Θα επιστρέψουν το φθινόπωρο με λιγότερο «άγριες» διαθέσεις
και περισσότερη ουσιαστική κριτική, προτάσεις και σχεδιασμούς;
Στο σημερινό πολιτικό σκηνικό, λες και υπάρχει ένας ανταγωνισμός από όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης για το ποιος θα χρησιμοποιήσει πιο τοξική φρασεολογία. Λίγο πριν κλείσει η Βουλή για τις διακοπές του Αυγούστου, και ο ανταγωνισμός -κατά τις δύο κρίσιμες συνεδριάσεις της Βουλής αυτή την εβδομάδα- έγινε ακόμη πιο οξύς, ανοίγοντας έναν νέο κύκλο σφοδρής αντιπαράθεσης μεταξύ της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης. Η ένταση στο πολιτικό σκηνικό είχε βέβαια αποτυπωθεί ακόμη και κατά την διάρκεια της δεξίωσης για την 51η επέτειο από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Οι πολιτικοί αρχηγοί δεν κατάφεραν να βάλουν στην άκρη όσα τους χωρίζουν, με αποτέλεσμα στο κιόσκι του Προεδρικού Μεγάρου να υπάρχουν παγωμένα χαμόγελα και αμήχανα βλέμματα. Μάλιστα, ο πρωθυπουργός επεσήμανε κατά την εκεί μισάωρη παραμονή τους ότι «είναι πολύ δύσκολο να προσποιούμαστε ότι συναντιόμαστε κοινωνικά και χαλαρά με συνομιλητές που μας κατηγορούν με απαξιωτικούς και χυδαίους χαρακτηρισμούς».
Ιδιαίτερα το τελευταίο χρονικό διάστημα πάντως, ο λεκτικός εκτραχηλισμός και η αντιπολιτευτική υστερία έχουν φτάσει στο κατακόρυφο. Ο ένας αποκαλεί την κυβέρνηση «χούντα». Ο άλλος «εγκληματική συμμορία». Κάποιος τρίτος μιλάει για «ξεφτίλα, παρακμή, εκπόρνευση». Με αυτή την ακραία ρητορική, η αντιπολίτευση προσπαθεί αυτή την περίοδο να αντιμετωπίσει τον Μητσοτάκη. Μάλιστα, μετά την ατάκα για «εκπόρνευση» -που μάλλον θεώρησε εμπνευσμένη-, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ αποκάλεσε τον πρωθυπουργό «νονό εγκληματικής οργάνωσης». Το αφήγημα της αντιπολίτευσης είναι ένα κράμα καταστροφολογίας (όλα μαύρα) και ρητορικής όξυνσης («χούντα», «εσχάτη προδοσία» κ.λπ.).
Τα κόμματα κινούνται με τη συνταγή τού «Μητσοτάκη γ@…», όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε χυδαία αντιπολίτευση στη ΝΔ, πριν καταποντιστεί οριστικά στις κάλπες. Σε ακρότητες επιδόθηκε και ο Νίκος Ανδρουλάκης, ο οποίος αποκάλεσε την κυβέρνηση «γαλάζια συμμορία» και τον πρωθυπουργό «εκβιαζόμενο», με αφορμή τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Πρόκειται για έναν πολιτικό λόγο που θυμίζει όλο και περισσότερο το περιεχόμενο και τον βούρκο του διαδικτύου. Χρησιμοποιούνται επιχειρήματα στα οποία υπερισχύουν ο στιγμιαίος εντυπωσιασμός και οι ανούσιες αντιπαραθέσεις. Έχουν στερέψει οι θετικές προτάσεις που απαιτούν ηγετικό χάρισμα, γνώση και κόπο. Τα κόμματα επιλέγουν πλέον την πιο πρόχειρη και εύκολη αντιπολιτευτική συνταγή: καθημερινό υβρεολόγιο εναντίον της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού. Ο βαθμός εμπιστοσύνης στο πρόσωπο του πρωθυπουργού παραμένει στα ύψη, ενώ στους άλλους είναι ανύπαρκτος. Και τίθεται το ερώτημα: Αφού εκλογικά και δημοσκοπικά οι υστερίες, οι καταγγελίες και η ποινικοποίηση της πολιτικής δεν συγκινούν τα πλήθη, γιατί κάποιοι επιμένουν; Ειδικά το ΠΑΣΟΚ, γιατί υιοθετεί την ίδια τακτική με το παρεάκι της μιζέριας;
Κι όμως, ευκαιρίες για σοβαρή αντιπολίτευση υπάρχουν. Οι τελευταίες αποκαλύψεις για τον ΟΠΕΚΕΠΕ, για παράδειγμα, δείχνουν ότι το πελατειακό κράτος, το οποίο ο πρωθυπουργός είχε υποσχεθεί να εξαλείψει, ζει και βασιλεύει. Ο ίδιος μάλιστα με το περιβόητο «αποτύχαμε» αποδέχτηκε πλήρως και το πρόβλημα και τις ευθύνες του.
