Η ψήφιση του προϋπολογισμού 2026 συνιστά μια κομβική πολιτική και οικονομική πράξη. Πρόκειται για μια ουσιαστική επιλογή στρατηγικής κατεύθυνσης, η οποία αποτυπώνει τις προτεραιότητες της χώρας σε μια περίοδο έντονων διεθνών αβεβαιοτήτων, γεωπολιτικών ανακατατάξεων και αυξημένων κοινωνικών αναγκών. Υπό αυτές τις συνθήκες αξίζει να αξιολογηθεί με νηφαλιότητα, σοβαρότητα και αίσθημα ευθύνης. Σε αυτό το σύνθετο περιβάλλον αποτυπώνει μια ξεκάθαρη και συνεκτική κατεύθυνση: τη διατήρηση της δημοσιονομικής σταθερότητας, την ενίσχυση της αναπτυξιακής δυναμικής της οικονομίας και τη θωράκιση της κοινωνικής συνοχής. Πρόκειται για τρεις αλληλένδετους στόχους που δεν μπορούν να επιτευχθούν αποσπασματικά, αλλά μόνο μέσα από έναν ισορροπημένο και ρεαλιστικό σχεδιασμό.
Πρώτον, επιβεβαιώνει τη σταθερή δέσμευση της χώρας στη δημοσιονομική πειθαρχία και στη χρηστή διαχείριση των δημόσιων οικονομικών. Σε μια εποχή όπου η αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη διατήρηση της εμπιστοσύνης των αγορών, των επενδυτών και των ευρωπαϊκών θεσμών, η επιλογή της συνέπειας και της σοβαρότητας είναι καθοριστική. Αυτή η δημοσιονομική υπευθυνότητα αποτελεί το εργαλείο για τη δημιουργία δημοσιονομικού χώρου που επιτρέπει στο κράτος να παρεμβαίνει εκεί όπου πραγματικά υπάρχει ανάγκη. Σε αυτό το πλαίσιο, ιδιαίτερη σημασία έχει η επιλογή στοχευμένων πολιτικών παρεμβάσεων αντί οριζόντιων και συχνά αναποτελεσματικών μέτρων. Η στόχευση των πόρων προς όσους έχουν μεγαλύτερη ανάγκη ενισχύει την κοινωνική δικαιοσύνη και αυξάνει την αποτελεσματικότητα της δημόσιας δαπάνης. Η προσέγγιση αυτή αποτυπώνει ωριμότητα στον σχεδιασμό και συναίσθηση των πραγματικών δημοσιονομικών περιορισμών.
Δεύτερον, δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην αναπτυξιακή διάσταση της οικονομικής πολιτικής. Οι αυξημένες επενδύσεις σε κρίσιμους τομείς, όπως οι υποδομές, η παιδεία, η υγεία, η έρευνα και ο ψηφιακός μετασχηματισμός συνιστούν επένδυση στο μέλλον της χώρας, στο ανθρώπινο κεφάλαιο, στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και σε μια μακροπρόθεσμη βιώσιμη ανάπτυξη. Οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις που ενεργοποιούνται δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, ενισχύουν την παραγωγικότητα και βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των πολιτών. Παράλληλα, συμβάλλουν στη μετάβαση σε ένα πιο ανθεκτικό και σύγχρονο παραγωγικό μοντέλο, ικανό να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης.
Τρίτον, ιδιαίτερη βαρύτητα αποδίδεται στην κοινωνική του διάσταση. Η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους και η προστασία των πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων αποτελούν βασικό πυλώνα του εθνικού μας σχεδιασμού. Η στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος, η βελτίωση της πρόσβασης σε ποιοτικές δημόσιες υπηρεσίες υγείας και παιδείας, καθώς και οι πολιτικές μείωσης των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων, στέλνουν ένα σαφές μήνυμα κοινωνικής ευαισθησίας. Η ανάπτυξη αποκτά πραγματικό νόημα όταν τα οφέλη της διαχέονται στο σύνολο της κοινωνίας.
Ο προϋπολογισμός που μόλις ψήφισε η Βουλή δεν αγνοεί αυτή τη διάσταση και επιχειρεί να συνδυάσει την οικονομική πρόοδο με την κοινωνική συνοχή, αναγνωρίζοντας ότι οι δύο αυτοί στόχοι είναι αλληλοσυμπληρούμενοι.
Παρά την επιμέρους κριτική και τις διαφορετικές πολιτικές προσεγγίσεις οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι η συνολική εικόνα του προϋπολογισμού αναδεικνύει έναν ρεαλιστικό, συνεκτικό και αξιόπιστο σχεδιασμό, προσαρμοσμένο στις πραγματικές συνθήκες και ανάγκες της εποχής.
Δεν καλλιεργεί ψευδαισθήσεις ούτε υπόσχεται εύκολες λύσεις, αλλά θέτει ένα σταθερό πλαίσιο προόδου. Είναι μια ουσιαστική πολιτική επιλογή που αντανακλά τη βούληση να προχωρήσει η χώρα μπροστά με σχέδιο, υπευθυνότητα και κοινωνικό αποτύπωμα. Και αυτή ακριβώς η κατεύθυνση είναι που αξίζει να αναγνωριστεί και να στηριχθεί.
της Μαρίας-Αλεξάνδρας Κεφάλα Βουλευτής Ιωαννίνων με τη ΝΔ











