Σε μια περίοδο που η Ελλάδα έχει ισχυροποιηθεί θεσμικά, οικονομικά και γεωπολιτικά, ένα ετερόκλητο πολιτικό μέτωπο επιχειρεί να αμφισβητήσει τη Δικαιοσύνη και να διαβρώσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς.
του Χρήστου Μυτιλινιού
Δηλώσεις κομματικών αρχηγών και παρεμβάσεις πρώην πολιτικών παραγόντων, όπως αυτή του Ευάγγελου Βενιζέλου περί «μη κυβερνησιμότητας» της χώρας, διαμορφώνουν ένα τοξικό περιβάλλον, το οποίο το Μέγαρο Μαξίμου παρακολουθεί πλέον στενά.
Ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας στο Περιστέρι κατά τα εγκαίνια της νέας Περιφερειακής Έδρας του Πρωτοδικείου Αθηνών, έστειλε αυστηρό μήνυμα: η αμφισβήτηση της εμπιστοσύνης στη Δικαιοσύνη μπορεί να εξελιχθεί σε «αυτοεκπληρούμενη προφητεία» στο μυαλό των πολιτών. «Σε ένα τοξικό περιβάλλον, η καλλιέργεια δυσπιστίας απέναντι στη Δικαιοσύνη μπορεί να αποσταθεροποιήσει συνολικά το σύστημα», προειδοποίησε, σημαίνοντας πολιτικό συναγερμό.
Η κυβέρνηση απαντά με θεσμικά επιχειρήματα
Η κυβέρνηση επιλέγει να απαντήσει όχι με συνθήματα, αλλά με θεσμικά δεδομένα. Όπως υπογράμμισε ο Πρωθυπουργός, στόχος είναι μια Δικαιοσύνη «τυφλή», δίκαιη, αλλά πάντα δίπλα στον πολίτη. Οι μεταρρυθμίσεις στο δικαστικό σύστημα προχωρούν με ταχύτητα, ώστε οι πολίτες να δουν σύντομα χειροπιαστά αποτελέσματα στην απονομή δικαιοσύνης και στην καθημερινότητά τους.
Το αφήγημα περί «μη κυβερνησιμότητας» αποδομείται σε όλα τα επίπεδα, όπως επεσήμαναν ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης και ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Γιώργος Φλωρίδης. Ο κ. Μαρινάκης υπενθύμισε ότι η χώρα έχει ισχυρή κυβέρνηση δεύτερης τετραετίας, με ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία, σαφές πολιτικό στίγμα και δημοσκοπική υπεροχή.
Από την πλευρά του, ο κ. Φλωρίδης τόνισε ότι η Ελλάδα είναι σήμερα «ίσως η πιο κυβερνήσιμη χώρα του δυτικού στρατοπέδου», αν τη συγκρίνει κανείς με τα πρότυπα των δυτικών δημοκρατιών.
Η επιχειρηματολογία του κινήθηκε σε τρεις πυλώνες:
1. Ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία που εξασφαλίζει πολιτική σταθερότητα.
2. Υψηλό επίπεδο αποτρεπτικής ικανότητας και διεθνών συνεργασιών, που ενισχύουν τη θέση της χώρας.
3. Οικονομική ανάπτυξη και δημοσιονομική πειθαρχία, που αποτελούν πυλώνες της κυβερνητικής πολιτικής.
Με αιχμηρό ύφος, ο υπουργός σημείωσε ότι το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι η κυβερνησιμότητα, αλλά το «ετερόκλητο μέτωπο των αναξιοποίητων δεινοσαύρων της πολιτικής» που επιχειρεί να επανέλθει στο προσκήνιο.
Ποιοι έχουν ιστορικό παρεμβάσεων
Στο κυβερνητικό στρατόπεδο θυμίζουν με νόημα ότι η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης τέθηκε σε κίνδυνο την περίοδο ΣΥΡΙΖΑ, όταν λειτουργούσαν τα γνωστά «παρα-υπουργεία Δικαιοσύνης» στο Μαξίμου, όπως έχει παραδεχθεί ο πρώην υπουργός Κοντονής. Επικαλούνται επίσης τον νόμο Παρασκευόπουλου, που άνοιξε τον δρόμο για μαζικές αποφυλακίσεις, καθώς και τις υποθέσεις δύο πρώην υπουργών που καταδικάστηκαν αμετάκλητα για παρεμβάσεις στους θεσμούς.
Στην ίδια γραμμή, υπενθυμίζονται οι δηλώσεις του Νίκου Ανδρουλάκη ότι «δεν έχει εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη», αλλά και οι συνεχείς επιθέσεις της Ζωής Κωνσταντοπούλου κατά των δικαστικών λειτουργών. Όλα αυτά, σύμφωνα με κυβερνητικούς κύκλους, συνθέτουν ένα προβληματικό μέτωπο απαξίωσης που λειτουργεί διαβρωτικά για τη δημοκρατία και την κοινωνική συνοχή.
Το διακύβευμα είναι θεσμικό
Η κυβέρνηση θέτει πλέον το ζήτημα στη θεσμική του διάσταση: η Δικαιοσύνη δεν είναι πεδίο κομματικής αντιπαράθεσης, ούτε εργαλείο πολιτικών σκοπιμοτήτων. Είναι πυλώνας της Δημοκρατίας και ως τέτοιος πρέπει να προστατευθεί. Η καλλιέργεια δυσπιστίας απέναντι στον θεσμό μπορεί να υπονομεύσει το ίδιο το δημοκρατικό πολίτευμα, σε μια στιγμή που η χώρα χρειάζεται σταθερότητα.
Όπως χαρακτηριστικά τονίζει κυβερνητικός παράγοντας, «όσοι μιλούν για μη κυβερνησιμότητα, στην πραγματικότητα περιγράφουν τα δικά τους πολιτικά αδιέξοδα».
Το μήνυμα της κυβέρνησης είναι καθαρό: «Κάτω τα χέρια από τη Δικαιοσύνη».