Με άξονα την ταχύτατα αναπτυσσόμενη τουρκική αμυντική βιομηχανία κατάφερε να προσελκύσει το ενδιαφέρον μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών
Σε ένα περιβάλλον ευρωπαϊκής αμυντικής υστέρησης και μεταβαλλόμενης παγκόσμιας τάξης, η Άγκυρα εφαρμόζει ένα μεθοδικό σχέδιο διείσδυσης στο ευρωπαϊκό αμυντικό οικοσύστημα, χωρίς να εξαρτάται από την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο Ταγίπ Ερντογάν επιχειρεί να αξιοποιήσει προς όφελος της Τουρκίας τη γεωπολιτική ρευστότητα και την ανάγκη της Ευρώπης να αναζητήσει στρατιωτικές ικανότητες και τεχνολογικούς εταίρους. Με άξονα την ταχύτατα αναπτυσσόμενη τουρκική αμυντική βιομηχανία, την οποία στήριξε μέσω μεγάλων κρατικών επενδύσεων, κατάφερε να προσελκύσει το ενδιαφέρον μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών όχι μόνο ως πελάτης αλλά και ως τεχνολογικός εταίρος.
Πρόκειται προφανώς για μια σαφή γεωοικονομική παγίδα. Η Άγκυρα ενισχύει τη βιομηχανική παρουσία της στην Ευρωπαϊκή Ένωση για να αποκτήσει στρατηγικό λόγο σε ευρωπαϊκά projects χωρίς να δεσμεύεται από το θεσμικό πλαίσιο των κρατών-μελών.
Συμφωνίες με τις «μεγάλες δυνάμεις» της ΕΕ
Εμφανίζεται ως «ανεκμετάλλευτη παραγωγική υπερδύναμη», προτείνοντας συνεργασία στην παραγωγή UAVs, ραντάρ, λογισμικών μάχης και άλλων κρίσιμων αμυντικών τεχνολογιών. Η στρατηγική του είναι σαφής: όσο περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες εξαρτώνται τεχνολογικά ή παραγωγικά από τουρκικές εταιρείες, τόσο δυσκολότερο θα είναι να αποκλειστεί η Τουρκία από το κοινό ευρωπαϊκό αμυντικό μέλλον, ακόμη και αν αυτός ο αποκλεισμός είναι πολιτικά αναγκαίος.
Συνεργασίες της Τουρκίας, που άλλοτε θα θεωρούνταν αδιανόητες λόγω των εντάσεων με την Ελλάδα και την κατοχή της Κύπρου ή της εσωτερικής κατάστασης στη χώρα, σήμερα διευρύνονται με έντονη δυναμική. Γερμανία: Eurofighter, υποβρύχια και τεχνογνωσία
Η σχέση της Τουρκίας με τη Γερμανία στον αμυντικό τομέα είναι μακροχρόνια και πολυεπίπεδη. Η σημαντικότερη εν ενεργεία συνεργασία αφορά την κατασκευή έξι υποβρυχίων Type 214 στο τουρκικό ναυπηγείο Gölcük, βάσει γερμανικής σχεδίασης και με γερμανικά υποσυστήματα της ThyssenKrupp Marine Systems.
Πρόκειται για τα στρατηγικής σημασίας υποβρύχια που διαθέτει η χώρα μας και δίνουν σαφές πλεονέκτημα στον βυθό του Αιγαίου, με τους Γερμανούς ωστόσο να παραχωρούν στους Τούρκους τεχνογνωσία, αδιαφορώντας φυσικά για τους σκοπούς που θα τα χρησιμοποιήσει η Άγκυρα. Η συμφωνία που υπεγράφη το 2009 αλλά βρίσκεται σε τελική φάση υλοποίησης σήμερα καθιστά τη Γερμανία στρατηγικό προμηθευτή του τουρκικού ναυτικού.
Πιο πρόσφατα, το Βερολίνο, παρά τις πολιτικές επιφυλάξεις, συμμετέχει σε τεχνικές διαπραγματεύσεις για την πιθανή πώληση μαχητικών Eurofighter Typhoon, ένα πρόγραμμα στο οποίο συμμετέχει μαζί με την Ιταλία, την Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η Τουρκία ενδιαφέρεται για 40 τέτοια αεροσκάφη, με τη γερμανική καγκελαρία να εκφράζει αρχικά ενστάσεις, αλλά τελικά να… καλοβλέπει το πακέτο των 6 δισ. ευρώ που θα καταβάλει η Τουρκία για απόκτηση των ευρωπαϊκών μαχητικών.
