Η Ελλάδα συνεχίζει να καταγράφει εντυπωσιακή δημοσιονομική πορεία, επιβεβαιώνοντας ότι έχει οριστικά αφήσει πίσω της την εποχή των ελλειμμάτων.
Σύμφωνα με τα επικαιροποιημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το 2024 έκλεισε με δημοσιονομικό πλεόνασμα 2,91 δισ. ευρώ, ή 1,2% του ΑΕΠ, ενώ το δημόσιο χρέος διαμορφώθηκε στα 364,9 δισ. ευρώ — ποσοστό 154,2% του ΑΕΠ.
Το πρωτογενές πλεόνασμα έφτασε στα 11,14 δισ. ευρώ ή 4,7% του ΑΕΠ, καταγράφοντας τη δεύτερη καλύτερη επίδοση της τελευταίας 20ετίας.
Η εικόνα αυτή αναδεικνύει μια οικονομία σε τροχιά σταθερότητας και συνέπειας, σε μια περίοδο όπου η πλειονότητα των κρατών–μελών της ΕΕ βλέπει το χρέος της να αυξάνεται. Ενδεικτικά, τα νέα στοιχεία της Eurostat για το β’ τρίμηνο του 2025 δείχνουν ότι 16 ευρωπαϊκές χώρες κατέγραψαν αύξηση του χρέους τους, ενώ η Ελλάδα ανήκει στις 11 που πέτυχαν μείωση — και μάλιστα τη μεγαλύτερη.
Στην κορυφή της Ευρώπης για μείωση χρέους
Το χρέος της Ελλάδας στο β’ τρίμηνο του 2025 ανήλθε σε 368,61 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 151,2% του ΑΕΠ, μειωμένο κατά 8,9% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2024 και κατά 1,1% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2025.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη ετήσια αποκλιμάκωση χρέους στην ΕΕ, με δεύτερη την Ιρλανδία (-7,2 μονάδες) και τρίτη την Κύπρο (-6,5).
Αντίθετα, η Φινλανδία, η Πολωνία και η Ρουμανία σημείωσαν σημαντικές αυξήσεις, επιβεβαιώνοντας το πόσο δύσκολη παραμένει η προσπάθεια σταθεροποίησης για τις περισσότερες ευρωπαϊκές οικονομίες.
Σε επίπεδο Ευρωζώνης, ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ αυξήθηκε στο 88,2% (από 87,7% στο α’ τρίμηνο), ενώ στην ΕΕ συνολικά έφτασε το 81,9%.
Αυτό σημαίνει πως η Ελλάδα, αν και εξακολουθεί να έχει το υψηλότερο ποσοστό χρέους, βελτιώνει ταχύτερα από όλους τους εταίρους της την αναλογία χρέους προς ΑΕΠ.
Το αποτέλεσμα της δημοσιονομικής πειθαρχίας
Η θετική εικόνα αποδίδεται στην πειθαρχημένη εκτέλεση του προϋπολογισμού, στην αύξηση των εσόδων, αλλά και στη συγκράτηση των πρωτογενών δαπανών.
Η Ελλάδα έχει πλέον επανακτήσει πλήρη πρόσβαση στις αγορές, ενώ τα επιτόκια δανεισμού της παραμένουν σταθερά χαμηλότερα από τα προ πανδημίας επίπεδα.
Κυβερνητικές πηγές τονίζουν ότι η διατήρηση υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων αποτελεί «ασπίδα εμπιστοσύνης» απέναντι στις νέες προκλήσεις της ευρωπαϊκής οικονομίας, όπως η επιβράδυνση της ανάπτυξης και η επιστροφή των δημοσιονομικών κανόνων.
Η δημοσιονομική υπεραπόδοση του 2024 λειτουργεί έτσι ως αντίβαρο στις διεθνείς αβεβαιότητες, ενισχύοντας το προφίλ της χώρας ως πρότυπο σταθερότητας στην Ευρωζώνη.
Η νέα εικόνα της Ελλάδας στην Ευρώπη
Στην κατάταξη των χωρών με το υψηλότερο χρέος, η Ελλάδα (151,2%) εξακολουθεί να προηγείται της Ιταλίας (138,3%), της Γαλλίας (115,8%), του Βελγίου (106,2%) και της Ισπανίας (103,4%).
Στον αντίποδα, οι πιο «υγιείς» δημοσιονομικά χώρες είναι η Εσθονία (23,2%), το Λουξεμβούργο (25,1%), η Βουλγαρία (26,3%) και η Δανία (29,7%).
Ωστόσο, η ουσία βρίσκεται στη μεταβολή, όχι στο απόλυτο νούμερο: η Ελλάδα βρίσκεται στην κορυφή της ΕΕ ως προς τη μείωση του χρέους, επιβεβαιώνοντας την αξιοπιστία της δημοσιονομικής πολιτικής και τη δυναμική της οικονομίας.
Με τη Eurostat και την ΕΛΣΤΑΤ να επιβεβαιώνουν τους αριθμούς, η χώρα δείχνει ότι έχει περάσει σε νέα εποχή υπευθυνότητας και ισορροπίας — μια Ελλάδα που δεν μετριέται πλέον με τα λάθη του παρελθόντος, αλλά με τις επιδόσεις του παρόντος.