Η πύρινη λαίλαπα που αφαίρεσε 104 ζωές και ξεσκέπασε την απόλυτη υποκρισία
Σαν σήμερα, 23 Ιουλίου 2018, γράφτηκε η πιο μαύρη σελίδα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας εν καιρώ ειρήνης.
Η τραγωδία στο Μάτι, με 104 νεκρούς μέσα σε λίγες ώρες, ανάμεσά τους παιδιά, ηλικιωμένοι, ολόκληρες οικογένειες, 13.000 σχεδόν στρέμματα πυκνοκατοικημένης περιοχής, με πάνω από 2.000 σπίτια καμένα και κτίρια κατεστραμμένα, δεν ήταν απλώς μια φυσική καταστροφή. Ήταν η απόλυτη κατάρρευση του κράτους, η εγκατάλειψη των πολιτών, η ταπείνωση μιας κοινωνίας που κάηκε ζωντανή χωρίς καν να ειδοποιηθεί να σωθεί.
Η μνήμη δεν θα σβήσει. Όχι μόνο γιατί σπίτια, δρόμοι και παραλίες φέρουν ακόμη τα σημάδια της φρίκης, αλλά κυρίως γιατί οι κραυγές των αθώων πνίγηκαν μέσα σε ένα πρωτοφανές κύμα πολιτικής αναλγησίας.
Επικοινωνιακό σόου
Το βράδυ της τραγωδίας, ο τότε πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας συγκάλεσε έκτακτη σύσκεψη στο Συντονιστικό της Πυροσβεστικής, μπροστά στις κάμερες. Το μήνυμα ήταν καθαρό: να φανεί ότι υπάρχει έλεγχος, σχέδιο, συντονισμός. Την ώρα εκείνη, ήδη δεκάδες άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους. Και το ήξεραν. Όλοι. Αλλά επέλεξαν να το κρύψουν. Για να διαχειριστούν την εικόνα. Για να προστατεύσουν την εξουσία.
Παρών στο επικοινωνιακό σόου ήταν και ο τότε αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος, Σωκράτης Φάμελλος, σήμερα πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Καμία αναφορά σε θύματα, καμία συγγνώμη, μόνο στημένοι διάλογοι για «το αν έκλεισε η Μαραθώνος» και «αν φύσηξε απότομα ο άνεμος». Ένας πρωτοφανής εμπαιγμός απέναντι σε έναν λαό που κοιτούσε αποσβολωμένος τις εικόνες φρίκης. Οι πολίτες πέθαιναν μόνοι. Η κυβέρνηση έκανε τηλεοπτική διαχείριση.
Στο Μάτι δεν δόθηκε ποτέ εντολή εκκένωσης. Οι άνθρωποι έμειναν παγιδευμένοι σε έναν λαβύρινθο χωρίς εξόδους, χωρίς οδηγίες, χωρίς ασθενοφόρα, χωρίς πυροσβεστικά, χωρίς ασφάλεια. Όσοι σώθηκαν το χρωστούν στους ίδιους τους εαυτούς τους, στους γείτονές τους, στα παιδιά τους, στη θάλασσα. Και ενώ η κοινωνία θρηνούσε και πάγωνε, η κυβέρνηση έστηνε αφήγημα για ασύμμετρη απειλή, για εμπρηστές, για ακραία καιρικά φαινόμενα, για «το δύσβατο της περιοχής». Ούτε λέξη για τις ευθύνες του κρατικού μηχανισμού. Ούτε νύξη για τα κλειδωμένα στενά, τις λάθος οδηγίες, την απουσία σχεδίου.
«Κηρύγματα» και αλαζονεία
Την επόμενη ημέρα, 24 Ιουλίου, ο τότε υπουργός Άμυνας Πάνος Καμμένος πήγε στο Μάτι. Όχι για να στηρίξει, αλλά για να καταγγείλει τους κατοίκους που είχαν χάσει τα πάντα. Η φράση του προς πυρόπληκτο «ο Πορτοσάλτε κι εσείς τα λέτε αυτά» έχει μείνει στην ιστορία. Όχι μόνο ως δείγμα αλαζονείας και κυνισμού, αλλά και ως ομολογία του εχθρικού τρόπου με τον οποίο αντιμετώπιζαν τη δυστυχία οι κρατικοί αξιωματούχοι εκείνης της κυβέρνησης.
Ο Καμμένος επιδόθηκε σε κήρυγμα για τα αυθαίρετα, λες και οι άνθρωποι που ψήνονταν μέσα στα αυτοκίνητα και τα σπίτια τους έφταιγαν που ζούσαν εκεί.
