Από το 2026, ανοίγει μια νέα προοπτική για χιλιάδες ιδιοκτήτες ακινήτων που διαθέτουν κλειστά ή ανενεργά διαμερίσματα.
Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης ενεργοποιεί δύο καινοτόμα μέτρα που υποσχέθηκαν να μεταμορφώσουν την αγορά κατοικίας: το πρόγραμμα «Ανακαινίζω – Ενοικιάζω» και τη διεύρυνση της φοροαπαλλαγής τριετίας για τους ιδιοκτήτες που θα επιλέξουν να νοικιάσουν ξανά τα ακίνητά τους σε μακροχρόνια βάση. Έτσι, όποιος ανακαινίσει το ακίνητό του και το ενοικιάσει για τουλάχιστον τρία χρόνια θα απολαμβάνει διπλά οφέλη – κρατική επιδότηση για τις εργασίες ανακαίνισης και πλήρη απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος για τα ενοίκια που θα εισπράξει.
Το πρόγραμμα αυτό αφορά κατοικίες μέχρι 120 τ.μ., με ειδικές ρυθμίσεις για πολύτεκνες οικογένειες, οι οποίες θα μπορούν να επωφεληθούν από επιπλέον 20 τ.μ. για κάθε παιδί πέρα από το δεύτερο. Με τον τρόπο αυτό, οι ιδιοκτήτες που μέχρι σήμερα διατηρούσαν τα ακίνητά τους κενά ή τα εκμίσθωναν βραχυχρόνια, αποκτούν κίνητρα να τα επαναφέρουν στην αγορά κατοικίας.
Η φοροαπαλλαγή για την εκμίσθωση κλειστών ακινήτων ισχύει ήδη εδώ και τρία χρόνια και καλύπτει ενοίκια κατοικιών έως 120 τ.μ. που παρέμεναν ανενεργά για τουλάχιστον ένα έτος ή που εκμισθώθηκαν βραχυχρόνια. Επιπλέον, η απαλλαγή επεκτείνεται σε περιπτώσεις όπου ο ενοικιαστής αποχωρεί πριν από τη λήξη του συμβολαίου, εφόσον βρεθεί νέος ενοικιαστής εντός τριών μηνών. Αυτή η παρέμβαση, σύμφωνα με στελέχη του υπουργείου, αποσκοπεί στην αποκατάσταση της ισορροπίας ανάμεσα σε ιδιοκτήτες και ενοικιαστές, προσφέροντας πραγματικά κίνητρα για την επαναφορά ακινήτων στην αγορά.
Νέο Σχέδιο Στέγασης: «Ανακαινίζω – Ενοικιάζω»
Η κυβέρνηση προχωρά σε ένα νέο σχέδιο στέγασης που υπερβαίνει τις κλασικές πρακτικές του προγράμματος «Εξοικονομώ». Το νέο αυτό πρόγραμμα δεν περιορίζεται μόνο σε ενεργειακές αναβαθμίσεις, αλλά περιλαμβάνει και πλήρεις ανακαινίσεις κατοικιών για να ενισχυθεί η προσφορά ακινήτων στην αγορά. Αυτή τη στιγμή, το πρόγραμμα βρίσκεται σε διαπραγμάτευση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με την προοπτική χρηματοδότησης μέσω της αναθεώρησης του ΕΣΠΑ 2021-2027 και της μεταφοράς κονδυλίων από άλλα έργα.
Όπως τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Νίκος Παπαθανάσης, η λύση στο πρόβλημα της στέγασης δεν μπορεί να προέλθει αποκλειστικά από το «Εξοικονομώ». Χρειάζεται ένα πιο ευρύ εργαλείο που να περιλαμβάνει και ανακαινίσεις, ώστε να αυξηθεί η διαθέσιμη προσφορά κατοικιών. Το πρόγραμμα «Ανακαινίζω – Ενοικιάζω» στοχεύει ακριβώς σε αυτή την ανάγκη, συνδυάζοντας τις ενεργειακές αναβαθμίσεις με την συνολική ανακαίνιση του ακινήτου και τη μακροχρόνια εκμίσθωσή του.
