Η Γερμανία ακολουθεί την ελληνική συνταγή για να κρατήσει στην αγορά εργασίας πολύτιμη εμπειρία και δεξιότητες: από 1η Ιανουαρίου 2026 οι συνταξιούχοι που συνεχίζουν να εργάζονται θα μπορούν να λαμβάνουν έως €2.000 τον μήνα αφορολόγητα. Πρόκειται για κεντρική επιλογή της κυβέρνησης του καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς για την αντιμετώπιση του ελλείμματος εξειδικευμένου προσωπικού και την τόνωση της παραγωγικότητας. Το δημοσιονομικό κόστος εκτιμάται γύρω στα €890 εκατ. ετησίως, με στόχο το καθαρό όφελος στην οικονομία και τα ασφαλιστικά ταμεία.
Tου Χρήστου Μυτιλινιού
Τι φέρνει το γερμανικό μέτρο
Το αφορολόγητο ισχύει για όσους έχουν φτάσει τη νόμιμη ηλικία συνταξιοδότησης και εργάζονται με εξαρτημένη σχέση. Πρόκειται για στοχευμένο κίνητρο που ανταμείβει την ενεργό γήρανση, ρίχνοντας βάρος στην παραμονή των πιο έμπειρων εργαζομένων σε κρίσιμους κλάδους. Οι σχετικές ρυθμίσεις εντάσσονται στο πακέτο «φθινόπωρο των μεταρρυθμίσεων» του Βερολίνου, ενώ στη δημόσια συζήτηση επισημαίνονται και τεχνικές παράμετροι εφαρμογής ώστε να εξασφαλιστεί ισότιμη μεταχείριση μεταξύ διαφορετικών κατηγοριών απασχόλησης.
Το ελληνικό προηγούμενο – από το «-30% στη σύνταξη» στο «+10% πόρος υπέρ ΕΦΚΑ»
Η Ελλάδα έκανε την κρίσιμη στροφή νωρίτερα: από 1/1/2024 καταργήθηκε η αυτόματη μείωση 30% της σύνταξης για τους εργαζόμενους συνταξιούχους. Πλέον, οι συνταξιούχοι παίρνουν ολόκληρη τη σύνταξή τους και επιβάλλεται πόρος 10% επί του μισθού (για μισθωτή εργασία) υπέρ ΕΦΚΑ – ρύθμιση που αντικατέστησε το παλαιό, τιμωρητικό πλαίσιο του νόμου Κατρούγκαλου. Η αλλαγή αναγνωρίστηκε ως διαρθρωτική μεταρρύθμιση που συνδέει την εργασία με πρόσθετα συνταξιοδοτικά δικαιώματα.
Αποτέλεσμα; Έκρηξη δηλωμένης εργασίας στην τρίτη ηλικία: από περίπου 35.000 δηλωμένους εργαζόμενους συνταξιούχους το 2023, φτάσαμε πάνω από 250.000 το 2025. Η αγορά «άσπρισε»: χιλιάδες συμπολίτες σταμάτησαν να δουλεύουν «στο σκοτάδι», πληρώνοντας εισφορές και φόρους, ενώ το ασφαλιστικό κερδίζει έσοδα και η οικονομία παραγωγή.
Ψηφιακή κάρτα εργασίας και πραγματικός χρόνος απασχόλησης
Παράλληλα, η ελληνική Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας κατέστησε την καταγραφή ωραρίων σε πραγματικό χρόνο, μέσα από το ERGANI II, πρότυπο καλής πρακτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η επέκταση της κάρτας σε μεγάλους κλάδους το 2025 θωράκισε ακόμα περισσότερο τη νομιμότητα στην αγορά, περιορίζοντας υποδηλωμένη εργασία και «μαύρες» υπερωρίες. Η Γερμανία προωθεί τη δική της εκδοχή υποχρεωτικής καταγραφής χρόνου εργασίας – μια ακόμη καθαρή σύγκλιση με την ελληνική εμπειρία.
Γιατί δικαιώθηκε η επιλογή της κυβέρνησης
Η μεταρρύθμιση δεν τιμωρεί πια τον ενεργό συνταξιούχο· τον ενθαρρύνει. Έτσι:
• Κρατάμε εμπειρία στην παραγωγή και στηρίζουμε επιχειρήσεις που «διψούν» για προσωπικό.
• Ενισχύουμε τα ταμεία (μέσω πόρου/εισφορών) και μειώνουμε τα κίνητρα για αδήλωτη εργασία.
• Δίνουμε κίνητρο για νόμιμη απασχόληση, ενώ κάθε επιπλέον έτος εργασίας προσαυξάνει τη μελλοντική σύνταξη.
Η ευρύτερη εικόνα στην Ευρώπη
Η συζήτηση για τη βιωσιμότητα των συντάξεων δυναμώνει παντού. Ακόμη και στη Γερμανία, ανεξάρτητοι θεσμοί ζητούν πιο βαθιές τομές στο σύστημα. Όμως, η επιλογή για φορολογικά κίνητρα υπέρ των εργαζόμενων συνταξιούχων αποτελεί ρεαλιστικό βήμα που φέρνει άμεσο αποτέλεσμα. Και είναι ενδεικτικό ότι, στην πράξη, η Ευρώπη κοιτάζει προς την Ελλάδα για λύσεις που «γράφουν» στην πραγματική οικονομία.
Η Γερμανία υιοθετεί το ελληνικό μοντέλο για τους εργαζόμενους συνταξιούχους, επικυρώνοντας την επιτυχία μιας πολιτικής που ήδη απέδωσε στη χώρα μας: περισσότερη νόμιμη εργασία, ισχυρότερη ασφάλιση, καλύτερες αμοιβές και δικαιότερο σύστημα για όσους θέλουν να συνεχίσουν να προσφέρουν.
Δείτε το δημοσίευμα των FT: Germany to allow retirees to earn €2,000 a month tax-free