Τα κινεζικά drones έχουν γίνει εδώ και αρκετά χρόνια κυρίαρχα στον εναέριο χώρο των Ηνωμένων Πολιτειών, με τη χρήση τους να είναι διαδεδομένη σε ιδιωτικούς, δημόσιους και επαγγελματικούς τομείς. Από τις αστυνομικές και πυροσβεστικές υπηρεσίες έως τους ιδιώτες, αυτά τα αεροσκάφη βρίσκονται παντού.
Ωστόσο, η πρόσφατη απόφαση της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Επικοινωνιών (FCC), που ανακοινώθηκε την Τρίτη (23/12), θα αλλάξει ριζικά την κατάσταση αυτή, εμποδίζοντας τους Αμερικανούς καταναλωτές από την αγορά νέων μοντέλων drones.
Συγκεκριμένα, η FCC απαγόρευσε την εισαγωγή και πώληση νέων drones και κρίσιμου εξοπλισμού που προέρχεται από ξένους κατασκευαστές, σημειώνοντας ότι περιλαμβάνει τον κολοσσό DJI, που είναι ο μεγαλύτερος κατασκευαστής drones παγκοσμίως. Οι εταιρείες αυτές προστέθηκαν σε έναν κατάλογο «Καλυπτόμενων» οντοτήτων, οι οποίες θεωρούνται ότι παρουσιάζουν «απαράδεκτο κίνδυνο» για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.
Αν και τα ήδη εγκεκριμένα μοντέλα και αυτά που χρησιμοποιούνται σήμερα εξαιρούνται από την απόφαση, αυτή η κίνηση αποτελεί την κορύφωση μιας μακροχρόνιας προσπάθειας να περιοριστεί η επιρροή των κινεζικών drones, όπως είναι αυτά που κατασκευάζονται από την DJI και την Autel Robotics. Η εταιρεία DJI, μέσω εκπροσώπων της, εξέφρασε τη δυσαρέσκειά της για την απόφαση, υποστηρίζοντας ότι μπορεί να προκληθεί αναστάτωση στους χρήστες των drones στη χώρα. Σημειώνεται ότι η DJI κατέχει περίπου το 70% της παγκόσμιας αγοράς drones, με τις εφαρμογές τους να εκτείνονται σε τομείς όπως η επιθεώρηση υποδομών, η γεωργία και η βιντεοσκόπηση.
Τον Ιούνιο, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα που στοχεύει στην ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής drones και της εμπορευματοποίησης τους, με σκοπό να ελαχιστοποιήσει την εξάρτηση από ξένες εταιρείες. Ο πρόεδρος της FCC, Μπρένταν Καρ, δήλωσε ότι η κυβέρνηση δεσμεύεται να προστατεύσει τον αμερικανικό εναέριο χώρο και να ενισχύσει την αμερικανική κυριαρχία στον τομέα των drones, εξηγώντας ότι η απόφαση δεν επηρεάζει τη χρήση ή αγορά ήδη εγκεκριμένων μοντέλων.
Σύμφωνα με τις ενημερώσεις από την FCC, η εισαγωγή και πώληση ήδη εγκεκριμένων μοντέλων θα παραμείνει ελεύθερη, επιτρέποντας στους καταναλωτές να χρησιμοποιούν τα drones που έχουν αποκτήσει νόμιμα στο παρελθόν. Μέχρι το τέλος του 2025, βάσει του Νόμου για την Εθνική Άμυνα, θα πρέπει να διενεργηθούν έλεγχοι ασφαλείας στα προϊόντα που κατασκευάζονται από ξένες εταιρείες, όπως η DJI και η Autel.
Αν και η DJI έχει εκφράσει τη διάθεση της να συνεργαστεί με τις αμερικανικές αρχές για τη διασφάλιση της ασφάλειας των προϊόντων της, η FCC ανακοίνωσε ότι η απόφαση της στηρίζεται σε μια διακυβερνητική αξιολόγηση που κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα ξένα drones ενδέχεται να θέσουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια, επιτρέποντας παρακολούθηση και υποκλοπή δεδομένων.

Η αντίδραση της DJI στην απόφαση αυτή ήταν έντονη, καθώς η εταιρεία ανέφερε ότι δεν έχουν αποκαλυφθεί οι σχετικές πληροφορίες που στηρίζουν την απόφαση της FCC. Ο εκπρόσωπος της εταιρείας τόνισε ότι οι ανησυχίες περί ασφάλειας δεν είναι τεκμηριωμένες και αφορούν περισσότερο τον προστατευτισμό παρά τις αρχές της ελεύθερης αγοράς.
Από την άλλη, ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών χαρακτήρισε την απόφαση της FCC ως «διακριτική» και κάλεσε την Ουάσινγκτον να αποκαταστήσει ένα δίκαιο και χωρίς διακρίσεις επιχειρηματικό περιβάλλον για τις κινεζικές εταιρείες. Άλλες γνωστές κινεζικές εταιρείες, όπως η Huawei και η ZTE, έχουν επίσης αντιμετωπίσει παρόμοιες καταστάσεις, καθώς θεωρούνται επικίνδυνες για την εθνική ασφάλεια.