Γαλλία: Πύραυλοι Meteor και αντιαεροπορική συνεργασία
Η Γαλλία, αν και δεν πωλούσε ποτέ στο παρελθόν οπλικά συστήματα στην Τουρκία, σεβόμενη τη συνεργασία της με την Ελλάδα και αντιλαμβανόμενη πως πρόκειται για μια αναθεωρητική δύναμη ικανή να αποσταθεροποιήσει ανά πάσα στιγμή την περιοχή, δεν θέτει πλέον βέτο στην πώληση πυραύλων Meteor.
Πρόκειται για τους προηγμένους πυραύλους αέρος – αέρος μεγάλης εμβέλειας, οι οποίοι θεωρούνται απαραίτητοι για τη διαμόρφωση επιχειρησιακής υπεροχής των Eurofighter. Η Ελλάδα τούς έχει ήδη στο οπλοστάσιό της και συγκεκριμένα στη φαρέτρα των Rafale.
Παράλληλα, βρίσκεται σε εξέλιξη η συνεργασία της Eurosam (κοινοπραξία Thales-MBDA) με τις τουρκικές Aselsan και Roketsan για την ανάπτυξη του συστήματος αεράμυνας Siper. Η γαλλική συμμετοχή δίνει στην Τουρκία τεχνολογική ώθηση στον κρίσιμο τομέα της αντιαεροπορικής άμυνας.
Ιταλία: Από κοινά βλήματα σε συνέργειες στα UAVs
Η Ιταλία παραδοσιακά διατηρεί σταθερούς αμυντικούς δεσμούς με την Τουρκία, κυρίως στον ναυπηγικό τομέα και μέσω του προγράμματος του αντιτορπιλικού TF-2000, βασισμένο σε ιταλικά πρότυπα. Πλέον η Leonardo έχει ξεκινήσει συνεργασία με την Baykar στον τομέα των UAVs ενόψει των αυξημένων ευρωπαϊκών αναγκών για μη επανδρωμένα μέσα.
Πρόσφατα η τουρκική Baykar, στην οποία ηγετικό ρόλο διατηρεί ο γαμπρός του προέδρου Ερντογάν, εξαγόρασε την ιταλική Piaggio Aerospace, που ειδικεύεται στα UAVs ψηλής αυτονομίας, ανοίγοντας έναν δίαυλο παραγωγής εντός ΕΕ.
Η εξαγορά αυτή δεν ήταν απλώς οικονομική κίνηση αλλά μια ξεκάθαρη προσπάθεια εισόδου στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία από την πίσω πόρτα. Αυτή η κίνηση επιτρέπει στην Τουρκία να αποκτήσει «ευρωπαϊκή βάση» παραγωγής UAVs και ενισχύει την τεχνολογική της διείσδυση στην αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η Baykar, μέσω της ιταλικής Piaggio, δεν αποκτά απλώς πρόσβαση σε εργοστάσια ή τεχνογνωσία αλλά και στο νομικό καθεστώς που απαιτεί η Κομισιόν για τη χρηματοδότηση μέσω του νέου αμυντικού ταμείου. Ουσιαστικά η Τουρκία «ντύνεται» εταιρικά ευρωπαϊκή, διατηρώντας ωστόσο τη διοίκηση και τον έλεγχο στη δική της εθνική σφαίρα.
Ισπανία: Εισαγωγή τουρκικών αεροσκαφών
Η Τουρκία αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους εταίρους της Ισπανίας στον τομέα των εξοπλισμών. Το ύψος των εξοπλιστικών προγραμμάτων στα οποία έχει ενταχθεί η Τουρκία ανέρχεται στο μέγεθος της Σαουδικής Αραβίας, ενός από τους μεγαλύτερους αγοραστές όπλων παγκοσμίως.
Η Ισπανία έχει από καιρό προμηθεύσει την Τουρκία με τεχνολογία σχεδίασης για τα αμφίβια σκάφη TCG Anadolu – τη ναυαρχίδα της Τουρκικής Διοίκησης Αποβατικών Επιχειρήσεων. Το πλοίο αποτελεί παράγωγο του ισπανικού Juan Carlos I. Η σχέση των δύο χωρών ενισχύεται ακόμη περισσότερο με την απόφαση της Μαδρίτης να προμηθευτεί 24 εκπαιδευτικά αεροσκάφη Hürjet από την τουρκική TAI. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει συμμετοχή ισπανικών εταιρειών στην παραγωγή και δημιουργεί για πρώτη φορά συνθήκες εισαγωγής τουρκικών αεροπορικών μέσων σε ευρωπαϊκή πολεμική αεροπορία.
