Σταθερότητα και προβλεψιμότητα στην ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας το φθινόπωρο του 2025, παρά τις αναταράξεις στη διεθνή χονδρική τιμή.
του Χρήστου Μυτιλινιού
Αν και η αύξηση στο κόστος παραγωγής είναι γεγονός, οι καταναλωτές στην Ελλάδα δεν βλέπουν τις τιμές να εκτοξεύονται, χάρη στην πολιτική απορρόφησης των πιέσεων και στη συγκράτηση της λιανικής τιμής μέσω στοχευμένων παρεμβάσεων.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat και της ΡΑΑΕΥ, η χώρα μας βρίσκεται στην 10η θέση των φθηνότερων τιμών λιανικής ρεύματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μάλιστα, όταν οι τιμές προσαρμόζονται βάσει αγοραστικής δύναμης –δηλαδή στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών– η Ελλάδα είναι φθηνότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Αυξήσεις στη χονδρική, σταθερότητα στη λιανική
Οι τιμές χονδρικής αυξήθηκαν πράγματι μέσα στον Οκτώβριο, επηρεασμένες από το υψηλό κόστος φυσικού αερίου και τις πιέσεις των διεθνών αγορών. Ωστόσο, η αύξηση αυτή δεν μετακυλίστηκε στον τελικό καταναλωτή, καθώς οι πάροχοι ενσωμάτωσαν μέρος του κόστους και η πολιτεία παρακολούθησε στενά την εξέλιξη της αγοράς ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα κερδοσκοπίας.
Η κυβέρνηση, όπως τονίζεται από αρμόδιες πηγές, δεν εξετάζει νέο πακέτο επιδοτήσεων, διότι το ζητούμενο δεν είναι η επιδότηση του κόστους αλλά η σταθερότητα στη λιανική τιμή. Η Ελλάδα παραμένει μία από τις λίγες χώρες που πέτυχαν συνέχεια και προβλεψιμότητα χωρίς να διαταράξουν τα δημοσιονομικά τους.
Στο πρώτο εξάμηνο του 2025, η χώρα κατέγραψε το 10ο φθηνότερο ρεύμα στην Ευρώπη — επίδοση που αποκτά ιδιαίτερη σημασία αν σκεφτεί κανείς ότι πριν από δύο χρόνια η Ελλάδα βρισκόταν κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η πορεία αυτή αντικατοπτρίζει την επιτυχία του μηχανισμού συγκράτησης τιμών που εισήχθη από το καλοκαίρι του 2022 και συνεχίζει να λειτουργεί χωρίς αναταράξεις.
Η πολιτική της στήριξης
Η κυβέρνηση έχει απορροφήσει τα τελευταία χρόνια το μεγαλύτερο ενεργειακό σοκ στην Ευρώπη, διοχετεύοντας πάνω από 9 δισ. ευρώ σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Η στρατηγική ήταν απλή: προστασία του καταναλωτή, διατήρηση της κοινωνικής συνοχής και ταυτόχρονη στήριξη της οικονομίας που εξαρτάται από το ενεργειακό κόστος.
Τα μέτρα αυτά –επιδοτήσεις, ενεργειακός μηχανισμός, μείωση χρεώσεων– οδήγησαν σε ταχεία αποκλιμάκωση των τιμών λιανικής, την ώρα που άλλες χώρες της Ευρωζώνης κατέγραφαν διψήφιες αυξήσεις. Παράλληλα, με την ενεργοποίηση των νέων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και των διασυνδέσεων, η Ελλάδα αυξάνει τη φυσική παραγωγή και μειώνει την εξάρτησή της από τις διεθνείς διακυμάνσεις του φυσικού αερίου.
Το ενεργειακό μείγμα αλλάζει
Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, το 2025 η συμμετοχή των ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο ξεπέρασε το 54%, με τις διασυνδέσεις Αττικής–Κρήτης και Δυτικής Μακεδονίας–Αλβανίας να ενισχύουν την ευστάθεια του συστήματος. Τα έργα αποθήκευσης ενέργειας, οι νέοι σταθμοί LNG και η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας–Κύπρου ολοκληρώνουν το πλέγμα που κάνει τη χώρα ενεργειακό κόμβο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Η μετατόπιση του ενεργειακού μείγματος έχει ήδη μειώσει το κόστος χονδρικής για τις ΑΠΕ και αυξάνει τη σταθερότητα των τιμών μακροπρόθεσμα. Ο μηχανισμός εξισορρόπησης λειτουργεί πλέον σε πλήρη ευρωπαϊκή εναρμόνιση, διασφαλίζοντας ότι η τιμή της κιλοβατώρας δεν θα παρουσιάσει ακραίες διακυμάνσεις ακόμη και σε περιόδους κρίσης.
Οι συγκρίσεις που μιλούν από μόνες τους
Ενώ πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης προχώρησαν το 2025 σε αναπροσαρμογές τιμολογίων έως και 20%, στην Ελλάδα οι αυξήσεις κυμάνθηκαν σε μονοψήφια ποσοστά. Ο καταναλωτής εξακολουθεί να πληρώνει χαμηλότερες τιμές σε σχέση με Ιταλία, Ισπανία, Βέλγιο και Ολλανδία, ενώ η διαφορά με τη Γαλλία έχει σχεδόν μηδενιστεί.
Οι παράγοντες της αγοράς αναγνωρίζουν ότι το μείγμα ρύθμισης, επενδύσεων και τεχνολογικής εξέλιξης έχει αποδώσει: τα δίκτυα είναι πιο αξιόπιστα, οι πάροχοι λειτουργούν με διαφάνεια και ο καταναλωτής έχει επιλογές.
Η επόμενη μέρα
Στόχος της κυβέρνησης είναι η μετάβαση σε μια αγορά σταθερού κόστους και πράσινης απόδοσης, όπου το ρεύμα δεν θα αποτελεί μεταβλητή απειλή για τον οικογενειακό προϋπολογισμό ή την επιχειρηματική δραστηριότητα.
Οι παράγοντες του Μεγάρου Μαξίμου σημειώνουν χαρακτηριστικά:
«Δεν θα μπούμε ξανά σε φαύλο κύκλο επιδοτήσεων. Το ζητούμενο είναι να παραμένει σταθερό το κόστος για τον πολίτη, όχι να καλύπτονται συνεχώς οι στρεβλώσεις της αγοράς».
Και πράγματι, η πολιτική αυτή έχει αποτέλεσμα. Η Ελλάδα, από χώρα με έντονη ενεργειακή εξάρτηση, εξελίσσεται σε παράδειγμα εξισορρόπησης: με χαμηλές τιμές, περιορισμένα δημοσιονομικά βάρη και συνεχή επενδυτική κινητικότητα στον ενεργειακό τομέα.
Η ενεργειακή κρίση μπορεί να άφησε πίσω της ανασφάλεια, αλλά τα δεδομένα δείχνουν ότι το 2025 είναι η χρονιά σταθερότητας.
Η χώρα αντέχει και παράγει ενέργεια σε τιμές που δεν απειλούν τον πολίτη — και αυτό, στις σημερινές συνθήκες, δεν είναι απλώς πολιτική επιτυχία. Είναι στρατηγική επιβίωσης.
			
    	
			