Μέχρι στιγμής, το πρόγραμμα έχει αποδείξει την αξία του, καθώς έχει απορροφήσει το 99,5% του αρχικού προϋπολογισμού των 50 εκατ. ευρώ, επαναφέροντας 6.200 κενά ακίνητα στην αγορά ενοικίασης για τουλάχιστον τρία χρόνια. Ο εισοδηματικός περιορισμός των 40.000 ευρώ δεν έχει αποθαρρύνει τους ενδιαφερόμενους, με τη συμμετοχή να ξεπερνά τις προσδοκίες. Το πρόγραμμα θα συνεχιστεί όσο υπάρχουν διαθέσιμοι πόροι, με πιθανότητα ενίσχυσης από νέα κονδύλια το 2026.
Αντίθετα, η ζήτηση για άτοκα δάνεια του προγράμματος «Αναβαθμίζω το σπίτι μου», το οποίο αφορά μόνο ενεργειακές παρεμβάσεις χωρίς επιδότηση, παραμένει χαμηλή, με μόλις 3.000 δάνεια να έχουν εγκριθεί μέχρι στιγμής, δηλαδή περίπου το 14% του προϋπολογισμού των 400 εκατ. ευρώ. Οι περισσότεροι ιδιοκτήτες φαίνεται να προτιμούν προγράμματα που συνδυάζουν επιδότηση και φορολογικά κίνητρα, όπως το «Ανακαινίζω – Ενοικιάζω».
Το Πρόγραμμα «Σπίτι Μου ΙΙ»
Σε πλήρη λειτουργία βρίσκεται και το πρόγραμμα «Σπίτι Μου ΙΙ», το οποίο απευθύνεται κυρίως σε νέες οικογένειες έως 45 ετών, παρέχοντας τη δυνατότητα απόκτησης κατοικίας με άτοκο ή χαμηλότοκο δάνειο. Μέχρι σήμερα, έχουν εγκριθεί 9.900 δάνεια συνολικού ύψους 1,2 δισ. ευρώ, με μέσο όρο τα 120.000 ευρώ και το 60% των εγκρίσεων να αφορά ακίνητα σε Αττική και Κεντρική Μακεδονία.
Ο χρόνος που απαιτείται από την υποβολή αίτησης έως την εκταμίευση έχει μειωθεί στους τρεις μήνες από επτά που ήταν στην πρώτη φάση. Οι δικαιούχοι του προγράμματος είναι κατά κύριο λόγο έγγαμοι (58%), άγαμοι (33%) και μονογονεϊκές οικογένειες (7%). Το πρόγραμμα που ξεκίνησε στις αρχές του 2025, με συνολικό προϋπολογισμό 2 δισ. ευρώ, έχει γίνει ένα βασικό εργαλείο ενίσχυσης της αγοράς κατοικίας και αναμένεται να εξαντλήσει τους διαθέσιμους πόρους πριν το τέλος του έτους.
Σύμφωνα με μελέτες, υπάρχουν πάνω από 700.000 ακίνητα στην Ελλάδα που παραμένουν κενά ή μη αξιοποιούμενα, παρά την αυξανόμενη ζήτηση για στέγη και τα υψηλά ενοίκια. Από αυτά, περίπου 350.000 βρίσκονται σε μεγάλες αστικές περιοχές, με την Αττική και τη Θεσσαλονίκη να κατέχουν την πλειονότητα.
Οι κύριοι λόγοι που κρατούν αυτά τα ακίνητα εκτός αγοράς είναι η παλαιότητά τους, η έλλειψη κεφαλαίων για ανακαίνιση, η πολυπλοκότητα των νομικών διαδικασιών και ο φόβος των ιδιοκτητών για καθυστερήσεις στην πληρωμή από τους ενοικιαστές. Η ΠΟΜΙΔΑ επισημαίνει ότι το 40% αυτών των ακινήτων είναι άνω των 40 ετών και απαιτούν σημαντικές παρεμβάσεις για να γίνουν κατοικήσιμα. Πολλές από αυτές τις κατοικίες έχουν κληρονομηθεί χωρίς να έχουν τακτοποιηθεί νομικά, γεγονός που τις κρατά εκτός αγοράς.
Επιπλέον, η υψηλή φορολογία στην ακίνητη περιουσία των προηγούμενων ετών, σε συνδυασμό με την έλλειψη φορολογικών κινήτρων, έχει αποτρέψει χιλιάδες ιδιοκτήτες από το να επενδύσουν σε επισκευές και ανακαινίσεις.












