Θυμάμαι τον διευθυντή του Γυμνασίου Σχολείου Μόριας Λέσβου, τέτοιες μέρες πριν από δεκατρία ολόκληρα χρόνια, ένα πρωινό λίγο πριν από την έναρξη των γραπτών προαγωγικών και απολυτήριων εξετάσεων, απευθυνόμενος προς εμάς τα πρωτάκια, να μας λέει: «Από φέτος και σχεδόν για όλη σας τη ζωή καλείστε να δίνετε εξετάσεις. Εξετάσεις για να περάσετε την τάξη, εξετάσεις για την είσοδό σας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ή και για την απόκτηση διπλώματος οδήγησης. Γενικά θα δίνετε εξετάσεις, επομένως προετοιμαστείτε, εξοικειωθείτε με την ιδέα και τη διαδικασία, και να είστε σίγουροι ότι όλα θα πάνε καλά».
Τα παραπάνω λόγια του κ. Παναγιώτη δεν θα τα ξεχάσω ποτέ. Πώς αλλιώς, άλλωστε, αφού καθημερινά δίνουμε εξετάσεις σε όλους τους ρόλους και σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής μας. Από τις διαπροσωπικές μας σχέσεις, τις φιλικές έως τις εργασιακές και αμιγώς επαγγελματικές.
Την Πέμπτη 22/5 ήταν προγραμματισμένες οι εξετάσεις PISA, που θα διεξάγονταν για τέταρτη χρονιά και θα αφορούσαν μαθητές της Στ’ Δημοτικού και της Γ’ Γυμνασίου σε Γλώσσα και Μαθηματικά. Μέσα από αυτήν τη διαδικασία, το υπουργείο Παιδείας θα μπορούσε να «μετρήσει» και να αξιολογήσει την απόδοση των σχολείων και συνολικά του εκπαιδευτικού συστήματος σε δύο καίρια μαθήματα. Όμως, λογάριαζε χωρίς τον «ξενοδόχο», μάλλον «ξενοδόχους», αφού η εκπαιδευτική κοινότητα μέσω της ΔΟΕ και της ΟΛΜΕ, και με άξιους συμπαραστάτες τους γονείς, ακύρωσε την εξέταση.
Πρόσχημα της παραπάνω κίνησης; Μα φυσικά το καλό της μαθητικής κοινότητας και της δημόσιας δωρεάν Παιδείας, που κινδυνεύει από την αξιολόγηση και κατ’ επέκταση από τέτοιου είδους διαδικασίες. Η πρόεδρος του Συλλόγου Γονέων του 23ου Γυμνασίου Αθηνών, μάλιστα, σε δήλωσή της σε γνωστό ειδησεογραφικό μέσο, χαιρέτισε και επιβράβευσε τους μαθητές που απείχαν και επέλεξε στο κλείσιμο να αναφέρει ότι «επιτεύχθηκε μια νίκη που σε κάνει να αισιοδοξείς πως η συλλογική δράση μπορεί να έχει αποτελέσματα, ακόμη και στους ζοφερούς καιρούς που ζούμε».
Στο σημείο αυτό τίθενται κάποια ερωτήματα. Από πότε οι εξετάσεις ή ο έλεγχος προόδου έχουν ποινικοποιηθεί; Θέλουμε ανάπτυξη, πρόοδο, εξέλιξη και ένα εκπαιδευτικό σύστημα αντάξιο μιας ευνομούμενης κοινωνίας, στην οποία θα υπάρχει ισότητα και διαφάνεια, ή επιζητούμε το ρουσφέτι και το βύσμα; Θέλουμε ένα σοβαρό κράτος με δικαιώματα και υποχρεώσεις ή ένα κράτος τού «πάμε κι όπου βγει»;
Προφανώς, τα παραπάνω ερωτήματα είναι ρητορικά. Δεν γίνεται, εξάλλου, και διαφορετικά, γιατί τότε θα έχουμε διαιώνιση και σε βελτιωμένη έκδοση την παθογένεια και τον ωχαδερφισμό του κράτους και του πολίτη.
Οφείλουμε και έχουμε χρέος ο καθένας ξεχωριστά να κοιτάξει τον εαυτό του στον καθρέπτη και να αναλογιστεί τι κάνει, τι θέλει να κάνει και πώς ονειρεύεται το μέλλον, τόσο το δικό του όσο και της πατρίδας μας. Αν πρώτα εμείς δεν αλλάξουμε, καμία αλλαγή δεν έρχεται. Απλά κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας. Σαν να μην φτάνει αυτό, έρχεται η ώρα που τα «προβλήματα κάτω από το χαλί» βγαίνουν στην επιφάνεια και μετουσιώνονται σε ατυχήματα μέχρι και σε εθνικές τραγωδίες…
Γράφει ο Στρατής Κοκκινέλλης
Φιλόλογος – δημοσιογράφος