«Το 2026 θα είναι χρονιά ευθύνης» δηλώνει ο Ανδρέας Νικολακόπουλος επισημαίνοντας πως η κυβέρνηση τη νέα χρονιά θα ολοκληρώσει μια σειρά κρίσιμων μεταρρυθμίσεων. Σε μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στο epolitical.gr μας μιλάει για το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών, την αυτοδυναμία της ΝΔ αλλά και για τις εργασίες της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής για τον ΟΠΕΚΕΠΕ όπου προεδρεύει.

Πολλοί ισχυρίζονται ότι το 2026 είναι εκλογική χρονιά. Πώς εκτιμάτε ότι θαδιαμορφωθεί το πολιτικό σκηνικό τη νέα χρονιά και ποιες εξελίξεις θεωρείτε καθοριστικές;
Όπως έχει πει κατ’ επανάληψη ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, οι εκλογές θα γίνουν το 2027. Το 2026 θα είναι για την Κυβέρνηση χρονιά πολιτικής ωριμότητας και σχεδιασμού. Αυτό που έχει σημασία για εμάς δεν είναι η εκλογολογία, αλλά τα μεγάλα προβλήματα των πολιτών και το πολιτικό περιεχόμενο της επόμενης περιόδου. Το πολιτικό σκηνικό τη νέα χρονιά θα διαμορφωθεί μέσα από ένα βασικό ερώτημα: ποιος έχει σχέδιο, σταθερότητα και αξιοπιστία, για να οδηγήσει τη χώρα μπροστά σε ένα περιβάλλον διαρκών διεθνών προκλήσεων; Η Ελλάδα βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή. Μετά από αλλεπάλληλες διεθνείς και εσωτερικές κρίσεις, οι πολίτες ζητούν λιγότερες στείρες αντιπαραθέσεις και περισσότερα αποτελέσματα στην καθημερινότητά τους: στην ακρίβεια, στο εισόδημα, στην εργασία, στην ασφάλεια, στη δημόσια υγεία και παιδεία, στη στήριξη της περιφέρειας.
Την ίδια ώρα, βλέπουμε μία αντιπολίτευση «πάνω ή κάτω από τον εξώστη…» κατώτερη των περιστάσεων, σε αναζήτηση ταυτότητας, χωρίς ενιαία πρόταση διακυβέρνησης και χωρίς πειστική απάντηση στα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας. Η χώρα δεν έχει ανάγκη από πειράματα ή πισωγυρίσματα, αλλά από πολιτική σοβαρότητα. Για τη Νέα Δημοκρατία και την Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, το 2026 θα είναι συνεπώς χρονιά ευθύνης. Χρονιά συνέχισης μεταρρυθμίσεων, αξιοποίησης των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρων, ενίσχυσης της ανάπτυξης και μεταφοράς των θετικών πλεονασμάτων στην κοινωνία και στην ελληνική περιφέρεια. Οι εξελίξεις που θα αποδειχθούν καθοριστικές είναι τρεις: η πορεία της οικονομίας και του διαθέσιμου εισοδήματος, η κοινωνική συνοχή σε μια περίοδο διεθνούς αβεβαιότητας και η αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος συνολικά. Εκεί θα κριθεί και η εμπιστοσύνη των πολιτών. Σε κάθε περίπτωση, όποτε και αν στηθούν κάλπες, οι πολίτες θα κρίνουν την δουλειά και τον καθαρό λόγο, κι όχι τους επικοινωνιακούς «θορύβους».
Ποιο είναι το βασικό στοίχημα της πολιτικής σταθερότητας για το επόμενο διάστημα; Πώς μπορεί να υπάρξει ουσιαστικός διάλογος ανάμεσα στα κόμματα σε μια περίοδο έντονης πόλωσης;
Το βασικό στοίχημα είναι να μη χαθεί ο προσανατολισμός της χώρας και ό,τι καταφέραμε αυτά τα έξι χρόνια, μέσα από κόπο και σκληρή δουλειά. Αναμφισβήτητα, η Ελλάδα του 2025 είναι μία καλύτερη χώρα σε όλους τους τομείς, συγκριτικά με την Ελλάδα του 2019. Γι αυτό και θα πρέπει να διατηρήσουμε τη σταθερότητα, ως εργαλείο προόδου και όχι ως αυτοσκοπό. Σε μια περίοδο διεθνών αναταράξεων, οικονομικών πιέσεων και κοινωνικών προκλήσεων, η Ελλάδα χρειάζεται μία σοβαρή Κυβέρνηση που να μπορεί να σχεδιάζει, να υλοποιεί και να δίνει λύσεις με ορίζοντα τετραετίας.