Ηνωμένο Βασίλειο: Ο θεσμικός προωθητής
Το Λονδίνο παίζει ηγετικό ρόλο στη σύσφιγξη των ευρωπαϊκών σχέσεων με την Τουρκία. Η Βρετανία, η οποία είναι εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης πλέον, βλέπει την Τουρκία ως βασικό στρατηγικό εταίρο στη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Είναι αυτή που προωθεί και πιέζει τους Ευρωπαίους για πώληση μαχητικών Eurofighter στην Τουρκία, αγνοώντας τους σκοπούς χρήσης και σκεπτόμενη μόνο το κέρδος που θα δώσει ώθηση στη βρετανική αμυντική βιομηχανία που κατέχει το πλειοψηφικό πακέτο στην κοινοπραξία με Γαλλία, Ισπανία και Ιταλία.
Παράλληλα, Λονδίνο και Άγκυρα φέρεται να έχουν συζητήσει το ενδεχόμενο συμμετοχής της Τουρκίας στο πρόγραμμα GCAP (Global Combat Air Programme), το οποίο αφορά την ανάπτυξη μαχητικού 6ης γενιάς από Ηνωμένο Βασίλειο, Ιταλία και Ιαπωνία. Το ενδεχόμενο αυτό, αν και είναι εξαιρετικά δύσκολο να ευοδωθεί, θα σηματοδοτήσει την πρώτη εμπλοκή της Τουρκίας σε υπερεθνικό πρόγραμμα μαχητικού αεροσκάφους νέας γενιάς.
Όπλα και… παράς
Η στρατηγική του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να ενσωματώσει την Τουρκία στον ευρωπαϊκό αμυντικό ιστό δείχνει να αποδίδει καρπούς. Με σύμπλευση συμφερόντων και χρήση της τεχνολογικής τουρκικής προόδου ως δέλεαρ, η Άγκυρα μετατρέπεται από «δύσκολος γείτονας» σε τεχνολογικό εταίρο.
Τι κάνει ο Τούρκος πρόεδρος; Αξιοποιεί το γεγονός ότι η Ευρώπη επιταχύνει την κοινή της αμυντική πολιτική υπό την πίεση του πολέμου στην Ουκρανία και των αυξανόμενων εξωτερικών απειλών. Οι διμερείς συμφωνίες, που παρακάμπτουν την τυπική δομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης δείχνουν πως η Γηραιά Ήπειρος, υπό πίεση, αναζητά πρακτικές λύσεις αντί για πολιτικές ιδεολογίες.
Ωστόσο, αυτή η προσέγγιση φέρει και γεωπολιτικό κόστος: Η ενίσχυση της Τουρκίας σε μια ευρύτερα ασταθή περιοχή επηρεάζει τις ισορροπίες, ιδίως στο Αιγαίο – και δοκιμάζει τα όρια της αλληλεγγύης εντός ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το «τουρκικό μοντέλο»
Ο Ερντογάν έχει ενεργοποιήσει ένα ευρύτερο πλέγμα σχέσεων με ευρωπαϊκές χώρες που αντιμετωπίζουν πίεση για εξοπλιστική αναβάθμιση, προτείνοντας τουρκικές λύσεις ως πιο οικονομικές και άμεσα διαθέσιμες. Μέσα από συμπράξεις πανεπιστημίων, ερευνητικών ινστιτούτων και συμμετοχή σε τεχνολογικές πλατφόρμες, επιχειρεί να καταστήσει την Τουρκία μέρος της ευρωπαϊκής αμυντικής αλυσίδας παραγωγής, χωρίς να απαιτείται πολιτική ένταξη ή θεσμική ευθυγράμμιση με τις αρχές της Ένωσης.
Το «τουρκικό μοντέλο» επιδιώκει να παρακάμψει το θεσμικό φίλτρο των Βρυξελλών, προωθώντας στρατηγικές συνεργασίες με κυβερνήσεις που βλέπουν τη γεωπολιτική σταθερότητα μέσα από το πρίσμα της realpolitik. Όσο λοιπόν και αν η Κομισιόν κλείνει τα μάτια, οι κινήσεις Ερντογάν αποτελούν σαφή πρόκληση προς την Ένωση, η οποία οφείλει να ενεργοποιηθεί και να αντιδράσει απέναντι στις πρακτικές της Τουρκίας, η οποία, χωρίς να ανήκει στην ΕΕ, επιδιώκει να απορροφήσει σημαντικό ποσοστό των κοινοτικών πόρων για την άμυνα, παρακάμπτοντας κανονισμούς, αρχές και υποχρεώσεις.
Το «ύπουλο» σχέδιο Ερντογάν δεν είναι απλώς θέμα οικονομικής πολιτικής, είναι ένα ζήτημα ευρωπαϊκής ασφάλειας, συνοχής και κυριαρχίας, το οποίο οι Βρυξέλλες και οι «μεγάλες δυνάμεις» της Ευρώπης πρέπει να το αντιληφθούν.