Η αντιπολίτευση ωστόσο αποφεύγει την ουσία των πραγμάτων, διαχειρίζεται επιδερμικά το σκάνδαλο και παραμένει μυστηριωδώς σιωπηλή για τις δικές της ευθύνες. ΠΑΣΟΚ και Αριστερά φωνάζουν, βρίζουν, ζητούν προανακριτικές, δικαστήρια και κεφαλές υπουργών επί πίνακι. Σιωπούν ωστόσο για το πελατειακό κράτος. Ούτε λέξη για τα οργανωμένα δίκτυα πολιτών, δημοσίων λειτουργών του ΟΠΕΚΕΠΕ και πολιτευτών, που «άρμεγαν» παράτυπα τα κοινοτικά κονδύλια. Καμία πρόταση για το πώς το φαινόμενο θα εξαλειφθεί. Διότι πώς να καταγγείλεις μια πρακτική που κι εσύ αξιοποίησες κατά κόρον για να κερδίσεις ψήφους και επιρροή; Ώσπου το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ χτύπησε και την πόρτα του ΠΑΣΟΚ, με την εμπλοκή του προέδρου Νομαρχιακής στο Ηράκλειο Κρήτης (τόπο καταγωγής και εκλογική περιφέρεια του κ. Ανδρουλάκη). Το όνομά του ενεπλάκη στην υπόθεση με τα «μαϊμού» επιδόματα, αναγκάστηκε να επιστρέψει τα χρήματα που είχε λάβει το 2020 (με δήλωση μάλιστα στο ΚΥΔ του διαβόητου «Φραπέ» της Νέας Δημοκρατίας) και παραιτήθηκε. Κι έτσι βρισκόμαστε αντιμέτωποι ξανά με την υποκρισία μιας αντιπολίτευσης, η οποία διαιωνίζει ένα οπισθοδρομικό και καταστροφικό φαινόμενο που μαστίζει την ελληνική κοινωνία και κρατάει την Ελλάδα πίσω.
Αλλά την ίδια τακτική δεν ακολούθησαν και στην υπόθεση της τραγωδίας των Τεμπών; Περιορίστηκαν και επέμειναν σε ξυλόλια, «μπαζώματα», εξαφανισμένα φορτία και βαγόνια, αλλά και σε παραπομπή πολιτικών προσώπων ακόμη και για «εσχάτη προδοσία», αφήνοντας στην άκρη διαχρονικές ευθύνες, αλλά και προτάσεις, για την βελτίωση του σιδηροδρομικού δικτύου. Και όλα αυτά καταφεύγοντας σε μια φρασεολογία, που δεν ταιριάζει σε μια ώριμη δημοκρατία. Οι πολιτικοί αρχηγοί και οι βουλευτές αναμένεται τώρα να ξεκουραστούν τον Αύγουστο. Να ελπίζουμε πως θα επιστρέψουν το φθινόπωρο με λιγότερο «άγριες» διαθέσεις και περισσότερη ουσιαστική κριτική, προτάσεις και σχεδιασμούς; Τουλάχιστον ας ελπίζουμε…
του Φώτη Σιούμπουρα