Από την άλλη, ο ουσιαστικός πολιτικός διάλογος δεν προϋποθέτει συμφωνία σε όλα, αλλά ειλικρίνεια, σεβασμό στους θεσμούς και αποδοχή της πραγματικότητας. Δεν μπορεί να υπάρξει διάλογος, όταν κάποιοι επενδύουν συνειδητά στην ένταση, στην τοξικότητα, στην καταγγελία χωρίς πρόταση και στη στείρα άρνηση. Εμείς έχουμε αποδείξει ότι πιστεύουμε στον διάλογο μέσα από ένα σαφές πλαίσιο δημοσιονομικών δεδομένων, με συγκεκριμένες προτάσεις και με ευθύνη απέναντι στην κοινωνία. Η χώρα έχει ανάγκη από πολιτικές που ενώνουν και όχι από συνθήματα που διχάζουν. Και αυτό είναι επιλογή στάσης αυτής της παράταξης. Η Νέα Δημοκρατία έχει αποδείξει ότι μπορεί να συνομιλεί θεσμικά, χωρίς κραυγές, χωρίς λαϊκισμό και χωρίς να υπονομεύει τη σταθερότητα για πρόσκαιρα πολιτικά οφέλη. Κάτι που ήδη αναγνωρίζουν και οι πολίτες σε όλες τις μετρήσεις.
Ως πρόεδρος της Εξεταστικής Επιτροπής για τον ΟΠΕΚΕΠΕ πιστεύετε ότι λειτουργεί σωστά ο θεσμός; Μπορεί πραγματικά η εξεταστική να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς και με ποιες προϋποθέσεις;
Αρχικά να πω, ότι είναι ιδιαίτερη τιμή για μένα, να κατέχω την θέση του Προέδρου της Εξεταστικής Επιτροπής, μετά από πρόταση των συναδέλφων μου Βουλευτών. Οι στόχοι που τέθηκαν εξαρχής από το Προεδρείο ήταν ξεκάθαροι: όλα στο φως, πλήρης διερεύνηση κάθε πτυχής της υπόθεσης, εξέταση μεγάλου αριθμού μαρτύρων χωρίς εξαιρέσεις, και μια διαδικασία θεσμικά αξιόπιστη, που να αντέχει στον χρόνο και στον δημόσιο έλεγχο. Μπορώ σήμερα, με ευθύνη και νηφαλιότητα να πω, ότι αυτοί οι στόχοι έχουν κερδηθεί σε μεγάλο μέρος. Η Επιτροπή μας λειτούργησε στην πλειοψηφία της με κανόνες, με σεβασμό στις διαδικασίες της Βουλής, με διασταύρωση στοιχείων και όχι με προκατασκευασμένα συμπεράσματα. Ακούστηκαν πολλές και διαφορετικές φωνές, οι πολίτες μαθαίνουν την αλήθεια, κατέθεσαν περισσότεροι από 56 μάρτυρες, κατατέθηκαν κρίσιμα έγγραφα, φωτίστηκαν πρακτικές και παθογένειες που για χρόνια ταλαιπωρούσαν έναν οργανισμό κομβικό για τον πρωτογενή τομέα και τους Έλληνες αγρότες.

Παρόλ’ αυτά κάποιοι ως εξαιρέσεις, λειτούργησαν αντιθεσμικά και απέναντι στην αλήθεια – οι ευθύνες γι αυτή τη στάση έχουν ονοματεπώνυμο, είτε πρόκειται για μέλη της επιτροπής είτε για μάρτυρες, οι οποίοι δεν συνέβαλαν στην αλήθεια ικανοποιώντας σκοπιμότητες και ανούσιους εντυπωσιασμούς. Ευτυχώς αυτοί ήταν η μειοψηφία. Έχουμε ακόμη πολλή δουλειά στην επιτροπή, για να φωτίσουμε πλήρως την υπόθεση, αλλά και για τον πλήρη εκσυγχρονισμό του οργανισμού, ώστε οι επιδοτήσεις να πηγαίνουν αποκλειστικά σε όσους τις δικαιούνται.
Από την άλλη, οφείλουν να καταλάβουν όλοι, ότι ο θεσμός της Εξεταστικής Επιτροπής γίνεται ισχυρός, μόνο όταν λειτουργεί με σοβαρότητα, θεσμική προσήλωση και χωρίς μικροκομματικές σκοπιμότητες. Δεν είναι εργαλείο εντυπώσεων, αλλά εργαλείο αλήθειας. Και αυτό ακριβώς επιδιώξαμε από την πρώτη ημέρα στην Εξεταστική για τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Μόνο έτσι μια Εξεταστική Επιτροπή μπορεί να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς. Όταν δεν λειτουργεί ως πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης, αλλά ως χώρος θεσμικής ευθύνης. Όταν δεν φοβάται την αλήθεια, όσο δύσκολη κι αν είναι. Και τρίτον, όταν τα πορίσματά της αξιοποιούνται για να διορθωθούν λάθη και να θωρακιστούν κορυφαίοι θεσμοί. Η εμπιστοσύνη δεν αποκαθίσταται με λόγια, αλλά μόνο με πράξεις.
