Νέα έρευνα υποδεικνύει ότι η παχυσαρκία μπορεί να επιταχύνει την πρόοδο της νόσου Αλτσχάιμερ. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, οι τακτικές αιματολογικές εξετάσεις μπορούν να προσφέρουν σημαντική συμπληρωματική πληροφορία στις απεικονιστικές μελέτες εγκεφάλου, αποκαλύπτοντας παράλληλα πώς το υπερβολικό βάρος, επηρεάζει τα πρώιμα στάδια της άνοιας.
Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι αυτές οι εξετάσεις, μπορεί να είναι πιο ευαίσθητες από τις σαρώσεις, για την παρακολούθηση της εξέλιξης της νόσου.
«Είναι η πρώτη φορά που δείχνουμε τη σχέση μεταξύ παχυσαρκίας και Αλτσχάιμερ, όπως μετριέται μέσω εξετάσεων αιματικών βιοδεικτών», δήλωσε ο Δρ Σάιρους Ράτζι, ένας από τους συγγραφείς της μελέτης και αναπληρωτής καθηγητής ακτινολογίας και νευρολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ουάσινγκτον στο Σεντ Λούις, στις ΗΠΑ.
«Το γεγονός ότι μπορούμε να παρακολουθούμε την προγνωστική επίδραση της παχυσαρκίας στην αύξηση των αιματικών βιοδεικτών με μεγαλύτερη ευαισθησία απ’ ό,τι η PET [τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων] είναι αυτό που με εξέπληξε σε αυτή τη μελέτη», πρόσθεσε ο Ράτζι σε δήλωσή του.
Τα ευρήματα, τα οποία δεν έχουν ακόμη δημοσιευθεί σε επιστημονικό περιοδικό με κρίση από ομοτίμους, θα παρουσιαστούν την Τρίτη στο ετήσιο συνέδριο της Ακτινολογικής Εταιρείας Βόρειας Αμερικής.
Η ομάδα του Ράτζι παρακολούθησε 407 άτομα επί πέντε χρόνια, χρησιμοποιώντας δείγματα αίματος και εξετάσεις PET για τον εντοπισμό ενδείξεων της νόσου Αλτσχάιμερ.
Οι απεικονίσεις PET μετρούν τη συσσώρευση αμυλοειδών πλακών στον εγκέφαλο, η οποία αποτελεί βασική ένδειξη της νόσου Αλτσχάιμερ, ενώ οι αιματολογικές εξετάσεις δείχνουν τα επίπεδα πρωτεϊνών και άλλων βιοδεικτών που συνδέονται με τη γνωστική έκπτωση.
Με την πάροδο του χρόνου, η παθολογία της νόσου Αλτσχάιμερ προχωρούσε ταχύτερα σε άτομα με παχυσαρκία απ’ ό,τι σε όσους δεν ήταν παχύσαρκοι, έδειξε η ανάλυση.
Η παχυσαρκία συνδέθηκε με κατά 24% ταχύτερη αύξηση της πρωτεΐνης NfL στο πλάσμα, με κατά 29% έως 95% ταχύτερη αύξηση του αιματικού βιοδείκτη pTau217 στο πλάσμα και με κατά 3,7% ταχύτερη συσσώρευση αμυλοειδών πλακών.
Ο Ράτζι είπε ότι τα ευρήματα θα μπορούσαν να βοηθήσουν τους γιατρούς να παρακολουθούν την εξέλιξη της νόσου Αλτσχάιμερ με την πάροδο του χρόνου.
Για παράδειγμα, οι αιματικοί βιοδείκτες και οι εγκεφαλικές απεικονίσεις θα μπορούσαν να τους βοηθήσουν να κατανοήσουν την αποτελεσματικότητα φαρμάκων που έχουν σχεδιαστεί για να αντιμετωπίζουν τη συσσώρευση αμυλοειδούς, είπε.
«Είναι θαυμάσιο που διαθέτουμε αυτούς τους αιματικούς βιοδείκτες για να παρακολουθούμε τη μοριακή παθολογία της νόσου Αλτσχάιμερ, και μαγνητικές τομογραφίες (MRI) για να παρακολουθούμε επιπλέον ενδείξεις εγκεφαλικής εκφύλισης και την ανταπόκριση σε διάφορες θεραπείες», είπε ο Ράτζι.
Η παχυσαρκία είναι γνωστός παράγοντας κινδύνου για τη νόσο Αλτσχάιμερ. Τα παχύσαρκα άτομα είναι επίσης πιο πιθανό να έχουν υψηλή αρτηριακή πίεση, σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και μειωμένη σωματική δραστηριότητα, όλα τα οποία συμβάλλουν στον κίνδυνο άνοιας.
Υπολογίζεται ότι 57 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως έχουν άνοια. Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι η συχνότερη μορφή, προκαλώντας το 60% έως 70% των περιστατικών, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ).












