για τους πολίτες και την ευημερία τους; Η απάντηση είναι ασφαλώς και όχι. Θα πρέπει να υπάρχει αντίκρισμα στα δικά τους οικονομικά. Τα καλά δημόσια οικονομικά είναι απαραίτητη προϋπόθεση για ένα καλό εισοδηματικό και βιοτικό επίπεδο, αλλά πάνω στις προϋποθέσεις πρέπει και να χτίζεις. Αυτό είναι και το επόμενο πολιτικό στοίχημα για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Αφού εμπεδώθηκε πλέον το γεγονός της ισχυροποίησης των δημόσιων οικονομικών, τώρα έχει έρθει η ώρα αυτό να το μεταφράσουμε σε μόνιμη και ασφαλή αύξηση μισθών και εισοδημάτων.
Ήδη από το 2019 η κυβέρνηση φροντίζει σε αυτή την κατεύθυνση με τις μειώσεις φόρων και τις συνεχείς αυξήσεις του βασικού μισθού. Ακόμα περισσότερο αυτό θα γίνει φανερό από το 2026. Με τις πρόσφατες ρυθμίσεις που ψηφίσαμε, υιοθετήσαμε μέτρα μόνιμου οφέλους ύψους 1,7 δισ. ευρώ για τα εισοδήματα των πολιτών.
Με την πρόσφατη συμφωνία των κοινωνικών εταίρων σχετικά με τις συλλογικές συμβάσεις ανοίξαμε τον δρόμο για σταθερά καλύτερες αμοιβές στον ιδιωτικό τομέα που θα καλύπτουν τον μεγαλύτερο αριθμό των εργαζομένων. Σε κάθε περίπτωση, η ενίσχυση των εισοδημάτων είναι το πιο αποτελεσματικό όπλο απέναντι στην ακρίβεια και τον πληθωρισμό που μαστίζουν τη διεθνή οικονομία και εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις γεωπολιτικές εξελίξεις.
Η υποψηφιότητα του Κυριάκου Πιερρακάκη για την προεδρία του Eurogroup κλείνει συμβολικά και ουσιαστικά μια ολόκληρη περίοδο για την Ελλάδα και τους Έλληνες. Από τη χρεοκοπία έως την ανάκαμψη οι θυσίες που απαιτήθηκαν ήταν πολλές. Το ζητούμενο πια είναι να έχουν μόνιμο και σταθερό αντίκρισμα για όσους υποβλήθηκαν σε αυτές. Αλλιώς θα έχουμε «κλοτσήσει την καρδάρα» και θα βρεθούμε πάλι εκεί που ξεκινήσαμε.











