Έφυγε πριν από λίγες ημέρες από κοντά μας ο αγαπημένος μας Διονύσης Σαββόπουλος, μια πελώρια προσωπικότητα, που δυσκολεύεται κανείς να την κατατάξει/περιορίσει στον χώρο της μουσικής ή και ευρύτερα του πολιτισμού. Μεγάλωσαν γενιές με τα τραγούδια του, μαγεύτηκαν με τον σπάνιο αφηγηματικό λόγο του και την ικανότητά του να σε ταξιδεύει με τις μουσικές, τους στίχους αλλά και τη συνολική παράστασή του στις συναυλίες/εμφανίσεις του.
Είχα την τύχη, πέρα από το να παρακολουθήσω (σχεδόν) όλες τις τελευταίες του συναυλίες/εμφανίσεις, με τελευταία αυτή στο TERRA REPUBLICA στην Κατερίνη -κάθε φορά με την ευχή να μην είναι η τελευταία-, να τον γνωρίσω και προσωπικά, χάρη στον αδελφικό φίλο μου τον Άρη (σε ευχαριστώ, φίλε, για αυτό, θα σ’ το χρωστάω πάντα) που είχε προσωπική γνωριμία χρόνων με τον Διονύση και την Άσπα.
Δεν είμαι ούτε ικανός ούτε κατάλληλος να γράψω για το έργο του και την προσωπικότητά του. Ήμουν απλά όλα αυτά τα χρόνια θαυμαστής και ακόλουθος.
Αυτό που μπορώ και με το παρόν θα προσπαθήσω είναι, λόγω της ιδιότητάς μου, να προσεγγίσω τη διάσταση της παρουσίας του θεσμού της δικαιοσύνης στο έργο του Σαββόπουλου.
Σε επίπεδο ηθικής ή κοινωνικής δικαιοσύνης οι αναφορές, άμεσες και έμμεσες, είναι φυσικά πολλές. Σε επίπεδο όμως θεσμικής δικαιοσύνης, δηλαδή της δικαιοσύνης όπως εκφράζεται από το κράτος, τους νόμους και τους θεσμούς, οι αναφορές είναι πολύ λιγότερες, αν και αποτελεί έναν υπόγειο αλλά και διαρκή άξονα στο έργο του Διονύση Σαββόπουλου, καθώς, μέσα από τη λόγια αλλά και τη λαϊκή γλώσσα του, προσεγγίζει τη δικαιοσύνη όχι ως ψυχρό νομικό μηχανισμό, αλλά ως ηθική και πολιτική αξία που συχνά καταστρατηγείται από την εξουσία.
Να επισημάνουμε ότι ο Σαββόπουλος γράφει τα τραγούδια που έχουν τις περισσότερες σχετικές αναφορές, σε εποχές όπου η θεσμική δικαιοσύνη -ιδίως επί δικτατορίας- δεν λειτουργούσε υπέρ της αλήθειας ή της ελευθερίας, αλλά ως εργαλείο εξουσίας. Έτσι, στα τραγούδια του, η δικαιοσύνη παρουσιάζεται συχνά ανεπαρκής ή αλλοτριωμένη. Για παράδειγμα, στα τραγούδια της δεκαετίας του ’60 και του ’70, όπως «Η Δημοσθένους Λέξις», όπου παρουσιάζει έναν νέο που προσπαθεί να μιλήσει αληθινά και ελεύθερα σε μια κοινωνία που τον φιμώνει, η δε δικαιοσύνη εδώ παίρνει μορφή ατομικής ελευθερίας και ειλικρίνειας απέναντι στην υποκρισία και την εξουσία. Στον «Μπάλλο», όπου μέσα από φαινομενικά απλές λαϊκές εικόνες περιγράφεται μια κοινωνία που παραπαίει ανάμεσα στην ελευθερία και τον αυταρχισμό, η δε δικαιοσύνη εδώ είναι το αίτημα για πολιτική λύτρωση. Στο «Περιβόλι του τρελού», όπου ο «τρελός» είναι εκείνος που βλέπει την αδικία και την κοινωνική παρακμή και αντιδρά με τον δικό του, καθαρό τρόπο.
Δηλαδή σε όλες τις περιπτώσεις η δικαιοσύνη συνδέεται με τη φωνή του διαφορετικού και του ευαίσθητου, η δε θεσμική δικαιοσύνη παρουσιάζεται παραμορφωμένη. Οι ήρωες των τραγουδιών παλεύουν να πουν την αλήθεια, αλλά βρίσκουν απέναντί τους μια κοινωνία και μια πολιτεία που καταπνίγουν τη φωνή τους. Η εξουσία, που θα έπρεπε να προστατεύει το δίκαιο, μετατρέπεται σε όργανο καταπίεσης. Έτσι, ο τραγουδοποιός αποκαλύπτει την απόσταση ανάμεσα στη δικαιοσύνη των θεσμών και στη δικαιοσύνη της συνείδησης.
Για μένα η πιο ενδιαφέρουσα αναφορά σε σχέση με τη θεσμική δικαιοσύνη γίνεται στο «Μακρύ ζεϊμπέκικο για το Νίκο» (σ.σ. Κοεμτζή). Εκεί γράφει ο Διονύσης:
Η δίκη του έγινε τον άγριο Νοέμβρη, το ένιωθε άραγε κι εκείνος. Ο Τύπος πάντως τον πρόβαλλε ανοιχτά σαν αιμοβόρο κτήνος. Τα ίδια λέγαν και πολλοί προοδευτικοί· παράξενο δεν ήταν, η σύμβασή τους διαισθάνθηκε σ’ αυτόν μιαν άλλη απειλή… Δεν είχε μάρτυρες εκτός τ’ αφεντικό και τη νοικοκυρά του. Οι δικηγόροι λέγαν ανώμαλη ψυχή, κοιτάξτε τα χαρτιά του. Νίκο, χωριό συσκοτισμένο Νίκο, ποιοι σ’ έχουν κυκλωμένο; Ο ίδιος ξέγραψε απ’ αρχής τον εαυτό του, το είπε: «Πρέπει να πεθάνω!». Μπήκε στον κόπο δηλαδή των δικαστών, μα αυτοί δεν μπήκαν στον δικό του. Καθώς διηγόταν τη ζωή του [σε κουφούς], θαρρούσα δεν θ’ αντέξω.[Το δικαστήριο λειτουργούσε μέσα εκεί, μα η δικαιοσύνη ήταν απ’ έξω.]
Μετά τη δικτατορία, σε έργα όπως «Ας κρατήσουν οι χοροί», ο Σαββόπουλος εκφράζει την ελπίδα για μια νέα, πραγματικά δίκαιη πολιτεία, που θα στηρίζεται στην παιδεία, την αλληλεγγύη και τη συμμετοχή των πολιτών. Η θεσμική δικαιοσύνη, για να έχει αξία, πρέπει να ταυτίζεται με το κοινό αίσθημα του δικαίου και με τις αξίες του ανθρώπου. Η δικαιοσύνη, επομένως, δεν είναι απλώς θέμα νόμων, είναι πολιτισμικό και ηθικό αίτημα, ζωντανή ηθική δύναμη που συνδέει τον άνθρωπο με την κοινωνία.
του Αντώνη Πεπελάση – Δικηγόρος στον Άρειο Πάγο, μέλος Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων, Ms Εμπορικού Δικαίου











