O πλανητάρχης είναι θετικός στην επαναπροσέγγιση με την Τουρκία, οι νομοθετικοί φραγμοί στις ΗΠΑ και οι στρατηγικές επιλογές των γειτόνων καθιστούν σχεδόν απίθανο να επανενταχθούν στο πρόγραμμα των μαχητικών αεροσκαφών
Η συνάντηση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στον Λευκό Οίκο έρχεται να αναθερμάνει μια προβληματική σχέση, η οποία διαταράχθηκε τα προηγούμενα χρόνια εξαιτίας των γεωστρατηγικών επιλογών της Άγκυρας.
Στο ραντεβού του Λευκού Οίκου, σε λίγες ώρες, πέρα από τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία, στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος αναμένεται να βρεθεί η ξεκάθαρη προσπάθεια της Τουρκίας να επανενταχθεί στο πρόγραμμα των μαχητικών F-35, από το οποίο αποβλήθηκε το 2019 μετά την απόκτηση των ρωσικών S-400.
Παράλληλα, ο Τούρκος πρόεδρος θα επιχειρήσει να πάρει την υπογραφή του Ντόναλντ Τραμπ για την απόκτηση νέων μαχητικών F-16 και τον εκσυγχρονισμό των παλαιότερων Block 30 και Block 50 που διαθέτει στο οπλοστάσιό της η TuAF.
Δύσκολη εξίσωση
Παρά τις δημόσιες δηλώσεις καλής θέλησης και τις θερμές χειραψίες που αναμένονται, η πραγματικότητα είναι λίγο διαφορετική και τα δεδομένα μάλλον πιο περίπλοκα από όσο υπολογίζουν Τραμπ και Ερντογάν. Ο Αμερικανός πρόεδρος μπορεί να είναι θετικός στην επαναπροσέγγιση με την Τουρκία, αλλά το πρόγραμμα των F-35 δεν είναι μια υπόθεση που κρίνεται αποκλειστικά από τον ίδιο. Οι νομικές και θεσμικές δικλίδες που έχουν υιοθετηθεί από το Κογκρέσο καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη οποιαδήποτε άμεση συμφωνία πώλησης.
Συγκεκριμένα, το άρθρο 1245 του Νόμου περί Εθνικής Άμυνας (NDAA) του 2020 απαγορεύει ρητά την πώληση των F-35 στην Τουρκία, εκτός εάν υπάρξει γραπτή βεβαίωση από τους υπουργούς Άμυνας και Εξωτερικών των ΗΠΑ ότι η Άγκυρα δεν κατέχει πλέον το σύστημα S-400 -ούτε εξαρτήματα ούτε τεχνικό προσωπικό- και δεν σκοπεύει να προμηθευτεί παρόμοια ρωσικά συστήματα στο μέλλον.
Τα «τεχνάσματα»
Πληροφορίες από τουρκικές πηγές αναφέρουν ότι η Άγκυρα εξετάζει τεχνικά σενάρια «απενεργοποίησης» των S-400 -από την αφαίρεση εξαρτημάτων έως την αποθήκευση των συστημάτων σε κιβώτια- προκειμένου να υποστηρίξει ότι δεν «κατέχει» πλέον λειτουργικά το ρωσικό οπλικό σύστημα. Ωστόσο, οι ΗΠΑ δεν φαίνεται να πείθονται.
Όπως σχολιάζουν αναλυτές στην Ουάσιγκτον, καμία από αυτές τις προτάσεις δεν παρέχει ασφαλή διαβεβαίωση ότι οι S-400 δεν μπορούν να ενεργοποιηθούν εκ νέου, απειλώντας την ασφάλεια των F-35. Και προφανώς, στη σύσταση «στείλτε τους πίσω» ή «δώστε τους στην Ουκρανία», οι Τούρκοι σφυρίζουν αδιάφορα. Διάθεση επομένως σοβαρή για να εγκαταλειφθούν πλήρως οι S-400 δεν υπάρχει από πλευράς Τουρκίας και αυτό αποτελεί το βασικό «αγκάθι» στο ενδεχόμενο επιστροφής της στο πρόγραμμα των F-35.
Κάθετα αντίθετο το Κογκρέσο
Ανεξαρτήτως των διαθέσεων του Ντόναλντ Τραμπ, η στάση του Κογκρέσου δεν έχει μεταβληθεί. Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί συμφωνούν ότι δεν μπορεί να υφίσταται συνύπαρξη των S-400 και των F-35 στο ίδιο οπλοστάσιο. Εάν ο Τραμπ επιχειρήσει να προχωρήσει μονομερώς σε συμφωνία πώλησης, κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπος με σοβαρές αντιδράσεις, ακόμη και με αγωγές από μέλη του Κογκρέσου.
Επιπλέον, το νομοθετικό πλαίσιο CAATSA (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act) που ψηφίστηκε με στόχο την αντιμετώπιση των αντιπάλων της Αμερικής μέσω κυρώσεων, παραμένει ενεργό και μπορεί να απενεργοποιηθεί μόνο εάν η Τουρκία διακόψει οποιαδήποτε στρατιωτική εξάρτηση από τη Ρωσία. Η Άγκυρα γνωρίζει πως ο αποκλεισμός της από το πρόγραμμα των F-35 δεν οφείλεται μόνο στους S-400. Η σύμπλευση με τη Χαμάς και η αντιπαράθεση με το Ισραήλ έχουν επιτείνει την καχυποψία της Δύσης.
Παράλληλα, η στρατηγική συνεργασία ΗΠΑ – Ισραήλ – Ελλάδας – Κύπρου στην Ανατολική Μεσόγειο έχει δημιουργήσει ένα πλέγμα συμμαχιών που η Τουρκία αντιλαμβάνεται ως «περικύκλωση». Αναλυτές εκτιμούν ότι η εντεινόμενη ρητορική κατά του Ισραήλ και οι εμπορικές κυρώσεις που επέβαλε η τουρκική κυβέρνηση υπονομεύουν την εικόνα της χώρας ως αξιόπιστου εταίρου. Οι εξελίξεις αυτές δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο οποιαδήποτε προσπάθεια της Άγκυρας να επιστρέψει στον «δυτικό στρατιωτικό κύκλο εμπιστοσύνης».
Μπορεί λοιπόν η Τουρκία να επιδιώκει την επανένταξή της στο πρόγραμμα των F-35 και να αξιοποιεί την πολιτική «ηρεμία» στο Αιγαίο ως επιχείρημα προς την Ουάσιγκτον, αλλά η επιστροφή της χαρακτηρίζεται ακόμη ως εξαιρετικά δύσκολη. Οι νομοθετικοί φραγμοί, οι στρατηγικές επιλογές της Άγκυρας και η γενικευμένη δυσπιστία προς τις προθέσεις της καθιστούν σχεδόν απίθανη μια τέτοια εξέλιξη, τουλάχιστον στο ορατό μέλλον.
Η συνάντηση Τραμπ – Ερντογάν ίσως εξυπηρετεί πολιτικές σκοπιμότητες εκατέρωθεν, αλλά σε επίπεδο ουσίας η Τουρκία παραμένει εκτός του προγράμματος των «αόρατων» μαχητικών. Και παρά τις προσπάθειες του Ερντογάν για επαναπροσέγγιση, το μήνυμα από την Ουάσιγκτον είναι ξεκάθαρο: S-400 και F-35 δεν πάνε μαζί.