Δεν υπήρξε συγγνώμη
Μετά τις στάχτες και τα θύματα ήρθε και η πιο θλιβερή φάση της τραγωδίας στο Μάτι: η επικοινωνιακή διαχείριση από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Δεν υπήρξε αναγνώριση ευθύνης. Δεν υπήρξε συγγνώμη. Αντίθετα, υπήρξαν αλαζονεία, ψεύδη και αποποίηση ευθυνών με κάθε μέσο. Η πιο χαρακτηριστική στιγμή; Η φράση του τότε υπουργού Προστασίας του Πολίτη Νίκου Τόσκα, λίγες μέρες μετά την καταστροφή: «Ψάχνω να βρω λάθη και δεν βρίσκω».
Με 104 ανθρώπους καμένους, δεκάδες τραυματίες, δεκάδες σπίτια χαμένα, η τότε κυβέρνηση είχε το θράσος να λέει ότι δεν έγιναν λάθη. Και όμως, δεν υπήρξε ούτε εντολή εκκένωσης. Ούτε σωστός συντονισμός. Ούτε έγκαιρη ενημέρωση. Δεν υπήρχε καν το 112.
Δικαιολογίες και κυνισμός
Αντί για ανθρωπιά, οι πυρόπληκτοι αντιμετωπίστηκαν από την τότε κυβέρνηση σαν ενοχλητικοί. Ο Πάνος Καμμένος τούς έλεγε κατάμουτρα πως «τα αυθαίρετα φταίνε», πως «ο Πορτοσάλτε κι εσείς τα λέτε αυτά», πως η καταστροφή ήταν… αυτοπροκληθείσα. Αντί να ακούσει τον πόνο τους, τους κατηγόρησε.Και σαν να μην έφτανε αυτό, ήρθε και η ατάκα Τσίπρα σε πυρόπληκτη γυναίκα, λίγο καιρό αργότερα: «Και να σου έδινα 2.000 ευρώ, τι θα τα έκανες; Θα τα σπατάλαγες».
Η φράση αυτή, που εκστομίστηκε λίγο μετά το έγκλημα, συμπύκνωσε όλο το ήθος της τότε κυβέρνησης: έναν κυνισμό απέναντι στον ανθρώπινο πόνο, μια ανικανότητα ντυμένη με επιθετικότητα, μια σκληρότητα που έσταζε περιφρόνηση για τον πολίτη.
Ο κρατικός μηχανισμός τότε και σήμερα
Το 112, σήμερα αυτονόητο, δεν υπήρχε το 2018. Δεν υπήρχε ένας μηχανισμός που να ενημερώνει με μαζικό SMS τον πληθυσμό για εκκένωση. Δεν υπήρχε υπουργείο Πολιτικής Προστασίας ούτε επιχειρησιακά πρωτόκολλα ούτε σαφής ηγετική γραμμή. Ούτε και διάθεση να υπάρξει.
Από το 2019 και μετά, η Ελλάδα άλλαξε σελίδα. Η Πολιτική Προστασία αναβαθμίστηκε σε αυτόνομο υπουργείο, με υπαγωγή στην Κλιματική Κρίση. Το 112 λειτουργεί πλέον άψογα, με χιλιάδες πολίτες να ειδοποιούνται κάθε χρόνο σε ακραίες καταστάσεις – πριν καούν, όχι μετά. Η ασφάλεια έγινε προτεραιότητα πολιτικής, όχι παράρτημα ευθυνόφοβων διακηρύξεων.
Οι νεκροί ζητούν δικαίωση
Το Μάτι δεν ήταν δυστύχημα. Ήταν συστημική αποτυχία. Ήταν το αποτέλεσμα μιας πολιτικής που πίστευε ότι όλα είναι επικοινωνία και η ευθύνη είναι πάντοτε αλλουνού. Σήμερα, 7 χρόνια μετά, ο Σωκράτης Φάμελλος είναι αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν παρών εκείνο το βράδυ στο Κέντρο Επιχειρήσεων, όταν κανείς δεν τολμούσε να μιλήσει για νεκρούς, ενώ ήδη τους μετρούσαμε.
Δεν ακούστηκε. Δεν αντέδρασε. Σιώπησε. Και σήμερα διεκδικεί «νέα αρχή». Όμως το Μάτι δεν επιτρέπει νέες αρχές χωρίς παραδοχές. Δεν επιτρέπει επανεκκινήσεις από όσους ήταν εκεί και δεν έκαναν τίποτα. Δεν επιτρέπει λήθη.
