Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), η ελληνική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί με ρυθμό 2% τόσο 2025 όσο και το 2026, έναντι του 2,3% το 2024.
Αυτή η απόδοση τοποθετεί την Ελλάδα σε θέση υψηλότερη από εκείνη της Ευρωζώνης, η οποία προβλέπεται να σημειώσει ανάπτυξη μόλις 1,3% για τα ίδια χρόνια.
Αξιοσημείωτο είναι ότι η μείωση της ανεργίας στην Ελλάδα αναμένεται να συνεχιστεί, με ποσοστό 9% το 2023 και 8,4% το 2026, σε σύγκριση με το 10,1% του προηγούμενου έτους. Όσον αφορά τον πληθωρισμό, σύμφωνα με τον εναρμονισμένο δείκτη της Eurostat, προβλέπεται να διαμορφωθεί στο 3,1% το 2025, αυξημένος από το 3% του 2024, ενώ αναμένεται μείωση στο 2,5% το 2026.
Σημαντικές είναι και οι προβλέψεις για το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο αναμένεται να μειωθεί από 7% του ΑΕΠ το 2024 σε 5,8% το 2023 και 5,3% το 2026.
Στην έκθεση του ΔΝΤ, με τίτλο «Η παγκόσμια οικονομία σε συνεχή μεταβολή: Αβέβαιες προοπτικές», τονίζεται ότι η παγκόσμια οικονομία προσαρμόζεται σε νέες πολιτικές, όπως οι αυξήσεις δασμών που επιβλήθηκαν από τις ΗΠΑ. Αν και κάποιες από αυτές τις υψηλές δασμολογίες έχουν μειωθεί μέσω νέων συμφωνιών, το συνολικό οικονομικό περιβάλλον παραμένει ασταθές.
Η παγκόσμια ανάπτυξη αναμένεται να επιβραδυνθεί, με εκτιμήσεις που προβλέπουν ρυθμούς 3,3% το 2024, 3,2% το 2025 και 3,1% το 2026. Οι ανεπτυγμένες οικονομίες αναμένεται να παρουσιάσουν ανάπτυξη περίπου 1,5%, ενώ οι αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες θα ξεπεράσουν ελαφρώς το 4%.
Ο πληθωρισμός, σε παγκόσμιο επίπεδο, δείχνει τάσεις μείωσης, αν και οι διακυμάνσεις μεταξύ χωρών είναι εμφανείς. Στις ΗΠΑ, οι πληθωριστικές πιέσεις αναμένονται υψηλότερες από τον στόχο, ενώ σε άλλες χώρες αναμένεται να παραμείνουν σε χαμηλότερα επίπεδα.
Το ΔΝΤ προειδοποιεί ότι οι κίνδυνοι για την ανάπτυξη είναι καθοδικοί, με παρατεταμένη αβεβαιότητα, αυξανόμενο προστατευτισμό και διαταραχές στην αγορά εργασίας να απειλούν την οικονομική σταθερότητα. Προτρέπει τους υπεύθυνους πολιτικής να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη μέσω αξιόπιστων και διαφανών πολιτικών και τονίζει τη σημασία της διατήρησης της ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών, καθώς και της ανάγκης για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Η εμπορική διπλωματία θα πρέπει να συνδυαστεί με μακροοικονομικές προσαρμογές, και οι χώρες καλούνται να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την προώθηση διαρθρωτικών αλλαγών που θα ενισχύσουν την ανάκαμψη και την ανάπτυξη.