Πώς αξιολογείτε τον ρόλο της Ζωής Κωνσταντοπούλου μέσα στην Εξεταστική Επιτροπή; Υπάρχουν σημεία στα οποία θεωρείτε ότι ξεπερνά τα θεσμικά όρια του ρόλου της ως μέλους της Επιτροπής; Σε ποιο βαθμό θεωρείτε ότι η ρητορική της επηρεάζει το κλίμα και την αποτελεσματικότητα των συνεδριάσεων;
Ο ρόλος κάθε μέλους της Εξεταστικής Επιτροπής οφείλει να είναι θεσμικός, με στόχο τη διερεύνηση της αλήθειας και όχι την προσωπική προβολή. Δυστυχώς, η κα Κωνσταντοπούλου επιλέγει συχνά μια συγκρουσιακή και τοξική στάση, η οποία μετατοπίζει τη συζήτηση από την ουσία της υπόθεσης σε ένα διαρκές πολιτικό σόου προς άγραν ψήφων. Αυτό δεν υπηρετεί ούτε τη διαφάνεια, ούτε την αξιοπιστία της διαδικασίας.
Υπάρχουν στιγμές όπου η συμπεριφορά και η ρητορική της ξεπερνούν τα θεσμικά όρια του ρόλου της, όχι μόνο ως μέλους της Επιτροπής, αλλά και ως Προέδρου κόμματος. Τέτοιες πρακτικές δεν ενισχύουν τον κοινοβουλευτικό έλεγχο, αλλά τον υπονομεύουν. Πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους, ότι ως επιτροπή στο σύνολό της, οφείλουμε να παραμένουμε όλοι προσηλωμένοι σε μια σοβαρή και θεσμικά υπεύθυνη στάση, ώστε η Εξεταστική να καταλήξει σε ένα πόρισμα με ουσία και αξιοπιστία, προς όφελος της αλήθειας. Τα τελικά συμπεράσματα ανήκουν στους πολίτες.
Πώς απαντάτε στην άποψή της ότι η Εξεταστική έχει προκαθορισμένο αποτέλεσμα από την κυβερνητική πλειοψηφία;
Η άποψη αυτή ίσως επικράτησε λόγω του γεγονότος, ότι κατά το παρελθόν ανάλογες Εξεταστικές Επιτροπής δεν απέδωσαν όπως θα έπρεπε, κάτι που αναγνωρίσαμε πρώτοι εμείς αλλά και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός. Στην συγκεκριμένη επιτροπή όμως, όπως λειτουργεί αυτούς τους μήνες, κάτι τέτοιο δεν ευσταθεί και θα μου επιτρέψετε να πω, ότι υποτιμά τον ίδιο τον θεσμό της Βουλής. Η Εξεταστική είναι εργαλείο διαφάνειας και λογοδοσίας, όχι επικοινωνιακό πυροτέχνημα. Δεν αποδίδει ενοχές εκ των προτέρων, ούτε λειτουργεί με κομματικά φίλτρα. Γι αυτό οφείλουμε όλα τα μέλη να αποδείξουμε ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε την αλήθεια. Οφείλουμε να δουλεύουμε ώστε να μάθουν οι πολίτες τι ακριβώς συνέβη επί δεκαετίες στον ΟΠΕΚΕΠΕ, ένα ζήτημα πολυπαραγοντικό, όχι καινούριο αλλά ερχόμενο από το παρελθόν. Συνεπώς όλα τα κόμματα θα πρέπει να αποδείξουν την θεσμική τους αξιοπιστία και να γίνουν συμμέτοχοι στο να βγει στο φως η αλήθεια και να αποδοθούν ευθύνες από όπου κι αν προέρχονται.

Ως επιτροπή εξετάζουμε όλα τα δεδομένα, κάθε περίοδο, ξεκινήσαμε από τους Υπουργούς της Κυβερνητικής πλειοψηφίας και το επόμενο διάστημα συνεχίζουμε με Υπουργούς των υπολοίπων κομμάτων. Ένα είναι βέβαιο και θα πρέπει να γίνει κατανοητό από κάθε πλευρά. Θα εξετάσουμε τις ευθύνες όλων, χωρίς εξαιρέσεις. Συνεπώς, όποιος μιλά για «προκαθορισμένο αποτέλεσμα», στην πραγματικότητα επιχειρεί να αποπροσανατολίσει από τα σοβαρά και να προκαθορίσει τη συζήτηση, πριν καν ξεκινήσει η διερεύνηση. Ως Πρόεδρος της επιτροπής θα πω κάτι απλό και καθαρό: όλα στο φως, με θεσμικό τρόπο, με σεβασμό στη διαδικασία και στα στοιχεία. Η Εξεταστική δεν είναι πεδίο μικροπολιτικής αντιπαράθεσης. Είναι υποχρέωσή μας απέναντι στους πολίτες, στους αγρότες και στη Δημοκρατία. Και αυτή την υποχρέωση θα την υπηρετήσουμε μέχρι τέλους, με σοβαρότητα, με θεσμική συνέπεια και χωρίς προκαταλήψεις.