Η αλήθεια καίει
Η μνήμη είναι καθήκον. Να θυμόμαστε ποιοι άφησαν ανθρώπους να καούν. Ποιοι αρνήθηκαν να δουν τα λάθη τους. Ποιοι αντιμετώπισαν τον πόνο ως φασαρία. Ποιοι απάντησαν με προσβολές σε ανθρώπους που είχαν χάσει τα παιδιά τους. Και παράλληλα, να κρατάμε και τη διαφορά: Σήμερα υπάρχει σχέδιο, μηχανισμός, κράτος. Και αυτό δεν είναι πολιτική διαφήμιση. Είναι αντανακλαστικό ζωής.
Η απόφαση που άφησε γλυκόπικρη γεύση στους συγγενείς
Η τελεσίδικη απόφαση της δικαιοσύνης για τους 104 νεκρούς και τους 57 εγκαυματίες κατά τη φονική πυρκαγιά στο Μάτι, εκδόθηκε στις αρχές Ιουνίου, σχεδόν ενάμιση μήνα πριν κλείσουν επτά χρόνια από τη θλιβερή μέρα. Η γεύση που άφησε στα θύματα της λαίλαπας και τους συγγενείς των θυμάτων ήταν γλυκόπικρη. «Κάηκε» η ελπίδα τους για αναβάθμιση του κατηγορητηρίου σε βαθμό κακουργήματος, αλλά είδαν κάποιους κατάδικους να φεύγουν με χειροπέδες από τη δικαστική αίθουσα και να οδηγούνται στη φυλακή.
Για πρώτη φορά, η δικαιοσύνη εντόπισε και πολιτικές ευθύνες για την τραγωδία που έπληξε το Μάτι στις 23 Ιουλίου του 2018 και θα μείνει βαθιά χαραγμένη στη μνήμη όλων των Ελλήνων. Οι πολιτικές ευθύνες εντοπίστηκαν στο πρόσωπο του τότε γενικού γραμματέα Πολιτικής Προστασίας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, Ιωάννη Καπάκη, ο οποίος είχε κριθεί αθώος πρωτόδικα, αλλά το δευτεροβάθμιο δικαστήριο τον κήρυξε ένοχο για ανθρωποκτονία και σωματικές βλάβες από αμέλεια, κατά συρροή. Μαζί του, στη φυλακή οδηγήθηκε και όλη η τότε ηγεσία του Πυροσβεστικού Σώματος.
10 ένοχοι
Το δικαστήριο επέβαλε συνολικά πάνω από 2.500 χρόνια φυλακή στους 10 ενόχους, αλλά η ανώτατη εκτιτέα ποινή είναι μόνο πέντε χρόνια, για τις πλημμεληματικές κατηγορίες. Για τους Ι. Καπάκη, Σ. Τερζούδη, Β. Ματθαιόπουλο και Ι. Φωστιέρη το δικαστήριο επέβαλε πέντε χρόνια για κάθε μια από τις 102 ανθρωποκτονίες και δύο χρόνια φυλάκιση για κάθε μια από τις 32 σωματικές βλάβες. Συνολικά στον κάθε κατηγορούμενο επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 340 χρόνων. Στους υπόλοιπους της Πυροσβεστικής επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών για κάθε ανθρωποκτονία και δύο ετών για κάθε σωματική βλάβη, δηλαδή συνολικά 238 χρόνια φυλάκισης.
Στον Κ. Αγγελόπουλο, που καταδικάστηκε για εμπρησμό, επιβλήθηκε, όπως πρωτόδικα, ποινή φυλάκισης τριών ετών. Η εισαγγελέας της έδρας ζήτησε οι Ι. Καπάκης, Σ. Τερζούδης, Β. Ματθαιόπουλος και Ι. Φωστιέρης να οδηγηθούν στη φυλακή ώστε «να αποτραπούν από την τέλεση άλλων επιπόλαιων πράξεων» και κυρίως επειδή «μέχρι σήμερα ουδείς εξ αυτών έχει αναγνωρίσει στο ελάχιστο την ευθύνη αυτής της πράξης και το κόστος των παραλείψεών τους για τους πολίτες που είχαν καθήκον να προστατεύουν λόγω των καθηκόντων τους». Το δικαστήριο αποφάσισε ότι οι καταδικασθέντες θα εκτίσουν τις ποινές χωρίς αναστολή και χωρίς μετατροπή. Η κυβέρνηση επιχείρησε να βάλει τέλος και στον Γολγοθά των εγκαυματιών και των συγγενών θυμάτων, ως προς τη διεκδίκηση αποζημιώσεων, μέσω διάταξης που αποτρέπει το ελληνικό Δημόσιο και τους ΟΤΑ να εφεσιβάλλουν πρωτόδικες αποφάσεις που δικαιώνουν τους προσφεύγοντες. Ο σύλλογος των θυμάτων της φονικής πυρκαγιάς όμως καταγγέλλει ότι κάποιοι ΟΤΑ δεν τηρούν τη διάταξη.