Η ιστορική ανακοίνωση της κατάπαυσης του πυρός και ανοικοδόμησης της Γάζας, που υπεγράφη στην Αίγυπτο, με ΗΠΑ, Αίγυπτο, Κατάρ και Τουρκία να συνυπογράφουν, δεν είναι ένα απλό γεγονός. Είναι ένα σημείο καμπής που φέρει έντονα την υπογραφή του Ντόναλντ Τραμπ. Και όχι μόνο για τη Μέση Ανατολή. Είναι η αρχή ενός νέου τρόπου άσκησης εξωτερικής πολιτικής: επιθετικής, διαπραγματευτικής, ανατρεπτικής.
Είναι επίσης υπενθύμιση ότι, όσο η Ευρώπη παρακολουθεί μουδιασμένη τις γεωπολιτικές εξελίξεις, άλλοι παίρνουν πρωτοβουλίες και γράφουν την Ιστορία.
Το λέω χωρίς δεύτερη σκέψη: το προηγούμενο διάστημα ήμουν σκεπτικός που μόνο ο Αμερικανός πρόεδρος έδειχνε να κινείται ενεργά -ειδικά στο Oυκρανικό- ενώ η Ευρώπη έμοιαζε παθητική. Σήμερα, όμως, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε το αποτέλεσμα. Η διεθνής πολιτική κρίνεται από το τι αλλάζει στο πεδίο, όχι από τα δελτία Τύπου. Και στο πεδίο αλλάζει κάτι μεγάλο.
Πού βρισκόμαστε εμείς; Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης βρέθηκε ανάμεσα στους ηγέτες στο Σαρμ ελ Σέιχ. Είναι σημαντικό -και θα ήταν υποτιμητικό να απουσιάζαμε- αλλά δεν αρκεί. Αλλά το ότι βρεθήκαμε εκεί δεν μας εξισώνει αυτόματα με τους πρωταγωνιστές.
Γιατί πρωταγωνιστής δεν είναι μόνο αυτός που εμφανίζεται, αλλά εκείνος που ακούγεται, που έχει λόγο που ζυγίζεται, που κινεί εξελίξεις. Τώρα το ζητούμενο είναι πώς μετατρέπουμε τη διεθνή παρουσία σε εθνικό όφελος: από ρόλο στην ανοικοδόμηση έως σταθερές γέφυρες διαλόγου και ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Την ίδια στιγμή, η Τουρκία εμφανίζεται ως βασικός διαμεσολαβητής της συμφωνίας. Δεν χρειάζεται υπερβολή για να αντιληφθούμε τι σημαίνει: κάθε λέξη που ακούγεται από την Ουάσιγκτον έχει αντήχηση και στην Άγκυρα, η οποία ξέρει να κεφαλαιοποιεί θεσμικά τη θέση της. Άρα, για την Ελλάδα, το μέτρο σύγκρισης δεν είναι αν φωτογραφηθήκαμε στο ίδιο κάδρο, αλλά αν κερδίζουμε διαρκώς επιρροή και ρόλο.
Και εδώ έρχεται η μικροπολιτική μας εμμονή. Αντί να συζητάμε ψύχραιμα πώς ενισχύεται η ελληνική στρατηγική μετατρέψαμε σε πρώτο θέμα την απόφαση να περάσει η διοικητική ευθύνη του Αγνώστου Στρατιώτη στο υπουργείο Άμυνας. Πρόκειται για κίνηση ορθολογικής αποσυμφόρησης αρμοδιοτήτων, όχι για «μεταφυσικό» συμβολισμό.
Τα σύμβολα τιμώνται καλύτερα όταν λειτουργούν με σαφή ευθύνη και κανόνες. Αν η εξωτερική πολιτική απαιτεί σοβαρότητα, τότε πρώτα χρειάζεται να σοβαρευτούμε στο εσωτερικό.
Η σοβαρή εξωτερική πολιτική προϋποθέτει σοβαρή εσωτερική σκηνή. Θέλει συνέχεια θεσμών, συνεννόηση στα μείζονα, καθαρή ιεράρχηση στόχων. Το «εθνικό μέτωπο» δεν είναι σύνθημα, είναι πρακτική: κοινός βηματισμός κυβέρνησης-αντιπολίτευσης στα εξωτερικά, αξιοποίηση της ελληνικής ναυτιλίας και των επιχειρήσεών μας σε ρόλο ανοικοδόμησης, ενίσχυση της αμυντικής μας τεχνολογίας και του πληροφοριακού μας αποτυπώματος, σταθερή παρουσία στα πολυμερή σχήματα της περιοχής.
Η Ευρώπη οφείλει να επανακτήσει την ικανότητα στρατηγικής δράσης, αλλιώς θα τρέχει πίσω από πρωτοβουλίες άλλων. Η Ελλάδα οφείλει να είναι από τους λίγους που θα της το θυμίζουν με προτάσεις και έργα.
Σήμερα, που ένας πόλεμος σταματά και ξεκινά ένα δύσκολο κεφάλαιο ειρήνης, ας κάνουμε το δικό μας «άλμα ωριμότητας». Λιγότερη εσωστρεφή φασαρία, περισσότερη μεθοδική ισχύς. Η εξωτερική πολιτική δεν ανήκει σε κυβερνήσεις, είναι κληρονομιά και συνέχεια του κράτους. Αυτό είναι το πραγματικό πατριωτικό τεστ.











